Του Χρήστου Λάσκου
Υπήρξαν, μάλιστα, κάποιοι που θεώρησαν πως ανοίγει ο δρόμος για μια στρατηγική ήττα της μνημονιακής πολιτικής στο μέτρο που η συγκεκριμένη απόφαση θα δημιουργούσε νομολογία ευνοϊκή για την αποκατάσταση των καταστροφικών ζημιών που έχει υποστεί η τεράστια πλειοψηφία των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα. Όπως αποδείχτηκε, βιάστηκαν πολύ.
Και βιάστηκαν, ενώ θα έπρεπε να ήταν υποψιασμένοι. Γιατί το Συμβούλιο της Επικρατείας ήδη είχε αποφανθεί διαφορετικά απορρίπτοντας σχετικά αιτήματα άλλων κατηγοριών εργαζομένων του δημοσίου, που προηγήθηκαν στις περικοπές.
Ακόμη περισσότερο, στο όνομα του μείζονος αγαθού, που συνιστά η «σωτηρία της πατρίδος», είχε απορρίψει όλες τις αιτιάσεις περί της αντισυνταγματικότητας των μνημονιακών πολιτικών.
Αν αυτά συμπληρωθούν με το στατιστικά παράδοξο να μην υπάρχει απεργία σ’ αυτήν τη χώρα που να μην είναι παράνομη και καταχρηστική, η εικόνα ολοκληρώνεται.
Βάσει αυτών, καμία έκπληξη δεν θα έπρεπε να προκαλεί το σκεπτικό που φέρεται να συνοδεύει την απόφαση για τις αποδοχές των «ενστόλων». Προσέξτε: «Οι ένστολοι ανήκουν στον σκληρό πυρήνα του κράτους και, άρα, χρήζουν ειδικής μεταχείρισης σε σχέση με τους εργαζομένους του Δημοσίου».
«Σκληρός πυρήνας του κράτους». Βοήθα Παναγιά!
Και χρειαζόμαστε πραγματικά βοήθεια. Κυρίως, όμως, χρειαζόμαστε σαφή επίγνωση όσων γίνονται και όσων κυοφορούνται. Γιατί φαίνεται πως ο «σκληρός πυρήνας του κράτους», οι κατασταλτικοί μηχανισμοί δηλαδή, έχει πλήρη αυτεπίγνωση της «ιδιαιτερότητας» και της «σημασίας» του.
Επιπλέον, η συγκυβέρνηση αξιολογεί και ιεραρχεί παρομοίως. Δεν είναι τυχαίο πως το πρωτογενές πλεόνασμα (sic) θα μοιραστεί και στους ενστόλους. Όχι στους ανέργους, στους ενστόλους.
Δεν θα ανοίξω εδώ -κάνοντας ρελάνς στους κυβερνητικούς αγαπητικούς της στολής, μεταξύ αυτών και πολλών που «ηράσθησαν την επταετίαν»- τη συζήτηση περί της «ιδιαιτερότητας» και της «σημασίας» των κοινωνικών υπηρεσιών και των λειτουργών τους, των νοσηλευτών ή των εκπαιδευτικών. Όχι μόνο γιατί μπορείτε να φανταστείτε τις απόψεις μου ως αριστερού. Αλλά και γιατί θα με ξεστράτιζε από αυτό που θεωρώ πως είναι εξαιρετικά και ειδικά ενδιαφέρον αναφορικά με το συζητούμενο θέμα.
Ας θυμίσουμε συνοπτικά πού βρισκόμαστε. Ο ελληνικός κοινωνικός σχηματισμός βρίσκεται εδώ και καιρό σε συνθήκες οικονομικής κατάρρευσης και κοινωνικής καταστροφής. Το κεφάλαιο έχει κερδίσει όσα πριν από λίγα χρόνια έβλεπε μόνο στα πολύ προχωρημένα του όνειρα. Οι άνεργοι, οι μισθωτοί εργαζόμενοι και τα κατώτερα στρώματα βιώνουν συνθήκες ακραίας εξαθλίωσης και ακόμη πιο ακραίας ανασφάλειας ακόμη και για τα στοιχειώδη.
Όλα αυτά έγιναν δυνατά ακριβώς στο μέτρο που ο κρατικός αυταρχισμός ενισχύονταν με παροξυσμικούς ρυθμούς και η λαϊκή κυριαρχία γίνονταν μακρινή ανάμνηση.
Στο μέτρο, δηλαδή, που, για να χρησιμοποιήσω τον περιεκτικό όρο του Νίκου Πουλαντζά, ο «αυταρχικός κρατισμός» αποκτούσε το πλήρες νόημά του. Γιατί, πράγμα που μόλις μπορούσε να οσμιστεί ο Πουλαντζάς το 1978, ο νεοφιλελευθερισμός είναι συνυφασμένος με το «ισχυρό κράτος» -κι ας εμφανίζονται ως αντικρατιστές οι νεοφιλελεύθεροι. Το έδειξε η Χιλή του Πινοτσέτ, η Βρετανία της Θάτσερ και, τώρα, το δικό μας «εξαιρετικό» πείραμα.
Τα κράτη μεγαλώνουν με τον νεοφιλελευθερισμό, δεν περιορίζονται. Και, μάλιστα, για να ξαναγυρίσουμε στο θέμα μας, μεγαλώνουν ακριβώς ενισχύοντας υπέρμετρα τον «σκληρό πυρήνα» τους. Ιδιωτικοποιούν τα πάντα, υγεία, εκπαίδευση, ασφάλεια έναντι των γηρατειών, πολλές φορές στο 100% και φουσκώνουν, ταυτόχρονα, τον κατασταλτικό «σκληρό πυρήνα» τους.
Αυτό, για να το πούμε αλλιώς, δεν συνιστά μικρότερο κράτος. Είναι, απλώς, όλο και «σκληρο-πυρηνικότερο» κράτος.
Ας είμαστε, λοιπόν, πολύ προσεκτικοί. Το σήμα που έρχεται από το σκεπτικό της, περί ης ο λόγος, απόφασης του ΣτΕ είναι, νομίζω, πολύ σκοτεινότερο από ό,τι με μια πρώτη ματιά γίνεται αντιληπτό.
***
Ξαναγυρνώ στον Πουλαντζά. Και πιάνω τη παρουσίαση, που κάνει στοΦασισμός και Δικτατορία [1], της διαδικασίας εκφασισμού στην Ιταλία και τη Γερμανία του Μεσοπολέμου. Διαπιστώνω πως οι αναλογίες είναι χτυπητές. Όχι μόνο γιατί ο νεοναζισμός έχει πάρει μεγάλη φόρα ήδη. Κυρίως γιατί τα μηνύματα από τον «σκληρό πυρήνα» του κράτους είναι πάρα, μα πάρα πολύ ενδεικτικά.
Λέγεται πως η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται.
Ή λέγεται, ακόμη, πως η ιστορία επαναλαμβάνεται μόνο ως φάρσα. Δεν είμαι, πλέον, καθόλου βέβαιος.
Αν η φάρσα έχει μεσολαβήσει, τι αποκλείει να επανέλθει η τραγωδία; Τίποτε απολύτως, νομίζω.
[1] Ν. Πουλαντζάς, Φασισμός και Δικτατορία, Ολκός, 1974 (Θεμέλιο, 2006)
Υπήρξαν, μάλιστα, κάποιοι που θεώρησαν πως ανοίγει ο δρόμος για μια στρατηγική ήττα της μνημονιακής πολιτικής στο μέτρο που η συγκεκριμένη απόφαση θα δημιουργούσε νομολογία ευνοϊκή για την αποκατάσταση των καταστροφικών ζημιών που έχει υποστεί η τεράστια πλειοψηφία των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα. Όπως αποδείχτηκε, βιάστηκαν πολύ.
Και βιάστηκαν, ενώ θα έπρεπε να ήταν υποψιασμένοι. Γιατί το Συμβούλιο της Επικρατείας ήδη είχε αποφανθεί διαφορετικά απορρίπτοντας σχετικά αιτήματα άλλων κατηγοριών εργαζομένων του δημοσίου, που προηγήθηκαν στις περικοπές.
Ακόμη περισσότερο, στο όνομα του μείζονος αγαθού, που συνιστά η «σωτηρία της πατρίδος», είχε απορρίψει όλες τις αιτιάσεις περί της αντισυνταγματικότητας των μνημονιακών πολιτικών.
Αν αυτά συμπληρωθούν με το στατιστικά παράδοξο να μην υπάρχει απεργία σ’ αυτήν τη χώρα που να μην είναι παράνομη και καταχρηστική, η εικόνα ολοκληρώνεται.
Βάσει αυτών, καμία έκπληξη δεν θα έπρεπε να προκαλεί το σκεπτικό που φέρεται να συνοδεύει την απόφαση για τις αποδοχές των «ενστόλων». Προσέξτε: «Οι ένστολοι ανήκουν στον σκληρό πυρήνα του κράτους και, άρα, χρήζουν ειδικής μεταχείρισης σε σχέση με τους εργαζομένους του Δημοσίου».
«Σκληρός πυρήνας του κράτους». Βοήθα Παναγιά!
Και χρειαζόμαστε πραγματικά βοήθεια. Κυρίως, όμως, χρειαζόμαστε σαφή επίγνωση όσων γίνονται και όσων κυοφορούνται. Γιατί φαίνεται πως ο «σκληρός πυρήνας του κράτους», οι κατασταλτικοί μηχανισμοί δηλαδή, έχει πλήρη αυτεπίγνωση της «ιδιαιτερότητας» και της «σημασίας» του.
Επιπλέον, η συγκυβέρνηση αξιολογεί και ιεραρχεί παρομοίως. Δεν είναι τυχαίο πως το πρωτογενές πλεόνασμα (sic) θα μοιραστεί και στους ενστόλους. Όχι στους ανέργους, στους ενστόλους.
Δεν θα ανοίξω εδώ -κάνοντας ρελάνς στους κυβερνητικούς αγαπητικούς της στολής, μεταξύ αυτών και πολλών που «ηράσθησαν την επταετίαν»- τη συζήτηση περί της «ιδιαιτερότητας» και της «σημασίας» των κοινωνικών υπηρεσιών και των λειτουργών τους, των νοσηλευτών ή των εκπαιδευτικών. Όχι μόνο γιατί μπορείτε να φανταστείτε τις απόψεις μου ως αριστερού. Αλλά και γιατί θα με ξεστράτιζε από αυτό που θεωρώ πως είναι εξαιρετικά και ειδικά ενδιαφέρον αναφορικά με το συζητούμενο θέμα.
Ας θυμίσουμε συνοπτικά πού βρισκόμαστε. Ο ελληνικός κοινωνικός σχηματισμός βρίσκεται εδώ και καιρό σε συνθήκες οικονομικής κατάρρευσης και κοινωνικής καταστροφής. Το κεφάλαιο έχει κερδίσει όσα πριν από λίγα χρόνια έβλεπε μόνο στα πολύ προχωρημένα του όνειρα. Οι άνεργοι, οι μισθωτοί εργαζόμενοι και τα κατώτερα στρώματα βιώνουν συνθήκες ακραίας εξαθλίωσης και ακόμη πιο ακραίας ανασφάλειας ακόμη και για τα στοιχειώδη.
Όλα αυτά έγιναν δυνατά ακριβώς στο μέτρο που ο κρατικός αυταρχισμός ενισχύονταν με παροξυσμικούς ρυθμούς και η λαϊκή κυριαρχία γίνονταν μακρινή ανάμνηση.
Στο μέτρο, δηλαδή, που, για να χρησιμοποιήσω τον περιεκτικό όρο του Νίκου Πουλαντζά, ο «αυταρχικός κρατισμός» αποκτούσε το πλήρες νόημά του. Γιατί, πράγμα που μόλις μπορούσε να οσμιστεί ο Πουλαντζάς το 1978, ο νεοφιλελευθερισμός είναι συνυφασμένος με το «ισχυρό κράτος» -κι ας εμφανίζονται ως αντικρατιστές οι νεοφιλελεύθεροι. Το έδειξε η Χιλή του Πινοτσέτ, η Βρετανία της Θάτσερ και, τώρα, το δικό μας «εξαιρετικό» πείραμα.
Τα κράτη μεγαλώνουν με τον νεοφιλελευθερισμό, δεν περιορίζονται. Και, μάλιστα, για να ξαναγυρίσουμε στο θέμα μας, μεγαλώνουν ακριβώς ενισχύοντας υπέρμετρα τον «σκληρό πυρήνα» τους. Ιδιωτικοποιούν τα πάντα, υγεία, εκπαίδευση, ασφάλεια έναντι των γηρατειών, πολλές φορές στο 100% και φουσκώνουν, ταυτόχρονα, τον κατασταλτικό «σκληρό πυρήνα» τους.
Αυτό, για να το πούμε αλλιώς, δεν συνιστά μικρότερο κράτος. Είναι, απλώς, όλο και «σκληρο-πυρηνικότερο» κράτος.
Ας είμαστε, λοιπόν, πολύ προσεκτικοί. Το σήμα που έρχεται από το σκεπτικό της, περί ης ο λόγος, απόφασης του ΣτΕ είναι, νομίζω, πολύ σκοτεινότερο από ό,τι με μια πρώτη ματιά γίνεται αντιληπτό.
***
Ξαναγυρνώ στον Πουλαντζά. Και πιάνω τη παρουσίαση, που κάνει στοΦασισμός και Δικτατορία [1], της διαδικασίας εκφασισμού στην Ιταλία και τη Γερμανία του Μεσοπολέμου. Διαπιστώνω πως οι αναλογίες είναι χτυπητές. Όχι μόνο γιατί ο νεοναζισμός έχει πάρει μεγάλη φόρα ήδη. Κυρίως γιατί τα μηνύματα από τον «σκληρό πυρήνα» του κράτους είναι πάρα, μα πάρα πολύ ενδεικτικά.
Λέγεται πως η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται.
Ή λέγεται, ακόμη, πως η ιστορία επαναλαμβάνεται μόνο ως φάρσα. Δεν είμαι, πλέον, καθόλου βέβαιος.
Αν η φάρσα έχει μεσολαβήσει, τι αποκλείει να επανέλθει η τραγωδία; Τίποτε απολύτως, νομίζω.
[1] Ν. Πουλαντζάς, Φασισμός και Δικτατορία, Ολκός, 1974 (Θεμέλιο, 2006)
Πηγή: alterthess
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου