του Ντέιβιντ Στάκλερ και του Σάντζεϊ Μπασού
«Austerity kills. The Body Economic» είναι ο τίτλος της μελέτης του David Stuckler και του Sanjay Basu που κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες (εκδ.Allen Lane). Ο Στάκλερ (κορυφαίος ειδικός σε ζητήματα οικονομικών της υγείας, ερευνητής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης) και ο Μπασού (επιδημιολόγος, αναπληρωτής καθηγητής υγείας στο Στάνφορντ) μελέτησαν συστηματικά τις επιπτώσεις της λιτότητας στην Ευρώπη (σημαντικό μέρος της έρευνας καταλαμβάνει η Ελλάδα) και τη Βόρεια Αμερική, καταλήγουν στο εξής συμπέρασμα, το οποίο το τεκμηριώνουν πολλαπλώς και αποτυπώνεται και στον τίτλο του βιβλίου: «Η
λιτότητα σκοτώνει»· και κυριολεκτούν. Οι πολιτικές της λιτότητας (αυτές, και όχι η κρίση από μόνη της) οδηγούν σε σοβαρή αύξηση της θνησιμότητας, χωρίς μάλιστα να εξασφαλίζουν ένα καλύτερο οικονομικό και κοινωνικό μέλλον, βυθίζοντας τα κράτη και τις κοινωνίες τους σ’ έναν φαύλο κύκλο ύφεσης και ανασφάλειας. Αντίθετα, πολιτικές κοινωνικής προστασίας και πρόνοιας διαφυλάττουν τον πιο σημαντικό πλούτο κάθε χώρας, τους ανθρώπους της, οδηγώντας την οικονομία και την κοινωνία σε ανάκαμψη. Δημοσιεύουμε αποσπάσματα από το εισαγωγικό και το ακροτελεύτιο κεφάλαιο του βιβλίου, καθώς και από μια συνέντευξη του Στάκλερ στον Νάιτζελ Γουωρμπάρτον (στο www.socialsciencespace.com). Oι τίτλοι είναι των «Ενθεμάτων».
Ασφαλώς, οι οικονομικές πολιτικές δεν συνιστούν αυτές καθαυτές παθογόνα ή ιούς που προκαλούν άμεσα ασθένειες. Αποτελούν μάλλον «αίτια των αιτιών» μιας πάσχουσας υγείας — τους αποφασιστικούς παράγοντες που καθορίζουν ποιος εκτίθεται σε μεγαλύτερους κινδύνους. Οι οικονομικές ελίτ καθορίζουν ποιος είναι πιθανότερο να πέσει στον αλκοολισμό, να πάθει φυματίωση σε ένα κατάλυμα αστέγων ή να βυθιστεί στην κατάθλιψη. Μπορούν να επηρεάσουν όχι μόνο τους κινδύνους στους οποίους εκτίθεται κάποιος, αλλά και την προστασία του από αυτούς, καθορίζοντας ποιος είναι πιθανότερο να λάβει κοινωνική υποστήριξη, να διατηρήσει ένα κεραμίδι πάνω απ’ το κεφάλι του ή να επανακάμψει μετά από μια κακοτυχία στη ζωή.
Η μεγαλύτερη τραγωδία της λιτότητας δεν είναι ότι έχει πλήξει την οικονομία. Η μεγαλύτερη τραγωδία είναι ο ανώφελος ανθρώπινος πόνος που έχει προκαλέσει. Η Ολίβια, ο Δημήτρης, ο Μπράιαν, ο Βλάντιμιρ, η Ντιάνα και η Κάνια είναι μερικοί μόνο από τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων που έχουν πληγεί από τη λιτότητα. Δεν υπάρχει οικονομική ανάκαμψη ικανή να αντιστρέψει τη ζημιά που έχει γίνει στο σώμα και το μυαλό αυτών των ανθρώπων. Οι υποστηρικτές της λιτότητας υπόσχονται ότι ο βραχυπρόθεσμος πόνος οδηγεί σε μακροπρόθεσμο όφελος. Η υπόσχεση αυτή έχει επανειλημμένα αποδειχθεί λανθασμένη σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, τόσο στο παρελθόν όσο και σήμερα.
Η λιτότητα είναι μια επιλογή· μια επιλογή που δεν είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε.
Σε προηγούμενες κρίσεις, σε καιρούς πολύ δυσκολότερους από τους σημερινούς, οι άνθρωποι επέλεξαν να απαντήσουν στην ύφεση με προγράμματα όπως το New Deal του Ρούσβελτ. Το New Deal όχι μόνο απέτρεψε την καταστροφή της δημόσιας υγείας σε μια εξαιρετικά δύσκολη στιγμή, αλλά δημιούργησε και κάποια από τα πιο επιτυχημένα προγράμματα κοινωνικής προστασίας που επιβιώνουν μέχρι σήμερα, όπως τα κουπόνια επισιτισμού και η κοινωνική ασφάλεια. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το χρέος της Μ. Βρετανίας ήταν πάνω από το 400% του ΑΕΠ της. Ωστόσο, η Μ. Βρετανία δεν περιέκοψε τις δαπάνες του προϋπολογισμού της για να μειώσει τα ελλείμματα. Αντιθέτως, εξαπέλυσε επίθεση απέναντι στους «Πέντε Γίγαντες», όπως τους ονόμασε ο κοινωνικός μεταρρυθμιστής σερ Γουίλιαμ Μπέβεριτζ: Ένδεια, Αρρώστια, Άγνοια, Εξαθλίωση και Απραξία. Το 1948, παρόλο που η βρετανική οικονομία ήταν πεσμένη στο καναβάτσο, το Εργατικό Κόμμα προώθησε εξαιρετικά επιτυχημένα προγράμματα κοινωνικής προστασίας, συμπεριλαμβανομένης της Υπηρεσίας Εθνικής Υγείας, ξεπερνώντας έτσι την κρίση χρέους.
Σήμερα, η απάντηση στην οικονομική κρίση κινείται ως επί το πλείστον στους αντίποδες του New Deal. Υπάρχει εναλλακτική: η δημοκρατική επιλογή. Η Ισλανδία υπέφερε από τη χειρότερη τραπεζική κρίση της ιστορίας της και βρέθηκε αντιμέτωπη με ισχυρές πιέσεις να ακολουθήσει την προσταγές της λιτότητας. Όμως, αφού οι άνθρωποι κατέβηκαν στους δρόμους και διαδήλωσαν, οι πολιτικοί της χώρας αποφάσισαν να ακολουθήσουν τον ριζοσπαστικό δρόμο. Άφησαν τον κόσμο να αποφασίσει –δημοκρατικά– αν θα έπινε το πικρό ποτήρι της λιτότητας πληρώνοντας την απληστία των τραπεζιτών. Το ηχηρό «Όχι» που ακούστηκε σε όλο τον κόσμο ήταν αμφιλεγόμενο, αλλά η ιστορία δικαίωσε την επιλογή του ισλανδικού λαού. Η οικονομία της Ισλανδίας είναι πια ισχυρότερη από πριν και, παρά την ύφεση, η δημόσια υγεία βελτιώθηκε. Παρομοίως, οι διαδηλώσεις του Ford Hunger March στη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, όπως και η εξέγερση στη Μαλαισία κατά την Ασιατική Οικονομική Κρίση ήταν ένα κάλεσμα στις αντίστοιχες κυβερνήσεις να δράσουν ενάντια στη λιτότητα. Αυτό που ξεκίνησε ως προσπάθεια ενός μικρού αριθμού πολιτών εξελίχθηκε σε ένα κοινωνικό κίνημα, επιτρέποντας, τελικά, στους ανθρώπους να ξαναπάρουν στα χέρια τους τον έλεγχο της οικονομίας από τους τραπεζίτες και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Κατάφεραν να μεταμορφώσουν το μέλλον των χωρών τους. Ποτέ μην αμφισβητείτε την ικανότητα των πολιτών να πετύχουν πολλά όταν οργανώνονται.
Αν επιλέξουμε τον αληθινά δημοκρατικό δρόμο, το πρώτο βήμα είναι να αναγνωρίσουμε τις πολιτικές εκείνες που στηρίζονται σε αποδείξεις και τεκμήρια. Με τόσο σημαντικά διακυβεύματα, δεν μπορούμε να βασίζουμε τις αποφάσεις μας μόνο στις ιδεολογίες και τα πιστεύω. Όπως είχε πει ο μαθηματικός Γ. Ντέμινγκ: «Πιστεύουμε εις έναν Θεό· όλοι οι άλλοι πρέπει να προσκομίσουν αποδείξεις». Τελικά, η λιτότητα έχει αποτύχει επειδή δεν μπορεί να υποστηριχθεί από την απλή λογική ή τα δεδομένα. Είναι ένα οικονομικό ιδεολόγημα. Πηγάζει από την πεποίθηση ότι το μικρό κράτος και η ελεύθερη αγορά είναι πάντα καλύτερα από την κρατική παρέμβαση. Πρόκειται για έναν κοινωνικά κατασκευασμένο μύθο. Για να σπάσει ο φαύλος κύκλος των ριζοσπαστικών προγραμμάτων λιτότητας χρειαζόμαστε ένα νέο New Deal. Για να πετύχει κάτι τέτοιο, πρέπει να ακολουθήσει τρεις βασικές αρχές.
Πρώτα απ’ όλα, μην προξενείς κακό
Αυτός είναι ο αρχαίος υπέρτατος νόμος της ιατρικής. Το μάντρα αυτό των γιατρών πρέπει να είναι γενική απαίτηση όσον αφορά κοινωνικές και οικονομικές πολιτικές, στο μέτρο που οι τελευταίες προκαλούν παράπλευρες απώλειες στην υγεία και την ασθένεια. Για να λειτουργήσουν οι δημοκρατίες, πρέπει να υπάρχει πλήρης γνώση όλων των συνεπειών που μπορεί να έχουν οι πολιτικές επιλογές στην υγεία των πολιτών. Πρέπει να αξιολογούμε τις δημόσιες πολιτικές με την ίδια σχολαστικότητα με την οποία αξιολογούμε τις νέες φαρμακευτικές αγωγές και τις ιατρικές συσκευές. Μόνο τότε μπορούμε να είμαστε ενημερωμένοι επαρκώς για να πάρουμε αποφάσεις και να κάνουμε συμβιβασμούς: Θα προτιμούσατε να ρίξουμε το έλλειμμα του προϋπολογισμού κατά 0,3% ή να γλιτώσουμε από τον θάνατο 2.000 αμερικανούς πολίτες;
Για να εξασφαλίσουμε ότι οι επιπτώσεις στην υγεία λαμβάνονται υπόψη στις εφαρμοζόμενες πολιτικές, πρέπει να συγκροτήσουμε μηχανισμούς ελέγχου της δημόσιας υγείας. Σε ομοσπονδιακό επίπεδο, πρέπει να υπάρξει μια Διεύθυνση Υγειονομικής Ευθύνης. Ανάλογες κρατικές υπηρεσίες θα υπάρχουν σε όλα τα επίπεδα, παρόμοιες με τις υπηρεσίες που προστατεύουν τη δημόσια υγεία από επικίνδυνα προϊόντα και φάρμακα. Η Διεύθυνση Υγειονομικής Ευθύνης θα αναλύει τα κυβερνητικά προγράμματα και θα ενημερώνει τους πολίτες για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχουν στη δημόσια υγεία οι διάφορες πολιτικές.
Δεύτερον, βοήθησε τους ανθρώπους να ξαναβρούν δουλειά
Σε δύσκολους καιρούς, το να έχεις μια σταθερή δουλειά είναι συχνά το καλύτερο γιατρικό. Η ανεργία και ο φόβος της ανεργίας συγκαταλέγονται στους σημαντικότερους παράγοντες που οδηγούν σε προβλήματα υγείας. Οι δείκτες του χρηματιστηρίου μπορεί να μοιάζουν και πάλι αισιόδοξοι, ωστόσο η ανεργία είναι πολύ υψηλή για να μιλάμε για μια πραγματικά δημοκρατική αποκατάσταση, που σημαίνει αποκατάσταση για όλους, όχι μόνο για λίγους.
Τρίτον, επένδυσε στη δημόσια υγεία
Σε μια περίοδο όπου οι πολίτες πλήττονται από την ύφεση, οι πολιτικοί πρέπει να τους προστατέψουν απ’ τους κινδύνους της ανεργίας και της φτώχειας. Πρέπει να ψηφιστούν νόμοι που παρέχουν περίθαλψη βασιζόμενη στις υγειονομικές ανάγκες και όχι στην ικανότητα πληρωμής. Η προσέγγιση αυτή θα προλάμβανε πολλές δαπανηρές νοσηλείες που προκαλούνται από την καθυστερημένη περίθαλψη. Μια ύφεση μπορεί να πλήττει των τσέπη των πολιτών, κανείς όμως δεν πρέπει να χάνει την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη εξαιτίας της. Ως πολίτες πρέπει να πιέσουμε τις κυβερνήσεις να πάρουν αποφάσεις που οχυρώνουν την δημόσια υγεία.
Είναι πολύ εύκολο να υποτιμήσει κανείς τη σπουδαιότητα των προγραμμάτων πρόληψης μέχρι να είναι πια πολύ αργά. Τα Αμερικανικά Κέντρα για τον Έλεγχο και την Πρόληψη Νοσημάτων και τα αντίστοιχα κέντρα στην Ευρώπη προστατεύουν τις κοινότητές μας από ποικίλες επιδημίες όπως τα τροφιμογενή νοσήματα και η φυματίωση· και το κάνουν αθόρυβα και χωρίς φανφάρες. Το πρόγραμμα για την εγκεφαλίτιδα στην Καλιφόρνια βοήθησε σημαντικά το Μπέικερσφιλντ να ελέγξει την επιδημία του Ιού του Δυτικού Νείλου. Ωστόσο, μετά τη δεύτερη έξαρση το 2012, οι περικοπές που είχαν γίνει άφησαν την πόλη σχεδόν αβοήθητη.
Η απόλυτη πηγή πλούτου κάθε κοινωνίας είναι οι άνθρωποί της. Η επένδυση στην υγεία τους αποτελεί μια σοφή επιλογή στις καλές εποχές και μια επείγουσα αναγκαιότητα στις κακές.
***
Μπορούμε να δίνουμε λεφτά για προγράμματα κοινωνικής προστασίας (υγειονομική περίθαλψη, προγράμματα ψυχικής υγείας, συσσίτια και στεγαστικά προγράμματα) την ώρα που αντιμετωπίζουμε μια τεράστια κρίση χρέους ως κράτος; Τα αποτελέσματα της έρευνάς μας δείχνουν πως μια γενναία χρηματοδότηση σε συγκεκριμένους τομείς δημόσιας υγείας στην πραγματικότητα βοηθάει στη μείωση του χρέους, πυροδοτώντας μια νέα ανάπτυξη της οικονομίας. Κάθε ένα δολάριο που επενδύεται σε τέτοια προγράμματα γυρίζει πίσω στο πολλαπλάσιο, καθώς αποδίδει τρία δολάρια σε οικονομική ανάπτυξη, χρήματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην αποπληρωμή του χρέους.
Αντίθετα, οι χώρες που συμμετέχουν σε απότομες βραχυπρόθεσμες περικοπές καταλήγουν σε μακροπρόθεσμη οικονομική ύφεση. Όταν μια κυβέρνηση πραγματοποιεί περικοπές κατά τη διάρκεια της ύφεσης, μειώνει δραστικά τη ζήτηση σε μια περίοδο που αυτή βρίσκεται ήδη σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Οι άνθρωποι ξοδεύουν λιγότερα και οι επιχειρήσεις υποφέρουν, μια πρακτική που οδηγεί τελικά σε περισσότερες απολύσεις, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο όλο και λιγότερης ζήτησης, όλο και περισσότερης ανεργίας. Με έναν ειρωνικό τρόπο, η λιτότητα έχει τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά για τα οποία επιβάλλεται: αντί να μειώνει το χρέος επιβραδύνει ακόμη περισσότερο την οικονομία. Έτσι, χωρίς την τόνωση της ανάπτυξης, το χρέος μακροπρόθεσμα επιδεινώνεται.
μετάφραση: Μάνος Αυγερίδης
λιτότητα σκοτώνει»· και κυριολεκτούν. Οι πολιτικές της λιτότητας (αυτές, και όχι η κρίση από μόνη της) οδηγούν σε σοβαρή αύξηση της θνησιμότητας, χωρίς μάλιστα να εξασφαλίζουν ένα καλύτερο οικονομικό και κοινωνικό μέλλον, βυθίζοντας τα κράτη και τις κοινωνίες τους σ’ έναν φαύλο κύκλο ύφεσης και ανασφάλειας. Αντίθετα, πολιτικές κοινωνικής προστασίας και πρόνοιας διαφυλάττουν τον πιο σημαντικό πλούτο κάθε χώρας, τους ανθρώπους της, οδηγώντας την οικονομία και την κοινωνία σε ανάκαμψη. Δημοσιεύουμε αποσπάσματα από το εισαγωγικό και το ακροτελεύτιο κεφάλαιο του βιβλίου, καθώς και από μια συνέντευξη του Στάκλερ στον Νάιτζελ Γουωρμπάρτον (στο www.socialsciencespace.com). Oι τίτλοι είναι των «Ενθεμάτων».
ΕΝΘΕΜΑΤΑ
Η μεγαλύτερη τραγωδία της λιτότητας δεν είναι ότι έχει πλήξει την οικονομία. Η μεγαλύτερη τραγωδία είναι ο ανώφελος ανθρώπινος πόνος που έχει προκαλέσει. Η Ολίβια, ο Δημήτρης, ο Μπράιαν, ο Βλάντιμιρ, η Ντιάνα και η Κάνια είναι μερικοί μόνο από τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων που έχουν πληγεί από τη λιτότητα. Δεν υπάρχει οικονομική ανάκαμψη ικανή να αντιστρέψει τη ζημιά που έχει γίνει στο σώμα και το μυαλό αυτών των ανθρώπων. Οι υποστηρικτές της λιτότητας υπόσχονται ότι ο βραχυπρόθεσμος πόνος οδηγεί σε μακροπρόθεσμο όφελος. Η υπόσχεση αυτή έχει επανειλημμένα αποδειχθεί λανθασμένη σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, τόσο στο παρελθόν όσο και σήμερα.
Η λιτότητα είναι μια επιλογή· μια επιλογή που δεν είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε.
Σε προηγούμενες κρίσεις, σε καιρούς πολύ δυσκολότερους από τους σημερινούς, οι άνθρωποι επέλεξαν να απαντήσουν στην ύφεση με προγράμματα όπως το New Deal του Ρούσβελτ. Το New Deal όχι μόνο απέτρεψε την καταστροφή της δημόσιας υγείας σε μια εξαιρετικά δύσκολη στιγμή, αλλά δημιούργησε και κάποια από τα πιο επιτυχημένα προγράμματα κοινωνικής προστασίας που επιβιώνουν μέχρι σήμερα, όπως τα κουπόνια επισιτισμού και η κοινωνική ασφάλεια. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το χρέος της Μ. Βρετανίας ήταν πάνω από το 400% του ΑΕΠ της. Ωστόσο, η Μ. Βρετανία δεν περιέκοψε τις δαπάνες του προϋπολογισμού της για να μειώσει τα ελλείμματα. Αντιθέτως, εξαπέλυσε επίθεση απέναντι στους «Πέντε Γίγαντες», όπως τους ονόμασε ο κοινωνικός μεταρρυθμιστής σερ Γουίλιαμ Μπέβεριτζ: Ένδεια, Αρρώστια, Άγνοια, Εξαθλίωση και Απραξία. Το 1948, παρόλο που η βρετανική οικονομία ήταν πεσμένη στο καναβάτσο, το Εργατικό Κόμμα προώθησε εξαιρετικά επιτυχημένα προγράμματα κοινωνικής προστασίας, συμπεριλαμβανομένης της Υπηρεσίας Εθνικής Υγείας, ξεπερνώντας έτσι την κρίση χρέους.
Σήμερα, η απάντηση στην οικονομική κρίση κινείται ως επί το πλείστον στους αντίποδες του New Deal. Υπάρχει εναλλακτική: η δημοκρατική επιλογή. Η Ισλανδία υπέφερε από τη χειρότερη τραπεζική κρίση της ιστορίας της και βρέθηκε αντιμέτωπη με ισχυρές πιέσεις να ακολουθήσει την προσταγές της λιτότητας. Όμως, αφού οι άνθρωποι κατέβηκαν στους δρόμους και διαδήλωσαν, οι πολιτικοί της χώρας αποφάσισαν να ακολουθήσουν τον ριζοσπαστικό δρόμο. Άφησαν τον κόσμο να αποφασίσει –δημοκρατικά– αν θα έπινε το πικρό ποτήρι της λιτότητας πληρώνοντας την απληστία των τραπεζιτών. Το ηχηρό «Όχι» που ακούστηκε σε όλο τον κόσμο ήταν αμφιλεγόμενο, αλλά η ιστορία δικαίωσε την επιλογή του ισλανδικού λαού. Η οικονομία της Ισλανδίας είναι πια ισχυρότερη από πριν και, παρά την ύφεση, η δημόσια υγεία βελτιώθηκε. Παρομοίως, οι διαδηλώσεις του Ford Hunger March στη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, όπως και η εξέγερση στη Μαλαισία κατά την Ασιατική Οικονομική Κρίση ήταν ένα κάλεσμα στις αντίστοιχες κυβερνήσεις να δράσουν ενάντια στη λιτότητα. Αυτό που ξεκίνησε ως προσπάθεια ενός μικρού αριθμού πολιτών εξελίχθηκε σε ένα κοινωνικό κίνημα, επιτρέποντας, τελικά, στους ανθρώπους να ξαναπάρουν στα χέρια τους τον έλεγχο της οικονομίας από τους τραπεζίτες και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Κατάφεραν να μεταμορφώσουν το μέλλον των χωρών τους. Ποτέ μην αμφισβητείτε την ικανότητα των πολιτών να πετύχουν πολλά όταν οργανώνονται.
Αν επιλέξουμε τον αληθινά δημοκρατικό δρόμο, το πρώτο βήμα είναι να αναγνωρίσουμε τις πολιτικές εκείνες που στηρίζονται σε αποδείξεις και τεκμήρια. Με τόσο σημαντικά διακυβεύματα, δεν μπορούμε να βασίζουμε τις αποφάσεις μας μόνο στις ιδεολογίες και τα πιστεύω. Όπως είχε πει ο μαθηματικός Γ. Ντέμινγκ: «Πιστεύουμε εις έναν Θεό· όλοι οι άλλοι πρέπει να προσκομίσουν αποδείξεις». Τελικά, η λιτότητα έχει αποτύχει επειδή δεν μπορεί να υποστηριχθεί από την απλή λογική ή τα δεδομένα. Είναι ένα οικονομικό ιδεολόγημα. Πηγάζει από την πεποίθηση ότι το μικρό κράτος και η ελεύθερη αγορά είναι πάντα καλύτερα από την κρατική παρέμβαση. Πρόκειται για έναν κοινωνικά κατασκευασμένο μύθο. Για να σπάσει ο φαύλος κύκλος των ριζοσπαστικών προγραμμάτων λιτότητας χρειαζόμαστε ένα νέο New Deal. Για να πετύχει κάτι τέτοιο, πρέπει να ακολουθήσει τρεις βασικές αρχές.
Πρώτα απ’ όλα, μην προξενείς κακό
Αυτός είναι ο αρχαίος υπέρτατος νόμος της ιατρικής. Το μάντρα αυτό των γιατρών πρέπει να είναι γενική απαίτηση όσον αφορά κοινωνικές και οικονομικές πολιτικές, στο μέτρο που οι τελευταίες προκαλούν παράπλευρες απώλειες στην υγεία και την ασθένεια. Για να λειτουργήσουν οι δημοκρατίες, πρέπει να υπάρχει πλήρης γνώση όλων των συνεπειών που μπορεί να έχουν οι πολιτικές επιλογές στην υγεία των πολιτών. Πρέπει να αξιολογούμε τις δημόσιες πολιτικές με την ίδια σχολαστικότητα με την οποία αξιολογούμε τις νέες φαρμακευτικές αγωγές και τις ιατρικές συσκευές. Μόνο τότε μπορούμε να είμαστε ενημερωμένοι επαρκώς για να πάρουμε αποφάσεις και να κάνουμε συμβιβασμούς: Θα προτιμούσατε να ρίξουμε το έλλειμμα του προϋπολογισμού κατά 0,3% ή να γλιτώσουμε από τον θάνατο 2.000 αμερικανούς πολίτες;
Για να εξασφαλίσουμε ότι οι επιπτώσεις στην υγεία λαμβάνονται υπόψη στις εφαρμοζόμενες πολιτικές, πρέπει να συγκροτήσουμε μηχανισμούς ελέγχου της δημόσιας υγείας. Σε ομοσπονδιακό επίπεδο, πρέπει να υπάρξει μια Διεύθυνση Υγειονομικής Ευθύνης. Ανάλογες κρατικές υπηρεσίες θα υπάρχουν σε όλα τα επίπεδα, παρόμοιες με τις υπηρεσίες που προστατεύουν τη δημόσια υγεία από επικίνδυνα προϊόντα και φάρμακα. Η Διεύθυνση Υγειονομικής Ευθύνης θα αναλύει τα κυβερνητικά προγράμματα και θα ενημερώνει τους πολίτες για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχουν στη δημόσια υγεία οι διάφορες πολιτικές.
Δεύτερον, βοήθησε τους ανθρώπους να ξαναβρούν δουλειά
Σε δύσκολους καιρούς, το να έχεις μια σταθερή δουλειά είναι συχνά το καλύτερο γιατρικό. Η ανεργία και ο φόβος της ανεργίας συγκαταλέγονται στους σημαντικότερους παράγοντες που οδηγούν σε προβλήματα υγείας. Οι δείκτες του χρηματιστηρίου μπορεί να μοιάζουν και πάλι αισιόδοξοι, ωστόσο η ανεργία είναι πολύ υψηλή για να μιλάμε για μια πραγματικά δημοκρατική αποκατάσταση, που σημαίνει αποκατάσταση για όλους, όχι μόνο για λίγους.
Τρίτον, επένδυσε στη δημόσια υγεία
Σε μια περίοδο όπου οι πολίτες πλήττονται από την ύφεση, οι πολιτικοί πρέπει να τους προστατέψουν απ’ τους κινδύνους της ανεργίας και της φτώχειας. Πρέπει να ψηφιστούν νόμοι που παρέχουν περίθαλψη βασιζόμενη στις υγειονομικές ανάγκες και όχι στην ικανότητα πληρωμής. Η προσέγγιση αυτή θα προλάμβανε πολλές δαπανηρές νοσηλείες που προκαλούνται από την καθυστερημένη περίθαλψη. Μια ύφεση μπορεί να πλήττει των τσέπη των πολιτών, κανείς όμως δεν πρέπει να χάνει την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη εξαιτίας της. Ως πολίτες πρέπει να πιέσουμε τις κυβερνήσεις να πάρουν αποφάσεις που οχυρώνουν την δημόσια υγεία.
Είναι πολύ εύκολο να υποτιμήσει κανείς τη σπουδαιότητα των προγραμμάτων πρόληψης μέχρι να είναι πια πολύ αργά. Τα Αμερικανικά Κέντρα για τον Έλεγχο και την Πρόληψη Νοσημάτων και τα αντίστοιχα κέντρα στην Ευρώπη προστατεύουν τις κοινότητές μας από ποικίλες επιδημίες όπως τα τροφιμογενή νοσήματα και η φυματίωση· και το κάνουν αθόρυβα και χωρίς φανφάρες. Το πρόγραμμα για την εγκεφαλίτιδα στην Καλιφόρνια βοήθησε σημαντικά το Μπέικερσφιλντ να ελέγξει την επιδημία του Ιού του Δυτικού Νείλου. Ωστόσο, μετά τη δεύτερη έξαρση το 2012, οι περικοπές που είχαν γίνει άφησαν την πόλη σχεδόν αβοήθητη.
Η απόλυτη πηγή πλούτου κάθε κοινωνίας είναι οι άνθρωποί της. Η επένδυση στην υγεία τους αποτελεί μια σοφή επιλογή στις καλές εποχές και μια επείγουσα αναγκαιότητα στις κακές.
***
Μπορούμε να δίνουμε λεφτά για προγράμματα κοινωνικής προστασίας (υγειονομική περίθαλψη, προγράμματα ψυχικής υγείας, συσσίτια και στεγαστικά προγράμματα) την ώρα που αντιμετωπίζουμε μια τεράστια κρίση χρέους ως κράτος; Τα αποτελέσματα της έρευνάς μας δείχνουν πως μια γενναία χρηματοδότηση σε συγκεκριμένους τομείς δημόσιας υγείας στην πραγματικότητα βοηθάει στη μείωση του χρέους, πυροδοτώντας μια νέα ανάπτυξη της οικονομίας. Κάθε ένα δολάριο που επενδύεται σε τέτοια προγράμματα γυρίζει πίσω στο πολλαπλάσιο, καθώς αποδίδει τρία δολάρια σε οικονομική ανάπτυξη, χρήματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην αποπληρωμή του χρέους.
Αντίθετα, οι χώρες που συμμετέχουν σε απότομες βραχυπρόθεσμες περικοπές καταλήγουν σε μακροπρόθεσμη οικονομική ύφεση. Όταν μια κυβέρνηση πραγματοποιεί περικοπές κατά τη διάρκεια της ύφεσης, μειώνει δραστικά τη ζήτηση σε μια περίοδο που αυτή βρίσκεται ήδη σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Οι άνθρωποι ξοδεύουν λιγότερα και οι επιχειρήσεις υποφέρουν, μια πρακτική που οδηγεί τελικά σε περισσότερες απολύσεις, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο όλο και λιγότερης ζήτησης, όλο και περισσότερης ανεργίας. Με έναν ειρωνικό τρόπο, η λιτότητα έχει τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά για τα οποία επιβάλλεται: αντί να μειώνει το χρέος επιβραδύνει ακόμη περισσότερο την οικονομία. Έτσι, χωρίς την τόνωση της ανάπτυξης, το χρέος μακροπρόθεσμα επιδεινώνεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου