Πρόσφατα (Οκτώβριος 2013), το Κοινοβούλιο της Ολλανδίας ενέκρινε ένα εκτεταµένο πρόγραµµα ιδιωτικοποιήσεων. Από το πρόγραµµα εξαιρέθηκε το δίκτυο µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας, γιατί όπως εξήγησε σε επιστολή του προς τους βουλευτές ο Υπουργός Οικονοµικών και επικεφαλής του Eurogroup, Γερούν Ντάισελµπλουµ, “το δίκτυο µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας εξαιρείται από το πρόγραµµα ιδιωτικοποιήσεων γιατί θεωρείται στρατηγικής σηµασίας για την ανάπτυξη της χώρας” [1].
Του Αλέξη Χαρίτση
Αυτό που αναγνωρίζει ακόµα και ο θεσµικότερος των ευρωπαίων νεοφιλελεύθερων Ντάισεµπλουµ, τη στρατηγική δηλαδή σηµασία των δικτύων και την ανάγκη διατήρησης του δηµόσιου ελέγχου τους, φαίνεται να αποτελεί “ψιλά γράµµατα” για τους εγχώριους µαθητευόµενους µάγους του νεοφιλελευθερισµού. Αναιρώντας τις ίδιες τις προγραµµατικές δεσµεύσεις της [2], η κυβέρνηση Σαµαρά προχωρά στην εκποίηση του 66% του διαχειριστή του δικτύου µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας (ΑΔΜΗΕ). Κατά τη συνήθη αυταρχική πρακτική της κυβέρνησης µάλιστα, η σχετική κοινοβουλευτική διαδικασία πραγµατοποιείται µε διαδικασίες εξπρές, χωρίς καµία ουσιαστική συζήτηση µε τους εµπλεκόµενους φορείς και την κοινωνία.
Από την άλλη πλευρά, η επιχειρούµενη ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ λειτουργεί ως στοιχείο συσπείρωσης για τον κατακερµατισµένο συνδικαλιστικό χώρο στη ΔΕΗ που υπερβαίνοντας χρόνιες παθογένειες και οργανωτικές αδυναµίες καταφέρνει να συγκροτήσει ενιαίο µέτωπο κατά της κυβέρνησης. Σε πολιτικό επίπεδο, ο ΣΥΡΙΖΑ σωστά επιλέγει να µετατρέψει την κοινοβουλευτική αυτή αντιπαράθεση σε κεντρική πολιτική µάχη.
Πολλά σηµαντικά σηµεία σχετικά µε την ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ (ευτελές αντίτιµο πώλησης, προποµπός ιδιωτικοποίησης ΔΕΗ, επιδείνωση εργασιακών σχέσεων) έχουν ήδη επισηµανθεί στη δηµόσια συζήτηση και δεν χρειάζεται να τα επαναλάβουµε εδώ. Αυτό που πρέπει εµφατικά όµως να τονιστεί είναι ότι η εκχώρηση του ΑΔΜΗΕ δεν είναι µια ιδιωτικοποίηση όπως όλες οι άλλες. Χωρίς βεβαίως να υποτιµούµε τη σηµασία άλλων δηµόσιων υποδοµών, επιχειρήσεων και οργανισµών που εκποιούνται από τις µνηµονιακές κυβερνήσεις, το δίκτυο µεταφοράς έχει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που το καθιστούν υποδοµή στρατηγικής σηµασίας σε ενεργειακό, οικονοµικό, κοινωνικό, περιβαλλοντικό, ακόµα και γεωστρατηγικό επίπεδο.
Η τεχνική υποδοµή του ΑΔΜΗΕ περιλαµβάνει γραµµές µεταφοράς, κέντρα υπερυψηλής τάσης, υποσταθµούς, υποβρύχιες γραµµές διασύνδεσης νησιών, κέντρα ελέγχου. Πρόκειται δηλαδή για πανάκριβες, τεχνικά πολύπλοκες υποδοµές που έχουν κατασκευασθεί σε βάθος δεκαετιών µε την τεχνογνωσία των εργαζοµένων της ΔΕΗ και του ΑΔΜΗΕ και κεφάλαια των πολιτών.
Οι αντίστοιχες εκτάσεις γης, που διατρέχουν το σύνολο της ηπειρωτικής επικράτειας και αποτελούν δηµόσια περιουσία, µε την ιδιωτικοποίηση θα παραχωρηθούν στον ιδιώτη επενδυτή, γεγονός που αλλάζει τα δεδοµένα χωροταξικής πολιτικής και ιδιοκτησίας της γης σε ολόκληρη τη χώρα.
Το σύστηµα µεταφοράς εκτείνεται σε όλη την επικράτεια και αποτελεί το εργαλείο άσκησης εθνικής ενεργειακής πολιτικής, το κατεξοχήν εργαλείο ελέγχου στα ζητήµατα λειτουργίας και αγοράς της ηλεκτρικής ενέργειας. Το κίνητρο για οποιονδήποτε ιδιώτη επενδυτή για την εξαγορά του ΑΔΜΗΕ δεν είναι το κέρδος που θα αποκοµίσει από το δίκτυο καθ’αυτό αλλά η κεντρική θέση που θα αποκτήσει στην αγορά ηλεκ. ενέργειας και η δυνατότητα που αποκτά να έχει σηµαίνοντα ρόλο στην εσωτερική καθηµερινή λειτουργία του συστήµατος.
Σύµφωνα µάλιστα µε τις προβλέψεις του Τρίτου Πακέτου νοµοθετικών παρεµβάσεων της Ε.Ε. [3] για τη δηµιουργία ενιαίας, πλήρως απελευθερωµένης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι προκλήσεις για κάθε εθνικό ενεργειακό σύστηµα γίνονται ακόµα υψηλότερες. Τα εθνικά ηλεκτρικά συστήµατα εντάσσονται σε περιφερειακές ζώνες µε τους διαχειριστές δικτύων να υπερβαίνουν τα όρια της χώρας τους και να εµπλέκονται στη διαχείριση µιας διακρατικής, περιφερειακής αγοράς ενέργειας. Η εκπροσώπηση του ελληνικού ενεργειακού συστήµατος στην Ευρωπαϊκή αγορά από έναν ιδιώτη επενδυτή θα υποβαθµίσει την εξυπηρέτηση των στόχων ενός εθνικού ενεργειακού σχεδιασµού και τον ρόλο του δηµοσίου σε αυτόν. Βεβαίως, για ενεργειακή δηµοκρατία, εµπλοκή των τοπικών κοινωνιών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και για αντιµετώπιση της ενέργειας ως κοινωνικό αγαθό, ούτε λόγος δεν θα µπορεί να γίνει πλέον…
Ιστορικά, ο τρόπος σχεδιασµού και ανάπτυξης του δίκτυο µεταφοράς αποτέλεσε για δεκαετίες βασικό πυλώνα του παραγωγικού υποδείγµατος της χώρας. Η επέκταση του ηλεκτρικού συστήµατος, η δυνατότητα φτηνής πρόσβασης σε αυτό από νοικοκυριά και επιχειρήσεις, η απρόσκοπτη λειτουργία του συστήµατος, αποτέλεσαν σε µεγάλο βαθµό επίτευγµα του δηµόσιου δικτύου µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Κατ’ αναλογία, η µετάβαση σε ένα νέο ενεργειακό µοντέλο σταδιακής απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιµα, προώθησης της αποκεντρωµένης, κατανεµηµένης ηλεκτροπαραγωγής, ενίσχυσης των ανανεώσιµων πηγών, ανάπτυξης ευφυών δικτύων και διασύνδεσης, όπου χρειάζεται και είναι εφικτό, των νησιωτικών περιοχών µε το ηπειρωτικό σύστηµα, θα βασιστεί και πάλι στο δίκτυο µεταφοράς, διατηρώντας, ενισχύοντας και µετασχηµατίζοντας σταδιακά το υπάρχον.
Αν τα παραπάνω είναι σωστά, ο αγώνας που δίνεται σήµερα από όλους όσοι αντιτίθενται στην ιδιωτικοποίηση του δικτύου (συνδικαλιστικοί φορείς, αριστερά, τοπικά κινήµατα, κινήσεις καταναλωτών και περιβαλλοντικές οργανώσεις) δεν µπορεί να είναι αµυντικός, αλλά πρέπει να αποκτάει σαφές προωθητικό περιεχόµενο. Για εµάς, η υπεράσπιση της δηµόσιας ιδιοκτησίας και η διεκδίκηση ουσιαστικού κοινωνικού ελέγχου του δικτύου µεταφοράς δεν είναι µια µάχη οπισθοφυλακής για την υπεράσπιση του υπάρχοντος µοντέλου, αλλά αποτελεί αναγκαία συνθήκη για την υλοποίηση του αναπτυξιακού σχεδίου για τον κοινωνικο-οικολογικό µετασχηµατισµό.
1. http://www.snam.it
2. Δηλώσεις κυβερνητικού εκπροσώπου Σ. Κεδίκογλου, 18/10/2012
3. http://ec.europa.eu/energy/gas_electricity
Πηγή: Οικοτριβές
Του Αλέξη Χαρίτση
Αυτό που αναγνωρίζει ακόµα και ο θεσµικότερος των ευρωπαίων νεοφιλελεύθερων Ντάισεµπλουµ, τη στρατηγική δηλαδή σηµασία των δικτύων και την ανάγκη διατήρησης του δηµόσιου ελέγχου τους, φαίνεται να αποτελεί “ψιλά γράµµατα” για τους εγχώριους µαθητευόµενους µάγους του νεοφιλελευθερισµού. Αναιρώντας τις ίδιες τις προγραµµατικές δεσµεύσεις της [2], η κυβέρνηση Σαµαρά προχωρά στην εκποίηση του 66% του διαχειριστή του δικτύου µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας (ΑΔΜΗΕ). Κατά τη συνήθη αυταρχική πρακτική της κυβέρνησης µάλιστα, η σχετική κοινοβουλευτική διαδικασία πραγµατοποιείται µε διαδικασίες εξπρές, χωρίς καµία ουσιαστική συζήτηση µε τους εµπλεκόµενους φορείς και την κοινωνία.
Από την άλλη πλευρά, η επιχειρούµενη ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ λειτουργεί ως στοιχείο συσπείρωσης για τον κατακερµατισµένο συνδικαλιστικό χώρο στη ΔΕΗ που υπερβαίνοντας χρόνιες παθογένειες και οργανωτικές αδυναµίες καταφέρνει να συγκροτήσει ενιαίο µέτωπο κατά της κυβέρνησης. Σε πολιτικό επίπεδο, ο ΣΥΡΙΖΑ σωστά επιλέγει να µετατρέψει την κοινοβουλευτική αυτή αντιπαράθεση σε κεντρική πολιτική µάχη.
Πολλά σηµαντικά σηµεία σχετικά µε την ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ (ευτελές αντίτιµο πώλησης, προποµπός ιδιωτικοποίησης ΔΕΗ, επιδείνωση εργασιακών σχέσεων) έχουν ήδη επισηµανθεί στη δηµόσια συζήτηση και δεν χρειάζεται να τα επαναλάβουµε εδώ. Αυτό που πρέπει εµφατικά όµως να τονιστεί είναι ότι η εκχώρηση του ΑΔΜΗΕ δεν είναι µια ιδιωτικοποίηση όπως όλες οι άλλες. Χωρίς βεβαίως να υποτιµούµε τη σηµασία άλλων δηµόσιων υποδοµών, επιχειρήσεων και οργανισµών που εκποιούνται από τις µνηµονιακές κυβερνήσεις, το δίκτυο µεταφοράς έχει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που το καθιστούν υποδοµή στρατηγικής σηµασίας σε ενεργειακό, οικονοµικό, κοινωνικό, περιβαλλοντικό, ακόµα και γεωστρατηγικό επίπεδο.
Η τεχνική υποδοµή του ΑΔΜΗΕ περιλαµβάνει γραµµές µεταφοράς, κέντρα υπερυψηλής τάσης, υποσταθµούς, υποβρύχιες γραµµές διασύνδεσης νησιών, κέντρα ελέγχου. Πρόκειται δηλαδή για πανάκριβες, τεχνικά πολύπλοκες υποδοµές που έχουν κατασκευασθεί σε βάθος δεκαετιών µε την τεχνογνωσία των εργαζοµένων της ΔΕΗ και του ΑΔΜΗΕ και κεφάλαια των πολιτών.
Οι αντίστοιχες εκτάσεις γης, που διατρέχουν το σύνολο της ηπειρωτικής επικράτειας και αποτελούν δηµόσια περιουσία, µε την ιδιωτικοποίηση θα παραχωρηθούν στον ιδιώτη επενδυτή, γεγονός που αλλάζει τα δεδοµένα χωροταξικής πολιτικής και ιδιοκτησίας της γης σε ολόκληρη τη χώρα.
Το σύστηµα µεταφοράς εκτείνεται σε όλη την επικράτεια και αποτελεί το εργαλείο άσκησης εθνικής ενεργειακής πολιτικής, το κατεξοχήν εργαλείο ελέγχου στα ζητήµατα λειτουργίας και αγοράς της ηλεκτρικής ενέργειας. Το κίνητρο για οποιονδήποτε ιδιώτη επενδυτή για την εξαγορά του ΑΔΜΗΕ δεν είναι το κέρδος που θα αποκοµίσει από το δίκτυο καθ’αυτό αλλά η κεντρική θέση που θα αποκτήσει στην αγορά ηλεκ. ενέργειας και η δυνατότητα που αποκτά να έχει σηµαίνοντα ρόλο στην εσωτερική καθηµερινή λειτουργία του συστήµατος.
Σύµφωνα µάλιστα µε τις προβλέψεις του Τρίτου Πακέτου νοµοθετικών παρεµβάσεων της Ε.Ε. [3] για τη δηµιουργία ενιαίας, πλήρως απελευθερωµένης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι προκλήσεις για κάθε εθνικό ενεργειακό σύστηµα γίνονται ακόµα υψηλότερες. Τα εθνικά ηλεκτρικά συστήµατα εντάσσονται σε περιφερειακές ζώνες µε τους διαχειριστές δικτύων να υπερβαίνουν τα όρια της χώρας τους και να εµπλέκονται στη διαχείριση µιας διακρατικής, περιφερειακής αγοράς ενέργειας. Η εκπροσώπηση του ελληνικού ενεργειακού συστήµατος στην Ευρωπαϊκή αγορά από έναν ιδιώτη επενδυτή θα υποβαθµίσει την εξυπηρέτηση των στόχων ενός εθνικού ενεργειακού σχεδιασµού και τον ρόλο του δηµοσίου σε αυτόν. Βεβαίως, για ενεργειακή δηµοκρατία, εµπλοκή των τοπικών κοινωνιών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και για αντιµετώπιση της ενέργειας ως κοινωνικό αγαθό, ούτε λόγος δεν θα µπορεί να γίνει πλέον…
Ιστορικά, ο τρόπος σχεδιασµού και ανάπτυξης του δίκτυο µεταφοράς αποτέλεσε για δεκαετίες βασικό πυλώνα του παραγωγικού υποδείγµατος της χώρας. Η επέκταση του ηλεκτρικού συστήµατος, η δυνατότητα φτηνής πρόσβασης σε αυτό από νοικοκυριά και επιχειρήσεις, η απρόσκοπτη λειτουργία του συστήµατος, αποτέλεσαν σε µεγάλο βαθµό επίτευγµα του δηµόσιου δικτύου µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Κατ’ αναλογία, η µετάβαση σε ένα νέο ενεργειακό µοντέλο σταδιακής απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιµα, προώθησης της αποκεντρωµένης, κατανεµηµένης ηλεκτροπαραγωγής, ενίσχυσης των ανανεώσιµων πηγών, ανάπτυξης ευφυών δικτύων και διασύνδεσης, όπου χρειάζεται και είναι εφικτό, των νησιωτικών περιοχών µε το ηπειρωτικό σύστηµα, θα βασιστεί και πάλι στο δίκτυο µεταφοράς, διατηρώντας, ενισχύοντας και µετασχηµατίζοντας σταδιακά το υπάρχον.
Αν τα παραπάνω είναι σωστά, ο αγώνας που δίνεται σήµερα από όλους όσοι αντιτίθενται στην ιδιωτικοποίηση του δικτύου (συνδικαλιστικοί φορείς, αριστερά, τοπικά κινήµατα, κινήσεις καταναλωτών και περιβαλλοντικές οργανώσεις) δεν µπορεί να είναι αµυντικός, αλλά πρέπει να αποκτάει σαφές προωθητικό περιεχόµενο. Για εµάς, η υπεράσπιση της δηµόσιας ιδιοκτησίας και η διεκδίκηση ουσιαστικού κοινωνικού ελέγχου του δικτύου µεταφοράς δεν είναι µια µάχη οπισθοφυλακής για την υπεράσπιση του υπάρχοντος µοντέλου, αλλά αποτελεί αναγκαία συνθήκη για την υλοποίηση του αναπτυξιακού σχεδίου για τον κοινωνικο-οικολογικό µετασχηµατισµό.
1. http://www.snam.it
2. Δηλώσεις κυβερνητικού εκπροσώπου Σ. Κεδίκογλου, 18/10/2012
3. http://ec.europa.eu/energy/gas_electricity
Πηγή: Οικοτριβές
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου