Του Σταύρου Παναγιωτίδη*
Η επιχειρούμενη μεταρρύθμιση, ονόματι Σχέδιο Αθηνά, με την οποία ο Κ. Αρβανιτόπουλος φιλοδοξεί να εντάξει το όνομά του στη μακρά λίστα των «μεγάλων» Ελλήνων μεταρρυθμιστών (που βέβαια μετατρέπουν κατά κανόνα τη στάχτη σε μπούρμπερη, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία!), δεν φέρνει μόνο μια αλλαγή της δομής του πανεπιστημίου, όπως ίσως φαίνεται. Προωθεί και μια τεράστια αλλαγή στο περιεχόμενο και τα αποτελέσματα των σπουδών. Όχι ίσως εμφανή με τη μία, αλλά σίγουρα σαφή, αν δει κανείς το πράγμα μέσα από το πρίσμα των ως τώρα πολιτικών επιλογών για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά και αν μπορέσει να καθαρίσει λίγο το τοπίο, φυσώντας τη σκόνη της προχειρότητας που «στολίζει» το περίφημο Σχέδιο Αθηνά.
Η «Αθηνά» συνδυάζει τις κλασικές νεοφιλελεύθερες στρατηγικές για την παιδεία, όπως θεμελιώνονταν στη Συμφωνία της Μπολόνια το 1998, με την κυβερνητική στρατηγική διαχείρισης της οικονομικής κρίσης. Κοντολογίς, εκτός από το «πανεπιστήμιο – παράρτημα των επιχειρήσεων» που ήθελε να φτιάξει η Μπολόνια, πλέον ο στόχος περιλαμβάνει και το «πανεπιστήμιο της κρίσης», δηλαδή ένα πανεπιστήμιο πολύ πιο φτηνό (άρα και χαμηλότερης ποιότητας για τους πιο πολλούς φοιτητές του) και με έντονα ταξικά φίλτρα. Επομένως, μιλάμε για μια αναβάθμιση του στόχου σε αυτό που θα λέγαμε «το πανεπιστήμιο του Μνημονίου».
Ας θυμίσουμε τα βασικά. Τι επεδίωκε η Συμφωνία της Μπολόνια (της οποίας η κύρια προσπάθεια εφαρμογής στην Ελλάδα ήταν ο νόμος Διαμαντοπούλου); Χονδρικά, το να λειτουργούν τα πανεπιστήμια με βασικό κριτήριο την εύνοια της οικονομικής ανάπτυξης. Επομένως, και πάλι χονδρικά, να κάνουν έρευνα για τις ανάγκες των επιχειρήσεων και όχι της κοινωνικής πλειονότητας, να παράγουν πτυχιούχους με διασπασμένα επαγγελματικά δικαιώματα ώστε να είναι πιο εύκολα εκμεταλλεύσιμοι στην αγορά εργασίας (και άρα –στο πλαίσιο της γνωστής νεοφιλεύθερης υπόσχεσης– να ευνοείται έτσι η οικονομική ανάπτυξη, αφού μαζί με τα επαγγελματικά δικαιώματα θα καταρρεύσουν και οι ποικίλες «στρεβλώσεις» της αγοράς, όπως ο συνδικαλισμός και οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας) και τέλος να αναπαράγουν ακόμη πιο έντονα μία ιδεολογία βολική για την επίτευξη των παραπάνω στόχων, να εμπεδώνουν δηλαδή τη βαθιά ιδεολογική ηγεμονία των αρχουσών τάξεων. Κομβικό στοιχείο είναι η αύξηση των ταξικών φίλτρων της εκπαίδευσης, το τέλος του μαζικού πανεπιστημίου.
Τα μέσα για την επίτευξη των παραπάνω ποίκιλλαν από χώρα σε χώρα, αλλά γενικώς ήταν τα εξής: διάσπαση των επιστημονικών αντικειμένων και δημιουργία υπερεξειδικευμένων τμημάτων χωρίς ευρεία και στέρεα επιστημονική βάση, απόσυρση του κράτους από τη χρηματοδότηση της πανεπιστημιακής έρευνας, συγκεκριμένο ιδεολογικό περιεχόμενο σπουδών και παράλληλη απαξίωση των κοινωνικών επιστημών, υψηλά δίδακτρα σε μεταπτυχιακές και προπτυχιακές σπουδές. Με διάφορα μέσα (πχ η περίφημη «αξιολόγηση», που γινόταν ουσιαστικά πάντα με οικονομικά και ιδεολογικά και όχι επιστημονικά κριτήρια), τα παραπάνω εφαρμόστηκαν ακόμη και σε χώρες με βαθιά ακαδημαϊκή παράδοση, όπως η Αγγλία. Στην Ελλάδα βεβαίως αυτό το τοπίο έχει ήδη διαμορφωθεί σε ένα βαθμό εδώ και αρκετά χρόνια, με πολλά τμήματα με διασπασμένα αντικείμενα (πχ τα διάφορα τμήματα χρηματοοικονομικών, management κλπ), με τμήματα σκληρής προαγωγής της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας και με την όλο και μεγαλύτερη διείσδυση των ιδιωτών στην πανεπιστημιακή έρευνα.
Τι καινούριο μας φέρνει λοιπόν το Σχέδιο Αθηνά; Η νέα δομή ΑΕΙ και ΤΕΙ υποτίθεται πως έρχεται σε μία κατεύθυνση «νοικοκυρέματος» και εξοικονόμησης πόρων. Το «νοικοκύρεμα», με βάση την εισηγητική έκθεση του υπουργείου, αναφέρεται στην ακύρωση της μεγάλης διασποράς τμημάτων ανά την Ελλάδα, της αναντιστοιχίας προγραμμάτων σπουδών και διδακτικού προσωπικού αλλά και του κατακερματισμού τμημάτων με συγγενή αντικείμενα. Οι αντιφάσεις όμως που προκύπτουν δείχνουν πως τα πραγματικά σχέδια είναι είτε εντελώς κρυμμένα, είτε εξωραϊσμένα κάτω από τις λέξεις.
Ας ξεκινήσουμε με τα βασικά. Το Σχέδιο Αθηνά υποτίθεται πως θα έλυνε την προβληματική κατάσταση «κάθε πόλη και πανεπιστήμιο, κάθε χωριό και ΤΕΙ, κάθε στάνη και τμήμα» που έχει δημιουργηθεί στο πλαίσιο της αλμπάνικης πολιτικής περιφερειακής ανάπτυξης που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, αλλά και της ικανοποίησης των πελατειακών τους δικτύων που αναπτύχθηκαν σε αυτές τις περιοχές. Όμως, η πραγματικότητα είναι πως αυτό το πρόβλημα δεν θεραπεύεται καθόλου. Και πως θα μπορούσε άλλωστε, αφού υποτίθεται πως επιχειρείται να λυθεί από τους ίδιους κομματικούς φορείς που το δημιούργησαν! Έτσι, σε πάρα πολλές περιπτώσεις παραμένουν σε λειτουργία μεμονωμένα τμήματα σε περιοχές χωρίς δυνατότητα δημιουργίας μια αναπτυγμένης πανεπιστημιακής κοινότητας (που θα ευνοούσε τόσο το σύνολο των σπουδών όσο και την ευρύτερη πρόοδο των τοπικών κοινωνιών) αλλά και χωρίς να διασφαλίζονται στοιχειώδεις προϋποθέσεις φοιτητικής ζωής, όπως οι εστίες.
Ιδού ο χάρτης της διασποράς των τμημάτων ΑΕΙ και ΤΕΙ, μετά την επέμβαση του «θεραπευτικού» χεριού της «Αθηνάς»: τρία τμήματα στο Αγρίνιο, ένα στην Άμφισσα, τρία στην Άρτα, ένα στα Γρεβενά, ένα στο Διδυμότειχο, ένα στη Δράμα, ένα στη Ζάκυνθο, δύο στην Ηγουμενίτσα, δύο στη Θήβα, τρία στην Καρδίτσα, ένα στο Καρπενήσι, ένα στην Καστοριά, ένα στην Κατερίνη, ένα στο Κιλκίς, δύο στην Κόρινθο, ένα στη Λήμνο, ένα στο Ληξούρι, ένα στη Ναύπακτο, ένα στο Ναύπλιο, δύο στην Ορεστιάδα, ένα στην Πρέβεζα, ένα στον Πύργο, τρία στη Ρόδο, δύο στη Σάμο, ένα στη Σητεία, τρία στη Σπάρτη, ένα στη Σύρο, ένα στα Τρίκαλα, δύο στη Χίο. Σίγουρα, η γεωγραφική αποτύπωση δεν δικαιώνει την υπόσχεση του υπουργού για «νοικοκύρεμα» και αντιμετώπιση της «ανορθολογικής ανάπτυξης κτιριολογικών και υλικοτεχνικών υποδομών». Φαίνεται λοιπόν πως και πάλι, τα κριτήρια που πρυτάνευσαν καμία σχέση δεν είχαν με τις ανάγκες των πανεπιστημίων.
Ας θέσουμε όμως και μερικά, κάπως «σκανδαλιάρικα», ερωτήματα για τα κριήρια του Σχεδίου Αθηνά: Γιατί το ΤΕΙ Λαμίας ξαφνικά ενισχύεται τόσο πολύ έναντι των άλλων; Μήπως επειδή εκεί βρίσκεται η εκλογική περιφέρεια του αναπληρωτή υπουργού οικονομικών Χρ. Σταϊκούρα και στην περιοχή υπάρχει ένα μεγάλο σχέδιο για την εκμετάλλευση ενός πακέτου του ΕΣΠΑ; Γιατί κρατάει το μόλις ένα τμήμα του το ΤΕΙ Καρπενησίου, παρά το ότι δεν έχει ιδιόκτητο κτήριο; Μήπως επειδή εκεί είναι δήμαρχος ο Κώστας Μπακογιάννης; Γιατί χάνει όλα της τα τμήματα η Λειβαδιά; Μήπως επειδή οι κάτοικοι της τιμωρούνται γιατί στις εκλογές ανέδειξαν πρώτο τον ΣΥΡΙΖΑ; Γιατί επαναλειτουργεί το μοναδικό τμήμα ΤΕΙ της Άμφισσας, που είχε κλείσει; Μήπως επειδή είναι μια μονοεδρική περιφέρεια την οποία κέρδισε οριακά η ΝΔ και θέλει να την διασφαλίσει; Γιατί κλείνουν τμήματα του ΤΕΙ Θεσσαλονίκης με εξαιρετική υποδομή για να μεταφερθούν στο ανεπαρκούς υποδομής ΤΕΙ Σερρών; Μήπως για να αποτελέσουν πολιτική προίκα του Καραμανλή junior, γιου του Αχιλλέα Καραμανλή, που ετοιμάζεται να πολιτευτεί –με κληρονομικό δικαίωμα- στην περιοχή; Γιατί παραμένει ανοιχτό το Τμήμα Οργάνωσης και Διαχείρισης Αθλητισμού στη Σπάρτη (προφανώς χωρίς αντικείμενο!), ενώ ο ίδιος ο υπουργός το ανέφερε ως παράδειγμα προς αποφυγή; Γιατί δεν υπάρχει σκέψη συγχώνευσης για τα τμήματα Πολιτικής Επιστήμης της Κορίνθου και της Κομοτηνής, ενώ υπάρχουν ήδη άλλα τέσσερα; Μήπως επειδή το πρώτο στήθηκε από τη ΝΔ για να στελεχωθεί από δικούς της διανοούμενους και το δεύτερο είναι δωράκι του Ευρ. Στυλιανίδη στον εαυτό του, αφού λειτουργεί στην εκλογική του περιφέρεια και ιδρύθηκε επί υπουργίας του; Γιατί κλείνουν ΤΕΙ με ιδιόκτητα κτήρια; Μήπως για να ξεπουληθεί η ακίνητη περιουσία τους; Και τέλος, μήπως η πρεμούρα για το κλείσιμο των ΤΕΙ αποσκοπεί στον να μείνει χώρος και «πελατεία» για την ιδιωτική εκπαίδευση, δηλαδή «όπου κλείνει ένα ΤΕΙ ανοίγει ένα κολλέγιο»;
Ο εξορθολογισμός της διοίκησης των ΑΕΙ είναι επίσης εξαιρετικά αμφίβολο αν εξυπηρετείται από το μοντέλο της ομοσπονδοποίησης πέντε ΑΕΙ της Αθήνας (Πάντειο, Χαροκόπειο, Πα.Πει., ΑΣΟΕΕ, Γεωπονικό) και τη δημιουργία μίας υπερδομής ενός τεράστιου πανεπιστημίου (Αδαμάντιος Κοραής), που θα είναι διεσπαρμένο σε όλες τις γωνιές της Αττικής και που κάθε άλλο παρά εύκολα και ορθολογικά θα μπορεί να διοικείται και να οργανώνει ακαδημαϊκά τις σπουδές. Προφανώς όμως, ο στόχος είναι διά της δημιουργίας ενός κοινού διοικητικού κέντρου να διευκολυνθεί όχι γενικώς η διοίκηση αλλά συγκεκριμένα ο κυβερνητικός έλεγχος των πανεπιστημίων και στη συνέχεια η ευρύτερη συγχώνευση τμημάτων και άρα η συνεπακόλουθη μείωση των απαιτούμενων μελών ΔΕΠ! Επίσης, στόχος είναι διά της ομοσπονδοποίησης να περικυκλωθούν τα «ενοχλητικά» ιδρύματα και να ελεγχθούν οι αντιδράσεις τους. Το Πάντειο Πανεπιστήμιο, ως πιο χαρακτηριστική περίπτωση, είναι εδώ και καιρό στο στόχαστρο κυβέρνησης και ΜΜΕ, λόγω του ότι η συντριπτική πλειοψηφία των καθηγητών του τάσσονται ενάντια στα κυβερνητικά σχέδια για τα πανεπιστήμια, ενώ έχει και ισχυρές δυνάμεις αριστερών πανεπιστημιακών που συστηματικά διαβάλλονται από τα κυρίαρχα ΜΜΕ. Αυτό το σύστημα, που θα μπορούσε και να ονομαστεί «ότι δεν μπορείς να κόψεις, περικύκλωσέ το», δεν είναι ασφαλώς πρωτότυπο. Έχει δοκιμαστεί στην Αγγλία της Θάτσερ και του Μπλερ, με τον ίδιο στόχο. Μάλιστα, αυτός που είχε διοριστεί από τον Τόνυ Μπλερ ως επικεφαλής της επιτροπής που είχε τη σχετική ευθύνη ήταν ο πρώην διευθυντής της πετρελαϊκής εταιρείας BP, ασφαλώς κάθε άλλο παρά άνθρωπος ιδιαίτερων ευαισθησιών αναφορικά με την επιστημονική ορθότητα και την κοινωνική χρησιμότητα της επιστήμης!
Η εξοικονόμηση πόρων είναι μάλλον το μόνο πεδίο στο οποίο το σχέδιο επιβεβαιώνει τις εξαγγελίες του. Αυτό όμως θα συμβεί όχι με κάποια περικοπή «σπατάλης», αλλά με τη σταδιακή, ακόμη μεγαλύτερη, μείωση των μελών ΔΕΠ και των διοικητικών υπαλλήλων. Θα πει κανείς ότι προς ώρας υπάρχει η ρητή δέσμευση του υπουργείου πως δεν θα γίνουν απολύσεις. Όμως, πέρα από το ότι πλέον η φράση «κυβερνητική δέσμευση» ηχεί ως ανέκδοτο, το προσωπικό των ΑΕΙ επί της ουσίας θα μειωθεί, μέσω της μη πρόσληψης νέων μελών ΔΕΠ και διοικητικών υπαλλήλων μετά τις συνταξιοδοτήσεις των προηγούμενων, ενώ με τις συγχωνεύσεις των τμημάτων θα δημιουργείται η πλασματική εικόνα πως αυτά θα είναι πλέον καλύτερα στελεχωμένα, παρά το ότι θα έχουν πολύ περισσότερους φοιτητές. Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο για τα περιφερειακά τμήματα, πολλά από τα οποία λειτουργούσαν ως τώρα με ελάχιστα μέλη ΔΕΠ, κάποια ούτε καν με ένα (!), αλλά κυρίως με συμβασιούχους διδάσκοντες. Όμως, ο δεδομένος στόχος του υπουργείου (αν και στο σχέδιο παρουσιάζεται διαφορετικά) είναι και η μείωση του συνολικού αριθμού εισακτέων, μέσω της μείωσης των τμημάτων. Επομένως, λιγότεροι φοιτητές σε λιγότερα τμήματα μας οδηγούν σταδιακά και σε λιγότερους καθηγητές, αφού, όπως είπαμε, οι συνταξιοδοτούμενοι δεν θα αντικαθίστανται. Και πως θα καλυφθούν οι ανάγκες; Μα κι αυτό προβλέπεται και μάλιστα από το υπάρχον νομικό πλαίσιο. Τα Τμήματα μπορούν να «προσλαμβάνουν» διδάκτορες ως εντεταλμένους διδασκαλίας, χωρίς υποχρέωση μισθοδοσίας τους. Μαύρη εργασία λοιπόν, για άλλη μία φορά, ίσως με κάποιο χαρτζιλίκι για τις μετακινήσεις! Για όλους αυτούς τους λόγους λοιπόν, η κυβέρνηση στοχεύει επισήμως στη μείωση της χρηματοδότησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης κατά 67,4 εκατομμύρια ευρώ, «μέσω των συγχωνεύσεων» όπως η ίδια ομολογεί, φτάνοντας το ποσοστό του ΑΕΠ που δίνεται για την Παιδεία μόλις στο 2,15%!
Εκτός από τα παραπάνω, το σχέδιο αναδεικνύει έντονα στοιχεία προχειρότητας, εντυπωσιασμού και ύπαρξης διαφορετικών λογικών εντός του. Για παράδειγμα, σε άλλα ΑΕΙ (Αιγαίου) το τμήμα Στατιστικής ενσωματώνεται στο τμήμα Μαθηματικών και σε άλλα διατηρείται ως αυτόνομο (ΑΣΟΕΕ). Σε άλλα ΑΕΙ οι σχολές Ιατρικής, φαρμακευτικής κλπ εντάσσονται σε σχολή Επιστημών Υγείας και στο ΕΚΠΑ εντάσσονται σε μία χαώδη σχολή Θετικών Επιστημών. Στο ΤΕΙ Πύργου το τμήμα Πληροφορικης και ΜΜΕ συγχωνεύεται με το τμήμα Μηχανικών Πληροφορικής της Πάτρας. Δηλαδή, άνθρωποι που προετοιμάζονταν ουσιαστικά για να γίνουν δημοσιογράφοι και μπορεί να μην είχαν πιάσει στα χέρια τους ούτε κατσαβίδι ως τώρα, ξαφνικά καλούνται να γίνουν μηχανικοί υπολογιστών, λόγω παραπλήσιου ονόματος των τμημάτων! Επίσης, στις Φιλοσοφικές Σχολές συνενώνονται όλα τα τμήματα ξενόγλωσσων φιλολογιών. Τι πτυχίο λοιπόν θα παίρνει κάποιος που θα φοιτά σε μια σχολή στην οποία θα διδάσκονται αγγλική, γαλλική, ισπανική και ιταλική φιλολογία; Τι επαγγελματικά δικαιώματα θα έχει; Σε ποια ειδικά μαθήματα - γλώσσες θα εξετάζονται οι υποψήφιοι στις εισαγωγικές εξετάσεις; Ποια γεωγραφικά προβλήματα λύνει αυτό το μέτρο, αφού, ειδικά στο ΕΚΠΑ, όλα τα τμήματα βρίσκονται μέσα στο ίδιο κτίριο; Προφανώς εδώ ο στόχος, πέρα από τα προαναφερθέντα, είναι και ο εντυπωσιασμός της κοινής γνώμης με την προσφορά μιας ψευδούς εικόνας νοικοκυρέματος, που όμως τελικά δημιουργεί πολύ περισσότερα προβλήματα.
Υπάρχει όμως και άλλο ένα στοιχείο παράλληλων λογικών στο σχέδιο, που δεν μοιάζει να οφείλεται σε προχειρότητα. Στα υπερεξειδικευμένα γνωστικά αντικείμενα, επιφυλάσσεται διαφορετική αντιμετώπιση μεταξύ ΤΕΙ και ΑΕΙ. Στα ΤΕΙ, που είναι πιο ευεπίφορα σε τέτοιες αλλαγές, λόγω του πιο «τεχνικού» και επαγγελματικού χαρακτήρα τους, και μπορούν να λειτουργούν ως δοκιμαστικοί σωλήνες για αλλαγές και στα ΑΕΙ, τα επιμέρους τμήματα συγχωνεύονται σε ένα, όμως τα διαφορετικά αντικείμενα παραμένουν αυτούσια στο εσωτερικό τους, με τη μορφή κατευθύνσεων. Για παράδειγμα, τα τμήματα μάρκετινγκ, εμπορίας και διαφήμισης, διοίκησης επιχειρήσεων, διοίκησης τουριστικών επιχειρήσεων, διοίκησης οργανισμών και διοίκησης μονάδων υγείας εντάσσονται στο νέο τμήμα «διοίκησης επιχειρήσεων, συστημάτων και οργανισμών», όπου τα παραπάνω αντικείμενα παραμένουν ως υποχρεωτικές κατευθύνσεις. Αυτό αποτελεί μία εν δυνάμει καλύτερη κατάσταση σε σχέση με την προηγούμενη, υπό την προϋπόθεση πως έστω πριν το στάδιο της εξειδίκευσης θα δίνεται στους φοιτητές επαρκής εγκύκλια γνώση. Όμως, ο στόχος δεν είναι αυτός, αλλά η ακαδημαϊκή διάσπαση του πτυχίου και η de facto διάσπαση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων. Με αυτού του τύπου τη συγχώνευση λοιπόν, η κυβέρνηση πετυχαίνει “μ΄ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια”: και υπερεξειδικευμένα αντικείμενα και μείωση χρηματοδότησης διά της συνένωσης τμημάτων και της μείωσης των μελών ΔΕΠ και διοικητικών υπαλλήλων! Πιθανότατα, ο ίδιος στόχος επιφυλάσσεται αργότερα και για τα ΑΕΙ, αφού σε αυτό εξυπηρετεί πολύ η δημιουργία του υπερπανεπιστημίου Αδαμάντιος Κοραής.
Και ένα ακόμα στοιχείο, ίσως όμως το πιο τερατώδες από όλα, που μας βοηθάει να δούμε τους στόχους της κυβέρνησης στο πλήρες τους ανάπτυγμα. Η διάσπαση των επαγγελματικών δικαιωμάτων εντός των τμημάτων δεν εξυπηρετείται μόνο με την ύπαρξη κατευθύνσεων, αλλά και με ένα ακόμη κολπάκι, που υπάρχει στο άρθρο 30 του νόμου Διαμαντοπούλου, τη δυνατότητα δηλαδή να «ολοκληρώνει» κανείς τις σπουδές του νωρίτερα, πχ στο δεύτερο έτος, λαμβάνοντας όχι πτυχίο αλλά ένα φάκελο προσόντων. Αν όλα τα παραπάνω συνδυαστούν με αυτή τη δυνατότητα, φτιάχνεται μία εκρηκτική κατάσταση, όπου το φοιτητικό και επαγγελματικό σώμα διασπάται εντελώς και τα μέλη του αλληλοϋποβλέπονται. Και αυτό διότι οι «απόφοιτοι» του δεύτερου έτους, όντας ακόμη πιο αποσπασματικά εκπαιδευμένοι και προορισμένοι για τις θέσεις με απαιτήσεις χαμηλής ειδίκευσης, θα βρίσκονται σε εξαιρετικά δυσχερή θέση μέσα στην αγορά εργασίας, άρα θα λειτουργούν αντικειμενικά ως μέσο πίεσης των μισθών των πτυχιούχων και τελικά αυτό που πιθανότατα θα γίνεται θα είναι το να καταλαμβάνουν οι πτυχιούχοι και τις θέσεις χαμηλής ειδίκευσης, με συνολικά όμως χαμηλωμένους μισθούς. Μια κατάσταση αντίστοιχη αυτού που γίνεται σήμερα με τα ΤΕΙ, όπου σε αντίθεση με τη σχετική πρόβλεψη πως οι πτυχιούχοι των ΤΕΙ θα έκαναν τις δουλειές των πτυχιούχων ΑΕΙ αλλά φτηνότερα, τελικώς οι πτυχιούχοι των ΑΕΙ παίρνουν και τις θέσεις που θα αντιστοιχούσαν στους πτυχιούχους των ΤΕΙ, αλλά με χαμηλότερους μισθούς (σχετική έρευνα καθηγήτριας Μαρίας Καραμεσίνη στο Πάντειο). Και όταν αυτή η κατάσταση γενικευτεί, τότε δεν θα πρέπει να μας παραξενέψει ακόμη και το να αυξηθούν οι εισακτέοι. Μόνο που τότε δεν θα μιλάμε πια για πανεπιστήμιο, αλλά για ένα κέντρο μαζικής παραγωγής των μορφωμένων πλην αναλώσιμων γραναζιών για τον μηχανισμό της αγοράς εργασίας.
Τι θέλουν και τι θέλουμε
Οι στοχεύσεις λοιπόν του Σχεδίου Αθηνά, άμεσες και απώτερες, κωδικοποιούνται ως εξής:
Ένταση του κεντρικού πολιτικού ελέγχου των πανεπιστημίων, ακόμη μεγαλύτερη προσαρμογή των σπουδών στο στόχο των επιχειρήσεων για εκμετάλλευση του επιστημονικού εργατικού δυναμικού τους, μείωση μελών ΔΕΠ και διοικητικού προσωπικού και γενικά κρατικής χρηματοδότησης, ξεπούλημα ακίνητης περιουσίας, ένταση εκμετάλλευσης νέων επιστημόνων ως άμισθο διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό, αποδυνάμωση των κοινωνικών επιστημών, εξυπηρέτηση πελατειακών δικτύων της περιφέρειας, κυνήγι επιφανειακών εντυπώσεων, άνοιγμα χώρου για ίδρυση κολλεγίων.
Τι έχει να αντιπαραβάλουμε σε αυτό ως Αριστερά; Βάση για οποιαδήποτε συζήτηση είναι το να πάρει πίσω η κυβέρνηση αυτή, την πρόταση, αφού, συν τοις άλλοις, έχει προκύψει χωρίς κανέναν διάλογο με τους εμπλεκόμενους φορείς. Αμέσως μετά, θα πρέπει να ξεκινήσει μία ευρεία συζήτηση ανάμεσα σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ, τοπικούς φορείς, τους άμεσα δηλαδή ενδιαφερόμενους, και τα κόμματα. Άλλωστε, (θα έπρεπε να) είναι αυτονόητο πως τέτοιου τύπου δομικές αλλαγές σε ένα σύστημα δεν μπορούν να γίνουν «στο πόδι», βασισμένες στην πρεμούρα του εκάστοτε υπουργού να καμαρώσει γρήγορα την αποτύπωση του έργου του.
Σε αυτή τη συζήτηση, τα βασικά κριτήρια μια άλλης πρότασης δεν μπορεί παρά να είναι τα ακόλουθα:
1. Κάθε τμήμα θα πρέπει να αντιστοιχεί σε ένα αυτόνομο και συγκροτημένο, και όχι διασπασμένο, επιστημονικό αντικείμενο
2. Η μεγάλη διασπορά τμημάτων πρέπει να ακυρωθεί. Στην περιφέρεια θα πρέπει να συγκροτηθούν μεγάλοι πανεπιστημιακοί πόλοι σε συγκεκριμένες πόλεις, με πολλούς και διαφορετικούς επιστημονικούς κλάδους, ώστε να μπορεί να συγκροτείται μια μεγάλη πανεπιστημιακή κοινότητα, να ευνοείται ο διεπιστημονικός διάλογος αλλά και η γενική πρόοδος των τοπικών κοινωνιών.
3. Οι πόλεις που θα υποδεχτούν τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ θα πρέπει να πληρούν ή να αναπτύξουν μία σειρά από υλικές προδιαγραφές, απαραίτητες για τη φοίτηση. Να προσφέρουν, για παράδειγμα, επαρκή στέγαση μέσω εστιών και ένα ικανοποιητικό δίκτυο μεταφορών. Ταυτόχρονα όμως, θα πρέπει να πληρούν και μια σειρά πνευματικών προϋποθέσεων. Για να το πούμε σχηματικά, δεν γίνεται να υπάρχει πανεπιστήμιο σε μια πόλη που δεν υπάρχει θέατρο ή κινηματογράφος! Η φοίτηση είναι μία περίοδος όπου οι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία να ανασυγκροτήσουν τη σχέση τους με την κοινωνία και τον εαυτό τους και δεν πρέπει να τους στερούνται οι σχετικές δυνατότητες.
4. Στις περιοχές από τις οποίες θα απομακρυνθούν τα τμήματα, θα πρέπει να δοθούν ισχυρά αντισταθμιστικά αναπτυξιακά οφέλη, ώστε να μην πληγεί η τοπική οικονομία, δηλαδή να χαραχτεί ένα ειδικό σχέδιο περιφερειακής ανάπτυξης.
5. Κάθε πρόταση αναδόμησης του συστήματος πρέπει να εγγυάται τα συμφέροντα των φοιτητών. Πρέπει δηλαδή να είναι σαφές πως κάποιες αλλαγές θα γίνουν σε βάθος χρόνου και όχι άμεσα, ώστε οι φοιτητές που ξεκίνησαν τις σπουδές τους σε ένα αντικείμενο να μη βρεθούν ξαφνικά να σπουδάζουν κάτι άλλο, σε κάποια άλλη πόλη.
Το πανεπιστημιακό κίνημα και η Αριστερά, με πολύμορφες δράσεις και κινητοποιήσεις, πρέπει να οργανώσουν αυτό που δεν δέχτηκε να κάνει η κυβέρνηση: το διάλογο με τους ενδιαφερόμενους. Και σε αυτήν την κατεύθυνση θα προχωρήσουμε, για να διαμορφώσουμε μαζί με την κοινωνία, δημοκρατικά και πρωτοπόρα, άλλο ένα κομμάτι του προγράμματος της κυβέρνησης της Αριστεράς.
*Το άρθρο βασίζεται και σε επεξεργασίες μελών της Επιτροπής Ελέγχου Κυβερνητικού Έργου Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ - ΕΚΜ
http://www.rednotebook.gr
Η επιχειρούμενη μεταρρύθμιση, ονόματι Σχέδιο Αθηνά, με την οποία ο Κ. Αρβανιτόπουλος φιλοδοξεί να εντάξει το όνομά του στη μακρά λίστα των «μεγάλων» Ελλήνων μεταρρυθμιστών (που βέβαια μετατρέπουν κατά κανόνα τη στάχτη σε μπούρμπερη, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία!), δεν φέρνει μόνο μια αλλαγή της δομής του πανεπιστημίου, όπως ίσως φαίνεται. Προωθεί και μια τεράστια αλλαγή στο περιεχόμενο και τα αποτελέσματα των σπουδών. Όχι ίσως εμφανή με τη μία, αλλά σίγουρα σαφή, αν δει κανείς το πράγμα μέσα από το πρίσμα των ως τώρα πολιτικών επιλογών για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά και αν μπορέσει να καθαρίσει λίγο το τοπίο, φυσώντας τη σκόνη της προχειρότητας που «στολίζει» το περίφημο Σχέδιο Αθηνά.
Η «Αθηνά» συνδυάζει τις κλασικές νεοφιλελεύθερες στρατηγικές για την παιδεία, όπως θεμελιώνονταν στη Συμφωνία της Μπολόνια το 1998, με την κυβερνητική στρατηγική διαχείρισης της οικονομικής κρίσης. Κοντολογίς, εκτός από το «πανεπιστήμιο – παράρτημα των επιχειρήσεων» που ήθελε να φτιάξει η Μπολόνια, πλέον ο στόχος περιλαμβάνει και το «πανεπιστήμιο της κρίσης», δηλαδή ένα πανεπιστήμιο πολύ πιο φτηνό (άρα και χαμηλότερης ποιότητας για τους πιο πολλούς φοιτητές του) και με έντονα ταξικά φίλτρα. Επομένως, μιλάμε για μια αναβάθμιση του στόχου σε αυτό που θα λέγαμε «το πανεπιστήμιο του Μνημονίου».
Ας θυμίσουμε τα βασικά. Τι επεδίωκε η Συμφωνία της Μπολόνια (της οποίας η κύρια προσπάθεια εφαρμογής στην Ελλάδα ήταν ο νόμος Διαμαντοπούλου); Χονδρικά, το να λειτουργούν τα πανεπιστήμια με βασικό κριτήριο την εύνοια της οικονομικής ανάπτυξης. Επομένως, και πάλι χονδρικά, να κάνουν έρευνα για τις ανάγκες των επιχειρήσεων και όχι της κοινωνικής πλειονότητας, να παράγουν πτυχιούχους με διασπασμένα επαγγελματικά δικαιώματα ώστε να είναι πιο εύκολα εκμεταλλεύσιμοι στην αγορά εργασίας (και άρα –στο πλαίσιο της γνωστής νεοφιλεύθερης υπόσχεσης– να ευνοείται έτσι η οικονομική ανάπτυξη, αφού μαζί με τα επαγγελματικά δικαιώματα θα καταρρεύσουν και οι ποικίλες «στρεβλώσεις» της αγοράς, όπως ο συνδικαλισμός και οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας) και τέλος να αναπαράγουν ακόμη πιο έντονα μία ιδεολογία βολική για την επίτευξη των παραπάνω στόχων, να εμπεδώνουν δηλαδή τη βαθιά ιδεολογική ηγεμονία των αρχουσών τάξεων. Κομβικό στοιχείο είναι η αύξηση των ταξικών φίλτρων της εκπαίδευσης, το τέλος του μαζικού πανεπιστημίου.
Τα μέσα για την επίτευξη των παραπάνω ποίκιλλαν από χώρα σε χώρα, αλλά γενικώς ήταν τα εξής: διάσπαση των επιστημονικών αντικειμένων και δημιουργία υπερεξειδικευμένων τμημάτων χωρίς ευρεία και στέρεα επιστημονική βάση, απόσυρση του κράτους από τη χρηματοδότηση της πανεπιστημιακής έρευνας, συγκεκριμένο ιδεολογικό περιεχόμενο σπουδών και παράλληλη απαξίωση των κοινωνικών επιστημών, υψηλά δίδακτρα σε μεταπτυχιακές και προπτυχιακές σπουδές. Με διάφορα μέσα (πχ η περίφημη «αξιολόγηση», που γινόταν ουσιαστικά πάντα με οικονομικά και ιδεολογικά και όχι επιστημονικά κριτήρια), τα παραπάνω εφαρμόστηκαν ακόμη και σε χώρες με βαθιά ακαδημαϊκή παράδοση, όπως η Αγγλία. Στην Ελλάδα βεβαίως αυτό το τοπίο έχει ήδη διαμορφωθεί σε ένα βαθμό εδώ και αρκετά χρόνια, με πολλά τμήματα με διασπασμένα αντικείμενα (πχ τα διάφορα τμήματα χρηματοοικονομικών, management κλπ), με τμήματα σκληρής προαγωγής της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας και με την όλο και μεγαλύτερη διείσδυση των ιδιωτών στην πανεπιστημιακή έρευνα.
Τι καινούριο μας φέρνει λοιπόν το Σχέδιο Αθηνά; Η νέα δομή ΑΕΙ και ΤΕΙ υποτίθεται πως έρχεται σε μία κατεύθυνση «νοικοκυρέματος» και εξοικονόμησης πόρων. Το «νοικοκύρεμα», με βάση την εισηγητική έκθεση του υπουργείου, αναφέρεται στην ακύρωση της μεγάλης διασποράς τμημάτων ανά την Ελλάδα, της αναντιστοιχίας προγραμμάτων σπουδών και διδακτικού προσωπικού αλλά και του κατακερματισμού τμημάτων με συγγενή αντικείμενα. Οι αντιφάσεις όμως που προκύπτουν δείχνουν πως τα πραγματικά σχέδια είναι είτε εντελώς κρυμμένα, είτε εξωραϊσμένα κάτω από τις λέξεις.
Ας ξεκινήσουμε με τα βασικά. Το Σχέδιο Αθηνά υποτίθεται πως θα έλυνε την προβληματική κατάσταση «κάθε πόλη και πανεπιστήμιο, κάθε χωριό και ΤΕΙ, κάθε στάνη και τμήμα» που έχει δημιουργηθεί στο πλαίσιο της αλμπάνικης πολιτικής περιφερειακής ανάπτυξης που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, αλλά και της ικανοποίησης των πελατειακών τους δικτύων που αναπτύχθηκαν σε αυτές τις περιοχές. Όμως, η πραγματικότητα είναι πως αυτό το πρόβλημα δεν θεραπεύεται καθόλου. Και πως θα μπορούσε άλλωστε, αφού υποτίθεται πως επιχειρείται να λυθεί από τους ίδιους κομματικούς φορείς που το δημιούργησαν! Έτσι, σε πάρα πολλές περιπτώσεις παραμένουν σε λειτουργία μεμονωμένα τμήματα σε περιοχές χωρίς δυνατότητα δημιουργίας μια αναπτυγμένης πανεπιστημιακής κοινότητας (που θα ευνοούσε τόσο το σύνολο των σπουδών όσο και την ευρύτερη πρόοδο των τοπικών κοινωνιών) αλλά και χωρίς να διασφαλίζονται στοιχειώδεις προϋποθέσεις φοιτητικής ζωής, όπως οι εστίες.
Ιδού ο χάρτης της διασποράς των τμημάτων ΑΕΙ και ΤΕΙ, μετά την επέμβαση του «θεραπευτικού» χεριού της «Αθηνάς»: τρία τμήματα στο Αγρίνιο, ένα στην Άμφισσα, τρία στην Άρτα, ένα στα Γρεβενά, ένα στο Διδυμότειχο, ένα στη Δράμα, ένα στη Ζάκυνθο, δύο στην Ηγουμενίτσα, δύο στη Θήβα, τρία στην Καρδίτσα, ένα στο Καρπενήσι, ένα στην Καστοριά, ένα στην Κατερίνη, ένα στο Κιλκίς, δύο στην Κόρινθο, ένα στη Λήμνο, ένα στο Ληξούρι, ένα στη Ναύπακτο, ένα στο Ναύπλιο, δύο στην Ορεστιάδα, ένα στην Πρέβεζα, ένα στον Πύργο, τρία στη Ρόδο, δύο στη Σάμο, ένα στη Σητεία, τρία στη Σπάρτη, ένα στη Σύρο, ένα στα Τρίκαλα, δύο στη Χίο. Σίγουρα, η γεωγραφική αποτύπωση δεν δικαιώνει την υπόσχεση του υπουργού για «νοικοκύρεμα» και αντιμετώπιση της «ανορθολογικής ανάπτυξης κτιριολογικών και υλικοτεχνικών υποδομών». Φαίνεται λοιπόν πως και πάλι, τα κριτήρια που πρυτάνευσαν καμία σχέση δεν είχαν με τις ανάγκες των πανεπιστημίων.
Ας θέσουμε όμως και μερικά, κάπως «σκανδαλιάρικα», ερωτήματα για τα κριήρια του Σχεδίου Αθηνά: Γιατί το ΤΕΙ Λαμίας ξαφνικά ενισχύεται τόσο πολύ έναντι των άλλων; Μήπως επειδή εκεί βρίσκεται η εκλογική περιφέρεια του αναπληρωτή υπουργού οικονομικών Χρ. Σταϊκούρα και στην περιοχή υπάρχει ένα μεγάλο σχέδιο για την εκμετάλλευση ενός πακέτου του ΕΣΠΑ; Γιατί κρατάει το μόλις ένα τμήμα του το ΤΕΙ Καρπενησίου, παρά το ότι δεν έχει ιδιόκτητο κτήριο; Μήπως επειδή εκεί είναι δήμαρχος ο Κώστας Μπακογιάννης; Γιατί χάνει όλα της τα τμήματα η Λειβαδιά; Μήπως επειδή οι κάτοικοι της τιμωρούνται γιατί στις εκλογές ανέδειξαν πρώτο τον ΣΥΡΙΖΑ; Γιατί επαναλειτουργεί το μοναδικό τμήμα ΤΕΙ της Άμφισσας, που είχε κλείσει; Μήπως επειδή είναι μια μονοεδρική περιφέρεια την οποία κέρδισε οριακά η ΝΔ και θέλει να την διασφαλίσει; Γιατί κλείνουν τμήματα του ΤΕΙ Θεσσαλονίκης με εξαιρετική υποδομή για να μεταφερθούν στο ανεπαρκούς υποδομής ΤΕΙ Σερρών; Μήπως για να αποτελέσουν πολιτική προίκα του Καραμανλή junior, γιου του Αχιλλέα Καραμανλή, που ετοιμάζεται να πολιτευτεί –με κληρονομικό δικαίωμα- στην περιοχή; Γιατί παραμένει ανοιχτό το Τμήμα Οργάνωσης και Διαχείρισης Αθλητισμού στη Σπάρτη (προφανώς χωρίς αντικείμενο!), ενώ ο ίδιος ο υπουργός το ανέφερε ως παράδειγμα προς αποφυγή; Γιατί δεν υπάρχει σκέψη συγχώνευσης για τα τμήματα Πολιτικής Επιστήμης της Κορίνθου και της Κομοτηνής, ενώ υπάρχουν ήδη άλλα τέσσερα; Μήπως επειδή το πρώτο στήθηκε από τη ΝΔ για να στελεχωθεί από δικούς της διανοούμενους και το δεύτερο είναι δωράκι του Ευρ. Στυλιανίδη στον εαυτό του, αφού λειτουργεί στην εκλογική του περιφέρεια και ιδρύθηκε επί υπουργίας του; Γιατί κλείνουν ΤΕΙ με ιδιόκτητα κτήρια; Μήπως για να ξεπουληθεί η ακίνητη περιουσία τους; Και τέλος, μήπως η πρεμούρα για το κλείσιμο των ΤΕΙ αποσκοπεί στον να μείνει χώρος και «πελατεία» για την ιδιωτική εκπαίδευση, δηλαδή «όπου κλείνει ένα ΤΕΙ ανοίγει ένα κολλέγιο»;
Ο εξορθολογισμός της διοίκησης των ΑΕΙ είναι επίσης εξαιρετικά αμφίβολο αν εξυπηρετείται από το μοντέλο της ομοσπονδοποίησης πέντε ΑΕΙ της Αθήνας (Πάντειο, Χαροκόπειο, Πα.Πει., ΑΣΟΕΕ, Γεωπονικό) και τη δημιουργία μίας υπερδομής ενός τεράστιου πανεπιστημίου (Αδαμάντιος Κοραής), που θα είναι διεσπαρμένο σε όλες τις γωνιές της Αττικής και που κάθε άλλο παρά εύκολα και ορθολογικά θα μπορεί να διοικείται και να οργανώνει ακαδημαϊκά τις σπουδές. Προφανώς όμως, ο στόχος είναι διά της δημιουργίας ενός κοινού διοικητικού κέντρου να διευκολυνθεί όχι γενικώς η διοίκηση αλλά συγκεκριμένα ο κυβερνητικός έλεγχος των πανεπιστημίων και στη συνέχεια η ευρύτερη συγχώνευση τμημάτων και άρα η συνεπακόλουθη μείωση των απαιτούμενων μελών ΔΕΠ! Επίσης, στόχος είναι διά της ομοσπονδοποίησης να περικυκλωθούν τα «ενοχλητικά» ιδρύματα και να ελεγχθούν οι αντιδράσεις τους. Το Πάντειο Πανεπιστήμιο, ως πιο χαρακτηριστική περίπτωση, είναι εδώ και καιρό στο στόχαστρο κυβέρνησης και ΜΜΕ, λόγω του ότι η συντριπτική πλειοψηφία των καθηγητών του τάσσονται ενάντια στα κυβερνητικά σχέδια για τα πανεπιστήμια, ενώ έχει και ισχυρές δυνάμεις αριστερών πανεπιστημιακών που συστηματικά διαβάλλονται από τα κυρίαρχα ΜΜΕ. Αυτό το σύστημα, που θα μπορούσε και να ονομαστεί «ότι δεν μπορείς να κόψεις, περικύκλωσέ το», δεν είναι ασφαλώς πρωτότυπο. Έχει δοκιμαστεί στην Αγγλία της Θάτσερ και του Μπλερ, με τον ίδιο στόχο. Μάλιστα, αυτός που είχε διοριστεί από τον Τόνυ Μπλερ ως επικεφαλής της επιτροπής που είχε τη σχετική ευθύνη ήταν ο πρώην διευθυντής της πετρελαϊκής εταιρείας BP, ασφαλώς κάθε άλλο παρά άνθρωπος ιδιαίτερων ευαισθησιών αναφορικά με την επιστημονική ορθότητα και την κοινωνική χρησιμότητα της επιστήμης!
Η εξοικονόμηση πόρων είναι μάλλον το μόνο πεδίο στο οποίο το σχέδιο επιβεβαιώνει τις εξαγγελίες του. Αυτό όμως θα συμβεί όχι με κάποια περικοπή «σπατάλης», αλλά με τη σταδιακή, ακόμη μεγαλύτερη, μείωση των μελών ΔΕΠ και των διοικητικών υπαλλήλων. Θα πει κανείς ότι προς ώρας υπάρχει η ρητή δέσμευση του υπουργείου πως δεν θα γίνουν απολύσεις. Όμως, πέρα από το ότι πλέον η φράση «κυβερνητική δέσμευση» ηχεί ως ανέκδοτο, το προσωπικό των ΑΕΙ επί της ουσίας θα μειωθεί, μέσω της μη πρόσληψης νέων μελών ΔΕΠ και διοικητικών υπαλλήλων μετά τις συνταξιοδοτήσεις των προηγούμενων, ενώ με τις συγχωνεύσεις των τμημάτων θα δημιουργείται η πλασματική εικόνα πως αυτά θα είναι πλέον καλύτερα στελεχωμένα, παρά το ότι θα έχουν πολύ περισσότερους φοιτητές. Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο για τα περιφερειακά τμήματα, πολλά από τα οποία λειτουργούσαν ως τώρα με ελάχιστα μέλη ΔΕΠ, κάποια ούτε καν με ένα (!), αλλά κυρίως με συμβασιούχους διδάσκοντες. Όμως, ο δεδομένος στόχος του υπουργείου (αν και στο σχέδιο παρουσιάζεται διαφορετικά) είναι και η μείωση του συνολικού αριθμού εισακτέων, μέσω της μείωσης των τμημάτων. Επομένως, λιγότεροι φοιτητές σε λιγότερα τμήματα μας οδηγούν σταδιακά και σε λιγότερους καθηγητές, αφού, όπως είπαμε, οι συνταξιοδοτούμενοι δεν θα αντικαθίστανται. Και πως θα καλυφθούν οι ανάγκες; Μα κι αυτό προβλέπεται και μάλιστα από το υπάρχον νομικό πλαίσιο. Τα Τμήματα μπορούν να «προσλαμβάνουν» διδάκτορες ως εντεταλμένους διδασκαλίας, χωρίς υποχρέωση μισθοδοσίας τους. Μαύρη εργασία λοιπόν, για άλλη μία φορά, ίσως με κάποιο χαρτζιλίκι για τις μετακινήσεις! Για όλους αυτούς τους λόγους λοιπόν, η κυβέρνηση στοχεύει επισήμως στη μείωση της χρηματοδότησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης κατά 67,4 εκατομμύρια ευρώ, «μέσω των συγχωνεύσεων» όπως η ίδια ομολογεί, φτάνοντας το ποσοστό του ΑΕΠ που δίνεται για την Παιδεία μόλις στο 2,15%!
Εκτός από τα παραπάνω, το σχέδιο αναδεικνύει έντονα στοιχεία προχειρότητας, εντυπωσιασμού και ύπαρξης διαφορετικών λογικών εντός του. Για παράδειγμα, σε άλλα ΑΕΙ (Αιγαίου) το τμήμα Στατιστικής ενσωματώνεται στο τμήμα Μαθηματικών και σε άλλα διατηρείται ως αυτόνομο (ΑΣΟΕΕ). Σε άλλα ΑΕΙ οι σχολές Ιατρικής, φαρμακευτικής κλπ εντάσσονται σε σχολή Επιστημών Υγείας και στο ΕΚΠΑ εντάσσονται σε μία χαώδη σχολή Θετικών Επιστημών. Στο ΤΕΙ Πύργου το τμήμα Πληροφορικης και ΜΜΕ συγχωνεύεται με το τμήμα Μηχανικών Πληροφορικής της Πάτρας. Δηλαδή, άνθρωποι που προετοιμάζονταν ουσιαστικά για να γίνουν δημοσιογράφοι και μπορεί να μην είχαν πιάσει στα χέρια τους ούτε κατσαβίδι ως τώρα, ξαφνικά καλούνται να γίνουν μηχανικοί υπολογιστών, λόγω παραπλήσιου ονόματος των τμημάτων! Επίσης, στις Φιλοσοφικές Σχολές συνενώνονται όλα τα τμήματα ξενόγλωσσων φιλολογιών. Τι πτυχίο λοιπόν θα παίρνει κάποιος που θα φοιτά σε μια σχολή στην οποία θα διδάσκονται αγγλική, γαλλική, ισπανική και ιταλική φιλολογία; Τι επαγγελματικά δικαιώματα θα έχει; Σε ποια ειδικά μαθήματα - γλώσσες θα εξετάζονται οι υποψήφιοι στις εισαγωγικές εξετάσεις; Ποια γεωγραφικά προβλήματα λύνει αυτό το μέτρο, αφού, ειδικά στο ΕΚΠΑ, όλα τα τμήματα βρίσκονται μέσα στο ίδιο κτίριο; Προφανώς εδώ ο στόχος, πέρα από τα προαναφερθέντα, είναι και ο εντυπωσιασμός της κοινής γνώμης με την προσφορά μιας ψευδούς εικόνας νοικοκυρέματος, που όμως τελικά δημιουργεί πολύ περισσότερα προβλήματα.
Υπάρχει όμως και άλλο ένα στοιχείο παράλληλων λογικών στο σχέδιο, που δεν μοιάζει να οφείλεται σε προχειρότητα. Στα υπερεξειδικευμένα γνωστικά αντικείμενα, επιφυλάσσεται διαφορετική αντιμετώπιση μεταξύ ΤΕΙ και ΑΕΙ. Στα ΤΕΙ, που είναι πιο ευεπίφορα σε τέτοιες αλλαγές, λόγω του πιο «τεχνικού» και επαγγελματικού χαρακτήρα τους, και μπορούν να λειτουργούν ως δοκιμαστικοί σωλήνες για αλλαγές και στα ΑΕΙ, τα επιμέρους τμήματα συγχωνεύονται σε ένα, όμως τα διαφορετικά αντικείμενα παραμένουν αυτούσια στο εσωτερικό τους, με τη μορφή κατευθύνσεων. Για παράδειγμα, τα τμήματα μάρκετινγκ, εμπορίας και διαφήμισης, διοίκησης επιχειρήσεων, διοίκησης τουριστικών επιχειρήσεων, διοίκησης οργανισμών και διοίκησης μονάδων υγείας εντάσσονται στο νέο τμήμα «διοίκησης επιχειρήσεων, συστημάτων και οργανισμών», όπου τα παραπάνω αντικείμενα παραμένουν ως υποχρεωτικές κατευθύνσεις. Αυτό αποτελεί μία εν δυνάμει καλύτερη κατάσταση σε σχέση με την προηγούμενη, υπό την προϋπόθεση πως έστω πριν το στάδιο της εξειδίκευσης θα δίνεται στους φοιτητές επαρκής εγκύκλια γνώση. Όμως, ο στόχος δεν είναι αυτός, αλλά η ακαδημαϊκή διάσπαση του πτυχίου και η de facto διάσπαση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων. Με αυτού του τύπου τη συγχώνευση λοιπόν, η κυβέρνηση πετυχαίνει “μ΄ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια”: και υπερεξειδικευμένα αντικείμενα και μείωση χρηματοδότησης διά της συνένωσης τμημάτων και της μείωσης των μελών ΔΕΠ και διοικητικών υπαλλήλων! Πιθανότατα, ο ίδιος στόχος επιφυλάσσεται αργότερα και για τα ΑΕΙ, αφού σε αυτό εξυπηρετεί πολύ η δημιουργία του υπερπανεπιστημίου Αδαμάντιος Κοραής.
Και ένα ακόμα στοιχείο, ίσως όμως το πιο τερατώδες από όλα, που μας βοηθάει να δούμε τους στόχους της κυβέρνησης στο πλήρες τους ανάπτυγμα. Η διάσπαση των επαγγελματικών δικαιωμάτων εντός των τμημάτων δεν εξυπηρετείται μόνο με την ύπαρξη κατευθύνσεων, αλλά και με ένα ακόμη κολπάκι, που υπάρχει στο άρθρο 30 του νόμου Διαμαντοπούλου, τη δυνατότητα δηλαδή να «ολοκληρώνει» κανείς τις σπουδές του νωρίτερα, πχ στο δεύτερο έτος, λαμβάνοντας όχι πτυχίο αλλά ένα φάκελο προσόντων. Αν όλα τα παραπάνω συνδυαστούν με αυτή τη δυνατότητα, φτιάχνεται μία εκρηκτική κατάσταση, όπου το φοιτητικό και επαγγελματικό σώμα διασπάται εντελώς και τα μέλη του αλληλοϋποβλέπονται. Και αυτό διότι οι «απόφοιτοι» του δεύτερου έτους, όντας ακόμη πιο αποσπασματικά εκπαιδευμένοι και προορισμένοι για τις θέσεις με απαιτήσεις χαμηλής ειδίκευσης, θα βρίσκονται σε εξαιρετικά δυσχερή θέση μέσα στην αγορά εργασίας, άρα θα λειτουργούν αντικειμενικά ως μέσο πίεσης των μισθών των πτυχιούχων και τελικά αυτό που πιθανότατα θα γίνεται θα είναι το να καταλαμβάνουν οι πτυχιούχοι και τις θέσεις χαμηλής ειδίκευσης, με συνολικά όμως χαμηλωμένους μισθούς. Μια κατάσταση αντίστοιχη αυτού που γίνεται σήμερα με τα ΤΕΙ, όπου σε αντίθεση με τη σχετική πρόβλεψη πως οι πτυχιούχοι των ΤΕΙ θα έκαναν τις δουλειές των πτυχιούχων ΑΕΙ αλλά φτηνότερα, τελικώς οι πτυχιούχοι των ΑΕΙ παίρνουν και τις θέσεις που θα αντιστοιχούσαν στους πτυχιούχους των ΤΕΙ, αλλά με χαμηλότερους μισθούς (σχετική έρευνα καθηγήτριας Μαρίας Καραμεσίνη στο Πάντειο). Και όταν αυτή η κατάσταση γενικευτεί, τότε δεν θα πρέπει να μας παραξενέψει ακόμη και το να αυξηθούν οι εισακτέοι. Μόνο που τότε δεν θα μιλάμε πια για πανεπιστήμιο, αλλά για ένα κέντρο μαζικής παραγωγής των μορφωμένων πλην αναλώσιμων γραναζιών για τον μηχανισμό της αγοράς εργασίας.
Τι θέλουν και τι θέλουμε
Οι στοχεύσεις λοιπόν του Σχεδίου Αθηνά, άμεσες και απώτερες, κωδικοποιούνται ως εξής:
Ένταση του κεντρικού πολιτικού ελέγχου των πανεπιστημίων, ακόμη μεγαλύτερη προσαρμογή των σπουδών στο στόχο των επιχειρήσεων για εκμετάλλευση του επιστημονικού εργατικού δυναμικού τους, μείωση μελών ΔΕΠ και διοικητικού προσωπικού και γενικά κρατικής χρηματοδότησης, ξεπούλημα ακίνητης περιουσίας, ένταση εκμετάλλευσης νέων επιστημόνων ως άμισθο διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό, αποδυνάμωση των κοινωνικών επιστημών, εξυπηρέτηση πελατειακών δικτύων της περιφέρειας, κυνήγι επιφανειακών εντυπώσεων, άνοιγμα χώρου για ίδρυση κολλεγίων.
Τι έχει να αντιπαραβάλουμε σε αυτό ως Αριστερά; Βάση για οποιαδήποτε συζήτηση είναι το να πάρει πίσω η κυβέρνηση αυτή, την πρόταση, αφού, συν τοις άλλοις, έχει προκύψει χωρίς κανέναν διάλογο με τους εμπλεκόμενους φορείς. Αμέσως μετά, θα πρέπει να ξεκινήσει μία ευρεία συζήτηση ανάμεσα σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ, τοπικούς φορείς, τους άμεσα δηλαδή ενδιαφερόμενους, και τα κόμματα. Άλλωστε, (θα έπρεπε να) είναι αυτονόητο πως τέτοιου τύπου δομικές αλλαγές σε ένα σύστημα δεν μπορούν να γίνουν «στο πόδι», βασισμένες στην πρεμούρα του εκάστοτε υπουργού να καμαρώσει γρήγορα την αποτύπωση του έργου του.
Σε αυτή τη συζήτηση, τα βασικά κριτήρια μια άλλης πρότασης δεν μπορεί παρά να είναι τα ακόλουθα:
1. Κάθε τμήμα θα πρέπει να αντιστοιχεί σε ένα αυτόνομο και συγκροτημένο, και όχι διασπασμένο, επιστημονικό αντικείμενο
2. Η μεγάλη διασπορά τμημάτων πρέπει να ακυρωθεί. Στην περιφέρεια θα πρέπει να συγκροτηθούν μεγάλοι πανεπιστημιακοί πόλοι σε συγκεκριμένες πόλεις, με πολλούς και διαφορετικούς επιστημονικούς κλάδους, ώστε να μπορεί να συγκροτείται μια μεγάλη πανεπιστημιακή κοινότητα, να ευνοείται ο διεπιστημονικός διάλογος αλλά και η γενική πρόοδος των τοπικών κοινωνιών.
3. Οι πόλεις που θα υποδεχτούν τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ θα πρέπει να πληρούν ή να αναπτύξουν μία σειρά από υλικές προδιαγραφές, απαραίτητες για τη φοίτηση. Να προσφέρουν, για παράδειγμα, επαρκή στέγαση μέσω εστιών και ένα ικανοποιητικό δίκτυο μεταφορών. Ταυτόχρονα όμως, θα πρέπει να πληρούν και μια σειρά πνευματικών προϋποθέσεων. Για να το πούμε σχηματικά, δεν γίνεται να υπάρχει πανεπιστήμιο σε μια πόλη που δεν υπάρχει θέατρο ή κινηματογράφος! Η φοίτηση είναι μία περίοδος όπου οι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία να ανασυγκροτήσουν τη σχέση τους με την κοινωνία και τον εαυτό τους και δεν πρέπει να τους στερούνται οι σχετικές δυνατότητες.
4. Στις περιοχές από τις οποίες θα απομακρυνθούν τα τμήματα, θα πρέπει να δοθούν ισχυρά αντισταθμιστικά αναπτυξιακά οφέλη, ώστε να μην πληγεί η τοπική οικονομία, δηλαδή να χαραχτεί ένα ειδικό σχέδιο περιφερειακής ανάπτυξης.
5. Κάθε πρόταση αναδόμησης του συστήματος πρέπει να εγγυάται τα συμφέροντα των φοιτητών. Πρέπει δηλαδή να είναι σαφές πως κάποιες αλλαγές θα γίνουν σε βάθος χρόνου και όχι άμεσα, ώστε οι φοιτητές που ξεκίνησαν τις σπουδές τους σε ένα αντικείμενο να μη βρεθούν ξαφνικά να σπουδάζουν κάτι άλλο, σε κάποια άλλη πόλη.
Το πανεπιστημιακό κίνημα και η Αριστερά, με πολύμορφες δράσεις και κινητοποιήσεις, πρέπει να οργανώσουν αυτό που δεν δέχτηκε να κάνει η κυβέρνηση: το διάλογο με τους ενδιαφερόμενους. Και σε αυτήν την κατεύθυνση θα προχωρήσουμε, για να διαμορφώσουμε μαζί με την κοινωνία, δημοκρατικά και πρωτοπόρα, άλλο ένα κομμάτι του προγράμματος της κυβέρνησης της Αριστεράς.
*Το άρθρο βασίζεται και σε επεξεργασίες μελών της Επιτροπής Ελέγχου Κυβερνητικού Έργου Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ - ΕΚΜ
http://www.rednotebook.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου