Οι εικόνες των τελευταίων ημερών θα έπρεπε κανονικά να μας συγκλονίσουν.
Πολλές κοινωνίες έχουν βιώσει βαθιές κρίσεις, πολλές φορές στο παρελθόν
η χώρα μας χρεοκόπησε, πολλές γενιές έχουν ζήσει τη φτώχεια και την
εξαθλίωση. Η αξιακή κατάρρευση της κοινωνίας και η γρήγορα διολίσθηση
της χώρας προς άγριες μορφές βίας δεν μπορούν να δικαιολογηθούν ως
αποτέλεσμα μόνο των σκληρών, πράγματι συνθηκών, που ζούμε λόγω της
κρίσης και της λιτότητας.
Η κλιμακούμενη βία από εκπροσώπους θεσμών που έχουν ως καθήκον να διασφαλίζουν την “ειρήνη και την ασφάλεια της κοινωνίας”, από το 2008 με τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, μέχρι αυτές τις μέρες με τις καταγγελίες για βασανισμούς συλληφθέντων, ελλήνων και μεταναστών, όσο δεν αντιμετωπίζεται με την αποφασιστικότητα που πρέπει από τους πολιτικούς
προϊσταμένους, ρίχνει λάδι στη φωτιά και γαλουχεί στην “απέναντι όχθη” μια νέα γενιά εθισμένη στη βία, την οργή και την αγανάκτηση. Η ατιμωρησία, η πολιτική κάλυψη της θεσμικής βίας και η υιοθέτηση εμφυλιοπολεμικής ρητορικής από τον Πρωθυπουργό και τους συνεργάτες του, σε συνδυασμό με την κατάρρευση του πολιτικού συστήματος, τις απάνθρωπες πολιτικές λιτότητας και τη διογκούμενη φτώχεια είναι οι σπίθες που απλώνουν την αποδοχή ακραίων απόψεων περί βίας μεταξύ πολύ νεαρών ατόμων. Συσσωρευμένη οργή σε ένα τόσο εύφλεκτο περιβάλλον δημιουργεί όλο και πιο ανεξέλεγκτες καταστάσεις.
Αντί για μια πολιτική εκτόνωσης και ειρήνευσης μέσα από την συστηματική αντιμετώπιση των συνθηκών που οδηγούν στη βία, γίνεται ότι είναι δυνατόν για να απλωθεί η φωτιά. Για άλλη μια φορά οι πολίτες βιώνουν ένα σοκ, τηλεοπτικής αυτή τη φορά, “δολοφονίας” νέων ανθρώπων. Εικόνες που κάνουν το στομάχι κάθε λογικού ανθρώπου να σφίγγεται βλέποντας παιδιά, που θα μπορούσαν να είναι παιδία κάθε έλληνα γονιού, να είναι παραμορφωμένα, να δείχνουν έντονα κακοποιημένα ή και βασανισμένα και να αντιμετωπίζονται ως οι πιο σκληροί δολοφόνοι. Αυτά τα νέα παιδιά, μπορεί να έχουν συλληφθεί με βαριές κατηγορίες, αλλά δεν παύει να έχουν τα δικαιώματα που εξασφαλίζει η νομοθεσία που προστατεύει τον συλληφθέντα και τον κατηγορούμενο, η οποία πρέπει να εφαρμόζεται για να τονίζει ακριβώς τη διαφορά μεταξύ ενός κράτους δικαίου και ενός παραβάτη της νομιμότητας. Τα παιδιά αυτά, που δεν έχουν κλείσει τα 25, δείχνουν παραμορφωμένα από το ξύλο από τις δυνάμεις που τους συλλαμβάνουν. Η κυβέρνηση έπρεπε να διατάξει αμέσως ανεξάρτητη έρευνα. Αντί για αυτό το υπουργείο και η αστυνομική ηγεσία μιλάνε αρχικά για δικανικά νόμιμη άσκηση βίας και για την επίπτωση στον τουρισμό, την στιγμή που πλήττεται η ίδια η κοινωνία.
Η βία γεννάει βία, δεν έχει σημασία ποιος την ξεκίνησε, το αποτέλεσμα είναι στο τέλος το ίδιο. Νέα παιδιά, παιδιά που κανονικά θα έπρεπε να μάχονται για να γίνει η ζωή καλύτερη, πιο όμορφη, παίρνουν τα όπλα, φτιάχνουν βόμβες, φαίνονται αποφασισμένα (;) ακόμα και να αφαιρέσουν ζωές (πόσοι άνθρωποι δεν αγωνίστηκαν για να προστατευθεί και μέσα από διεθνείς συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα το αναφαίρετο της ζωής κάθε ανθρώπου), στο όνομα υπαρκτών ή φανταστικών ιδανικών! Αυξανόμενο μίσος απέναντι σε θεσμούς αλλά και σε ανθρώπους οδηγεί νέους της διπλανής πόρτας σε μια αποφασιστικότητα που δεν μπορούσε να τη φανταστεί κάποιος λίγα μόλις χρόνια πριν, μια αποφασιστικότητα για πάτημα της σκανδάλης που θυμίζει παιχνίδι σε υπολογιστή, αλλά δυστυχώς δεν είναι έτσι.
Η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και όσα ακολούθησαν από τότε αλλά και η απουσία ελπίδας για το παρόν και το μέλλον διαμορφώνουν γόνιμο έδαφος για να αρπάζουν τα όπλα με τόση αποφασιστικότητα τα παιδιά μιας κοινωνίας που καταρρέει. Και αντί η κυβέρνηση, τα πολιτικά κόμματα, οι επαγγελματικοί και κοινωνικοί φορείς, η εκπαιδευτική κοινότητα να ανοίξουν άμεσα μια σοβαρή και ειλικρινή συζήτηση για τη βία και το πώς θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί, παραμένει η συζήτηση σε επιφανειακό επίπεδο.
Αν η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου γέννησε πολλούς “πυρήνες άγρια οργισμένων νέων”, η δημοσιοποίηση των ρετουσαρισμένων φωτογραφιών των βασανισμένων συλληφθέντων δεν θα τους πολλαπλασιάσει; Πως μπορεί να πιστεύουν ανόητοι σχεδιαστές επικοινωνιακών τακτικών που ενθαρρύνουν την πόλωση, ότι σε μια εποχή συμπυκνωμένης οργής η καλύτερη μέθοδος για να σβήσει η φωτιά, είναι να ρίχνεις κι άλλο λάδι στη φωτιά;
Αλλά η σύγχρονη βία έχει και άλλη αποκρουστική όψη, αυτή του νεοναζισμού, που έχει αποθρασυνθεί και απευθύνεται στην κοινωνία με όρους ταγμάτων εφόδου. Διαμορφώνει την ηθική βάση, αν δεν λειτουργεί και ως φυσικός αυτουργός, για την έκρηξη της βίας απέναντι όχι μόνο σε μετανάστες αλλά και σε έλληνες που θεωρεί ότι ξεφεύγουν από τις “νόρμες” τους. Πως θα αντιδρούσε η ελληνική κοινωνία αν αυτές οι σκηνές συνέβαιναν στη Γερμανία; Πως θα ένοιωθαν οι γονείς και τα παιδιά βλέποντας παρόμοιες σκηνές μίσους, ξενοφοβίας και ρατσισμού να αφορούν στα παιδιά μας που μεταναστεύουν στον βορρά αναζητώντας μια ελπίδα, μια θέση εργασίας, μια καλύτερη ζωή;
Μπορεί πράγματι να πιστεύουν οι διωκτικές αρχές ότι σε μια ευρωπαϊκή χώρα μπορούν να οργανώνονται τάγματα εφόδου και να μην συγκινούνται, να μην αφυπνίζονται όσοι ορκίζονται στη διασφάλιση της “ειρήνης και της ασφάλειας” της κοινωνίας; Πιστεύουν στα σοβαρά οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης ότι η πολιτική πυγμής προς μερικές ομάδες αλλά η ανοχή απέναντι σε άλλες που κατάφορα παραβιάζουν προκλητικά τον “νόμο και την τάξη” θα της αποφέρει εκλογικά οφέλη; Μήπως τελικά όλο αυτό είναι απλώς ο δρόμος προς την κόλαση; Είναι δυνατόν μια κυβέρνηση σε αυτές τις εύφλεκτες κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν στην κοινωνία να πιστεύει ότι μπορεί να ελέγξει την κατάσταση ρίχνοντας ακόμα περισσότερο λάδι στη φωτιά που καίει πλέον σε όλη τη χώρα; Η δημοσιονομική και η οικονομική κρίση μπορεί σε λίγο να μοιάζουν με απλό παιχνίδι, μπροστά στην τρομακτική εξάπλωση της βίας.
Η μόνη ελπίδα, για να σβήσει η φωτιά, είναι να ευαισθητοποιηθούν και να βγουν στο προσκήνιο εκπαιδευτικοί, επιστήμονες, καλλιτέχνες, γονείς, φοιτητές, διανοούμενοι, όσοι έζησαν ως έλληνες μετανάστες σε άλλες χώρες, και να λειτουργήσουν, αξιοποιώντας την πλούσια ευρωπαϊκή εμπειρία σε αυτούς τους τομείς, ως ειρηνευτική δύναμη πολιτών που θα σταματήσει τον κατήφορο προς την άγρια βία.
Ο Νίκος Χρυσόγελος είναι ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων / Ομάδα των Πράσινων στο Ευρωκοινοβούλιο
tvxs.gr
Η κλιμακούμενη βία από εκπροσώπους θεσμών που έχουν ως καθήκον να διασφαλίζουν την “ειρήνη και την ασφάλεια της κοινωνίας”, από το 2008 με τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, μέχρι αυτές τις μέρες με τις καταγγελίες για βασανισμούς συλληφθέντων, ελλήνων και μεταναστών, όσο δεν αντιμετωπίζεται με την αποφασιστικότητα που πρέπει από τους πολιτικούς
προϊσταμένους, ρίχνει λάδι στη φωτιά και γαλουχεί στην “απέναντι όχθη” μια νέα γενιά εθισμένη στη βία, την οργή και την αγανάκτηση. Η ατιμωρησία, η πολιτική κάλυψη της θεσμικής βίας και η υιοθέτηση εμφυλιοπολεμικής ρητορικής από τον Πρωθυπουργό και τους συνεργάτες του, σε συνδυασμό με την κατάρρευση του πολιτικού συστήματος, τις απάνθρωπες πολιτικές λιτότητας και τη διογκούμενη φτώχεια είναι οι σπίθες που απλώνουν την αποδοχή ακραίων απόψεων περί βίας μεταξύ πολύ νεαρών ατόμων. Συσσωρευμένη οργή σε ένα τόσο εύφλεκτο περιβάλλον δημιουργεί όλο και πιο ανεξέλεγκτες καταστάσεις.
Αντί για μια πολιτική εκτόνωσης και ειρήνευσης μέσα από την συστηματική αντιμετώπιση των συνθηκών που οδηγούν στη βία, γίνεται ότι είναι δυνατόν για να απλωθεί η φωτιά. Για άλλη μια φορά οι πολίτες βιώνουν ένα σοκ, τηλεοπτικής αυτή τη φορά, “δολοφονίας” νέων ανθρώπων. Εικόνες που κάνουν το στομάχι κάθε λογικού ανθρώπου να σφίγγεται βλέποντας παιδιά, που θα μπορούσαν να είναι παιδία κάθε έλληνα γονιού, να είναι παραμορφωμένα, να δείχνουν έντονα κακοποιημένα ή και βασανισμένα και να αντιμετωπίζονται ως οι πιο σκληροί δολοφόνοι. Αυτά τα νέα παιδιά, μπορεί να έχουν συλληφθεί με βαριές κατηγορίες, αλλά δεν παύει να έχουν τα δικαιώματα που εξασφαλίζει η νομοθεσία που προστατεύει τον συλληφθέντα και τον κατηγορούμενο, η οποία πρέπει να εφαρμόζεται για να τονίζει ακριβώς τη διαφορά μεταξύ ενός κράτους δικαίου και ενός παραβάτη της νομιμότητας. Τα παιδιά αυτά, που δεν έχουν κλείσει τα 25, δείχνουν παραμορφωμένα από το ξύλο από τις δυνάμεις που τους συλλαμβάνουν. Η κυβέρνηση έπρεπε να διατάξει αμέσως ανεξάρτητη έρευνα. Αντί για αυτό το υπουργείο και η αστυνομική ηγεσία μιλάνε αρχικά για δικανικά νόμιμη άσκηση βίας και για την επίπτωση στον τουρισμό, την στιγμή που πλήττεται η ίδια η κοινωνία.
Η βία γεννάει βία, δεν έχει σημασία ποιος την ξεκίνησε, το αποτέλεσμα είναι στο τέλος το ίδιο. Νέα παιδιά, παιδιά που κανονικά θα έπρεπε να μάχονται για να γίνει η ζωή καλύτερη, πιο όμορφη, παίρνουν τα όπλα, φτιάχνουν βόμβες, φαίνονται αποφασισμένα (;) ακόμα και να αφαιρέσουν ζωές (πόσοι άνθρωποι δεν αγωνίστηκαν για να προστατευθεί και μέσα από διεθνείς συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα το αναφαίρετο της ζωής κάθε ανθρώπου), στο όνομα υπαρκτών ή φανταστικών ιδανικών! Αυξανόμενο μίσος απέναντι σε θεσμούς αλλά και σε ανθρώπους οδηγεί νέους της διπλανής πόρτας σε μια αποφασιστικότητα που δεν μπορούσε να τη φανταστεί κάποιος λίγα μόλις χρόνια πριν, μια αποφασιστικότητα για πάτημα της σκανδάλης που θυμίζει παιχνίδι σε υπολογιστή, αλλά δυστυχώς δεν είναι έτσι.
Η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και όσα ακολούθησαν από τότε αλλά και η απουσία ελπίδας για το παρόν και το μέλλον διαμορφώνουν γόνιμο έδαφος για να αρπάζουν τα όπλα με τόση αποφασιστικότητα τα παιδιά μιας κοινωνίας που καταρρέει. Και αντί η κυβέρνηση, τα πολιτικά κόμματα, οι επαγγελματικοί και κοινωνικοί φορείς, η εκπαιδευτική κοινότητα να ανοίξουν άμεσα μια σοβαρή και ειλικρινή συζήτηση για τη βία και το πώς θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί, παραμένει η συζήτηση σε επιφανειακό επίπεδο.
Αν η δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου γέννησε πολλούς “πυρήνες άγρια οργισμένων νέων”, η δημοσιοποίηση των ρετουσαρισμένων φωτογραφιών των βασανισμένων συλληφθέντων δεν θα τους πολλαπλασιάσει; Πως μπορεί να πιστεύουν ανόητοι σχεδιαστές επικοινωνιακών τακτικών που ενθαρρύνουν την πόλωση, ότι σε μια εποχή συμπυκνωμένης οργής η καλύτερη μέθοδος για να σβήσει η φωτιά, είναι να ρίχνεις κι άλλο λάδι στη φωτιά;
Αλλά η σύγχρονη βία έχει και άλλη αποκρουστική όψη, αυτή του νεοναζισμού, που έχει αποθρασυνθεί και απευθύνεται στην κοινωνία με όρους ταγμάτων εφόδου. Διαμορφώνει την ηθική βάση, αν δεν λειτουργεί και ως φυσικός αυτουργός, για την έκρηξη της βίας απέναντι όχι μόνο σε μετανάστες αλλά και σε έλληνες που θεωρεί ότι ξεφεύγουν από τις “νόρμες” τους. Πως θα αντιδρούσε η ελληνική κοινωνία αν αυτές οι σκηνές συνέβαιναν στη Γερμανία; Πως θα ένοιωθαν οι γονείς και τα παιδιά βλέποντας παρόμοιες σκηνές μίσους, ξενοφοβίας και ρατσισμού να αφορούν στα παιδιά μας που μεταναστεύουν στον βορρά αναζητώντας μια ελπίδα, μια θέση εργασίας, μια καλύτερη ζωή;
Μπορεί πράγματι να πιστεύουν οι διωκτικές αρχές ότι σε μια ευρωπαϊκή χώρα μπορούν να οργανώνονται τάγματα εφόδου και να μην συγκινούνται, να μην αφυπνίζονται όσοι ορκίζονται στη διασφάλιση της “ειρήνης και της ασφάλειας” της κοινωνίας; Πιστεύουν στα σοβαρά οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης ότι η πολιτική πυγμής προς μερικές ομάδες αλλά η ανοχή απέναντι σε άλλες που κατάφορα παραβιάζουν προκλητικά τον “νόμο και την τάξη” θα της αποφέρει εκλογικά οφέλη; Μήπως τελικά όλο αυτό είναι απλώς ο δρόμος προς την κόλαση; Είναι δυνατόν μια κυβέρνηση σε αυτές τις εύφλεκτες κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν στην κοινωνία να πιστεύει ότι μπορεί να ελέγξει την κατάσταση ρίχνοντας ακόμα περισσότερο λάδι στη φωτιά που καίει πλέον σε όλη τη χώρα; Η δημοσιονομική και η οικονομική κρίση μπορεί σε λίγο να μοιάζουν με απλό παιχνίδι, μπροστά στην τρομακτική εξάπλωση της βίας.
Η μόνη ελπίδα, για να σβήσει η φωτιά, είναι να ευαισθητοποιηθούν και να βγουν στο προσκήνιο εκπαιδευτικοί, επιστήμονες, καλλιτέχνες, γονείς, φοιτητές, διανοούμενοι, όσοι έζησαν ως έλληνες μετανάστες σε άλλες χώρες, και να λειτουργήσουν, αξιοποιώντας την πλούσια ευρωπαϊκή εμπειρία σε αυτούς τους τομείς, ως ειρηνευτική δύναμη πολιτών που θα σταματήσει τον κατήφορο προς την άγρια βία.
Ο Νίκος Χρυσόγελος είναι ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων / Ομάδα των Πράσινων στο Ευρωκοινοβούλιο
tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου