ΤΟΥ ΗΛIΑ ΙΩΑΚΕIΜΟΓΛΟΥ*
Καθεστωτικοί οικονομολόγοι, στα ελληνικά πανεπιστήμια και στους διεθνείς οργανισμούς, οργάνωσαν την ύφεση, την ανεργία και τη μείωση των μισθών, ισχυριζόμενοι ότι μπορεί έτσι κάποιος να πυροδοτήσει μια διαδικασία μείωσης των εγχώριων τιμών, επομένως και αύξησης της ανταγωνιστικότητας και των εξαγωγών. Γνωρίζουν τώρα ότι αυτή η πολιτική, που ονομάστηκε "εσωτερική υποτίμηση", απέτυχε. "Η μεγέθυνση των εξαγωγών ήταν απογοητευτική", σημειώνει το ΔΝΤ στην τελευταία έκθεσή του για την Ελλάδα. Πράγματι, οι εξαγωγικές επιδόσεις της Ελλάδας επιδεινώνονται (βλ. αναλυτικά στο Ενημερωτικό Δελτίο του Δικτύου Μελετών και Τεκμηρίωσης του Σύριζα, #23, 25/1/2013).
Έχουν όμως αντιληφθεί, εν τω μεταξύ, καθεστωτικοί πολιτικοί και οικονομολόγοι, ότι η δραστική μείωση των μισθών με την ύφεση και την ανεργία που την συνοδεύουν οδηγεί σε απροσδόκητα γι' αυτούς οφέλη: δημιουργεί ταξικούς συσχετισμούς δύναμης οι οποίοι επιτρέπουν στην άρχουσα τάξη να ανασυγκροτήσει την ελληνική οικονομία σε νέες βάσεις, με κινεζοποίηση της αγοράς εργασίας,
γιγαντιαία μεταφορά πόρων από τις εργαζόμενες τάξεις προς τους κεφαλαιούχους ώστε να διασωθεί το πλασματικό κεφάλαιο που έχει συσσωρευτεί στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αποδιάρθρωση του κοινωνικού κράτους, διατήρηση των εισοδημάτων του κεφαλαίου σε ικανοποιητικά επίπεδα.
Ανακαλύπτουν με τον καιρό ότι υπάρχουν και άλλα παράπλευρα οφέλη για το καθεστώς: η ύφεση και η ανεργία μειώνουν το επίπεδο διαβίωσης των εργαζόμενων τάξεων σε ένα τόσο χαμηλό επίπεδο ώστε επιτυγχάνεται μια θεαματική μείωση των εισαγωγών. Μπορεί οι εξαγωγές να μειώνονται (διαψεύδοντας τη θεωρία της εσωτερικής υποτίμησης), αλλά ακόμη περισσότερο μειώνονται οι εισαγωγές επειδή καταρρέουν τόσο το επίπεδο διαβίωσης των εργαζόμενων τάξεων όσο και οι επενδύσεις που δημιουργούν ζήτηση για εισαγόμενα προϊόντα. Ως αποτέλεσμα, εάν δεν λάβουμε υπόψη μας το πετρέλαιο και τις δαπάνες για πλοία, το εξωτερικό εμπόριο είναι ήδη πλεονασματικό (οι εξαγωγές δηλαδή είναι μεγαλύτερες από τις εισαγωγές) και μειώνονται ανάλογα οι ανάγκες για εξωτερικό δανεισμό.
Έτσι, αντί η προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας να πραγματοποιηθεί με τον τρόπο που προέβλεπε η θεωρία της εσωτερικής υποτίμησης, δηλαδή με αύξηση των εξαγωγών πραγματοποιείται με την περιστολή των εισαγωγών: πάλι κλείνει το εμπορικό έλλειμα και μειώνονται οι ανάγκες εξωτερικού δανεισμού. Η μείωση των εισαγωγών επιτυγχάνεται με την δραματική μείωση της εγχώριας ζήτησης, η οποία έχει οδηγήσει ήδη σε απώλεια του 1/5 του πραγματικού ΑΕΠ (2012 έναντι του 2008). Βεβαίως, η πολιτική της φτώχειας μειώνει τα δημόσια έσοδα. Το κενό όμως καλύπτεται με μειώσεις των δημοσίων δαπανών, δηλαδή με ακόμη περισσότερη φτώχεια.
Εν κατακλείδι, αντί να αυξηθούν οι εξαγωγές στο ύψος του επιπέδου διαβίωσης των εργαζόμενων τάξεων που διαμορφώθηκε στη δεκαετία του 2000, προσαρμόζεται το επίπεδο διαβίωσης στο χαμηλό επίπεδο των εξαγωγών.
Ωστόσο, η ιστορία δεν τελειώνει εδώ. Για να είναι επιτυχημένη η πολιτική της φτώχειας, θα πρέπει η καθίζηση στο επίπεδο διαβίωσης των εργαζόμενων τάξεων να μην έχει συγκυριακό, πρόσκαιρο χαρακτήρα. Θα πρέπει να πάψουν οι εργαζόμενες τάξεις να θεωρούν τη δραματική μείωση του επιπέδου διαβίωσης ως φαινόμενο πρόσκαιρο, γιατί, αλλιώς, σε μια αλλαγή της συγκυρίας που θα αύξανε το ΑΕΠ και θα μείωνε το ποσοστό ανεργίας, θα βλέπαμε ξανά τους μισθούς να αυξάνονται και να ακυρώνουν την πολιτική της φτώχειας. Για να είναι επιτυχημένη η πολιτική της φτώχειας θα πρέπει να νομιμοποιηθεί στη συνείδηση των εργαζόμενων τάξεων το νέο, μειωμένο, επίπεδο των αποδοχών τους ως "κανονικός μισθός", ως ο φυσιολογικός, ο δίκαιος, ο αναγκαίος μισθός για να συντηρηθούν, να αναπαραχθούν, να συμμετέχουν στην κοινωνική ζωή και να είναι σεβαστοί από το κοινωνικό τους περιβάλλον. Αυτό όμως είναι επίδικο αντικείμενο των κοινωνικών, ταξικών, αντιπαραθέσεων και του πολιτικού αγώνα που είναι η ανώτερη μορφή τους.
_______________
*O Ηλίας Ιωακείμογλου είναι επιστημονικός σύμβουλος του ΙΝΕ ΓΣΕΕ.
http://www.avgi.gr
Καθεστωτικοί οικονομολόγοι, στα ελληνικά πανεπιστήμια και στους διεθνείς οργανισμούς, οργάνωσαν την ύφεση, την ανεργία και τη μείωση των μισθών, ισχυριζόμενοι ότι μπορεί έτσι κάποιος να πυροδοτήσει μια διαδικασία μείωσης των εγχώριων τιμών, επομένως και αύξησης της ανταγωνιστικότητας και των εξαγωγών. Γνωρίζουν τώρα ότι αυτή η πολιτική, που ονομάστηκε "εσωτερική υποτίμηση", απέτυχε. "Η μεγέθυνση των εξαγωγών ήταν απογοητευτική", σημειώνει το ΔΝΤ στην τελευταία έκθεσή του για την Ελλάδα. Πράγματι, οι εξαγωγικές επιδόσεις της Ελλάδας επιδεινώνονται (βλ. αναλυτικά στο Ενημερωτικό Δελτίο του Δικτύου Μελετών και Τεκμηρίωσης του Σύριζα, #23, 25/1/2013).
Έχουν όμως αντιληφθεί, εν τω μεταξύ, καθεστωτικοί πολιτικοί και οικονομολόγοι, ότι η δραστική μείωση των μισθών με την ύφεση και την ανεργία που την συνοδεύουν οδηγεί σε απροσδόκητα γι' αυτούς οφέλη: δημιουργεί ταξικούς συσχετισμούς δύναμης οι οποίοι επιτρέπουν στην άρχουσα τάξη να ανασυγκροτήσει την ελληνική οικονομία σε νέες βάσεις, με κινεζοποίηση της αγοράς εργασίας,
γιγαντιαία μεταφορά πόρων από τις εργαζόμενες τάξεις προς τους κεφαλαιούχους ώστε να διασωθεί το πλασματικό κεφάλαιο που έχει συσσωρευτεί στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αποδιάρθρωση του κοινωνικού κράτους, διατήρηση των εισοδημάτων του κεφαλαίου σε ικανοποιητικά επίπεδα.
Ανακαλύπτουν με τον καιρό ότι υπάρχουν και άλλα παράπλευρα οφέλη για το καθεστώς: η ύφεση και η ανεργία μειώνουν το επίπεδο διαβίωσης των εργαζόμενων τάξεων σε ένα τόσο χαμηλό επίπεδο ώστε επιτυγχάνεται μια θεαματική μείωση των εισαγωγών. Μπορεί οι εξαγωγές να μειώνονται (διαψεύδοντας τη θεωρία της εσωτερικής υποτίμησης), αλλά ακόμη περισσότερο μειώνονται οι εισαγωγές επειδή καταρρέουν τόσο το επίπεδο διαβίωσης των εργαζόμενων τάξεων όσο και οι επενδύσεις που δημιουργούν ζήτηση για εισαγόμενα προϊόντα. Ως αποτέλεσμα, εάν δεν λάβουμε υπόψη μας το πετρέλαιο και τις δαπάνες για πλοία, το εξωτερικό εμπόριο είναι ήδη πλεονασματικό (οι εξαγωγές δηλαδή είναι μεγαλύτερες από τις εισαγωγές) και μειώνονται ανάλογα οι ανάγκες για εξωτερικό δανεισμό.
Έτσι, αντί η προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας να πραγματοποιηθεί με τον τρόπο που προέβλεπε η θεωρία της εσωτερικής υποτίμησης, δηλαδή με αύξηση των εξαγωγών πραγματοποιείται με την περιστολή των εισαγωγών: πάλι κλείνει το εμπορικό έλλειμα και μειώνονται οι ανάγκες εξωτερικού δανεισμού. Η μείωση των εισαγωγών επιτυγχάνεται με την δραματική μείωση της εγχώριας ζήτησης, η οποία έχει οδηγήσει ήδη σε απώλεια του 1/5 του πραγματικού ΑΕΠ (2012 έναντι του 2008). Βεβαίως, η πολιτική της φτώχειας μειώνει τα δημόσια έσοδα. Το κενό όμως καλύπτεται με μειώσεις των δημοσίων δαπανών, δηλαδή με ακόμη περισσότερη φτώχεια.
Εν κατακλείδι, αντί να αυξηθούν οι εξαγωγές στο ύψος του επιπέδου διαβίωσης των εργαζόμενων τάξεων που διαμορφώθηκε στη δεκαετία του 2000, προσαρμόζεται το επίπεδο διαβίωσης στο χαμηλό επίπεδο των εξαγωγών.
Ωστόσο, η ιστορία δεν τελειώνει εδώ. Για να είναι επιτυχημένη η πολιτική της φτώχειας, θα πρέπει η καθίζηση στο επίπεδο διαβίωσης των εργαζόμενων τάξεων να μην έχει συγκυριακό, πρόσκαιρο χαρακτήρα. Θα πρέπει να πάψουν οι εργαζόμενες τάξεις να θεωρούν τη δραματική μείωση του επιπέδου διαβίωσης ως φαινόμενο πρόσκαιρο, γιατί, αλλιώς, σε μια αλλαγή της συγκυρίας που θα αύξανε το ΑΕΠ και θα μείωνε το ποσοστό ανεργίας, θα βλέπαμε ξανά τους μισθούς να αυξάνονται και να ακυρώνουν την πολιτική της φτώχειας. Για να είναι επιτυχημένη η πολιτική της φτώχειας θα πρέπει να νομιμοποιηθεί στη συνείδηση των εργαζόμενων τάξεων το νέο, μειωμένο, επίπεδο των αποδοχών τους ως "κανονικός μισθός", ως ο φυσιολογικός, ο δίκαιος, ο αναγκαίος μισθός για να συντηρηθούν, να αναπαραχθούν, να συμμετέχουν στην κοινωνική ζωή και να είναι σεβαστοί από το κοινωνικό τους περιβάλλον. Αυτό όμως είναι επίδικο αντικείμενο των κοινωνικών, ταξικών, αντιπαραθέσεων και του πολιτικού αγώνα που είναι η ανώτερη μορφή τους.
_______________
*O Ηλίας Ιωακείμογλου είναι επιστημονικός σύμβουλος του ΙΝΕ ΓΣΕΕ.
http://www.avgi.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου