Της Mpanana
Δεν το φανταζόμουν πως μπορεί η δικιά σου ανεργία να προκαλεί τέτοια αμηχανία στου άλλους. Ντρέπονται που ρώτησαν πως πάει η δουλειά λες κι έγινε κάτι που το ξαναθύμισες. Λες και το ξέχασα. Μετά πάντα ακολουθεί η ίδια ερώτηση: «Και; Ψάχνεις καθόλου για δουλειά;». Η αποθέωση είναι η έκφραση που παίρνει αυτός που ρωτά, όταν του απαντήσεις «Όχι, δεν ψάχνω». Μια έκφραση μεταξύ λύπης, συμπόνιας και ερωτηματικού. Κάτι ανάμεσα από το «Που να ψάξεις και συ» με το «Δεν μπορείς να μείνεις έτσι». Σκέφτομαι πως στην ανεργία και το θάνατο οι άνθρωποι δεν ξέρουν τι να πουν και πετάνε κάτι στερεοτυπικά χωρίς να λαμβάνουν υπόψη εσένα που τα λες.
Ακολουθούν συμβουλές που επίσης δεν έχουν σχέση με σένα, ακόμα και αν σε ξέρουν λίγο περισσότερο. Ο καθένας με το δικό του άγχος, τη δικιά του γνώμη, το δικό του φόβο. Μη μείνεις άνεργος, τους πρώτους μήνες εμφανίζονται ευκαιρίες μετά σε ξεχνάνε και τέτοια πολλά. Ένα άγχος μη πάθεις λέει κατάθλιψη. Πώς να εξηγήσεις πως κατάθλιψη θα πάθαινες αν έμενες λίγο ακόμα εκβιαστικά σε ένα περιβάλλον που είχες αρχίσει να σιχαίνεσαι. Κατάθλιψη θα πάθαινα αν έπρεπε ακόμα να μπαίνω στο μετρό κάθε πρωί και να πηγαίνω εκεί. Όταν κάτι έχει σαπίσει είναι σχεδόν λυτρωτικό να το πετάς. Είναι σχεδόν λυτρωτικό ακόμα και να στο παίρνουν με το ζόρι να στο πετάξουν άλλοι. Όπως και να χει το ξεφορτώθηκες.
Υπό προϋποθέσεις, η ανεργία, δεν είναι το χειρότερο πράγμα που μπορεί να σου συμβεί.
Αν δεν έχεις δάνεια, νοίκια, χρέη ή παιδιά, η ανεργία μπορεί και να είναι ευκαιρία για αλλαγή. Η Φου μου, βάζει παξιμάδια σε σακούλες για τέσσερις ώρες κάθε μέρα, σε ένα νησί. Πρόσφατα είπε πως αυτή είναι η πιο έντιμη δουλειά που έχει κάνει ποτέ.
Αντέχουμε να εξευτελίζουμε τα θέλω μας, τα όνειρα μας, ολόκληρες τις ζωές μας αλλά δεν αντέχουμε να κάνουμε μια αλλαγή. Αντέχουμε να κάνουμε δουλειές που δε θέλουμε, να συνεργαζόμαστε με ανθρώπους που ούτε γεια δε θα λέγαμε, αντέχουμε να καταπίνουμε τον εκνευρισμό μας για εκείνο και το άλλο , αντέχουμε τον εκβιασμό και φοβόμαστε όταν μας βγάζουν από το πλαίσιο που μας έβαλαν.
Ψάχνω να βρω μέσα από τις συμβουλές που συνήθως μου δίνουν, αν υπάρχει ένας άνθρωπος που εξευτελίστηκε, αν κάποτε υπήρχε ένα θέλω που πνίγηκε πριν καν εκφραστεί και βλέπω μόνο φόβο. Φοβόμαστε την ελευθερία της μέρας μας, του χρόνου μας.
Φοβόμαστε τους ίδιους μας τους εαυτούς γαμώτη. Αν για λίγο έχεις υπάρξει σε ένα γραφείο που κάνεις refreshτις ανοιχτές σελίδες στα socialmedia, αν τις Κυριακές το βράδυ σε πιάνει η ψυχή σου που ξεκινάει ακόμα μια εβδομάδα εκεί, αν οι Δευτέρες θυμίζουν κηδεία και οι Τρίτες μνημόσυνο, αν έχεις βγει από το γραφείο του αφεντικού λέγοντας άντε γαμησου μωρή, αν έχεις ζωγραφίσει γραμμές και λουλουδάκια σε meetings που συζητάτε τα αυτονόητα, σαν οι ώρες να μην είναι πολύτιμες, τότε ξέρεις τι λέω.
Όπως και να το κάνουν, όπως και να το κάνουμε τέλος πάντων, δε μπορεί όλα αυτά να είναι χειρότερα από το να ξυπνάς χωρίς ξυπνητήρι και να μπορείς να συζητάς στις 11 μιας οποιαδήποτε μέρας να πας για καφέ στον ήλιο. Καταλαβαίνω τώρα πως στις διακοπές δεν προλαβαίνουμε να καταλάβουμε πόσο εξαρτημένοι είμαστε από το επαγγελματικό μας πλαίσιο. Πόσο εξαρτητικά υπομένουμε.
Λέω να φτιάξουμε ένα δίκτυο απεξάρτησης από τις βαρετές μας ζωές. Να βρισκόμαστε μια φορά την εβδομάδα και να μοιραζόμαστε όλες αυτές τις ιστορίες από τα κλιματιζόμενα γραφεία που νιώσαμε σκουπίδι. Να μιλάμε για τα όνειρα μας, να λέμε μεταξύ μας πόσο καλοί είμαστε στη μαγειρική, τη ζωγραφική, πόσο μας αρέσει να τριγυρνάμε στο κέντρο και να εφεύρουμε τρόπους να ζούμε από αυτά. Να θυμηθούμε πως είναι να είμαστε ελεύθεροι και ωραίοι άνθρωποι, γεμάτοι ταλέντα και ιδιομορφίες. Να κάνουμε αγκαλιές, να κοιταζόμαστε στα μάτια, να λέμε αλήθειες και να γελάμε με τα ψέματα. Να φτιάξουμε τις ζωές μας υπηρετώντας μόνο τους εαυτούς μας. Θα είμαστε καλύτερα.
* Tο άρθρο γράφηκε για το τεύχος 23 του περιοδικού babushka
Δεν το φανταζόμουν πως μπορεί η δικιά σου ανεργία να προκαλεί τέτοια αμηχανία στου άλλους. Ντρέπονται που ρώτησαν πως πάει η δουλειά λες κι έγινε κάτι που το ξαναθύμισες. Λες και το ξέχασα. Μετά πάντα ακολουθεί η ίδια ερώτηση: «Και; Ψάχνεις καθόλου για δουλειά;». Η αποθέωση είναι η έκφραση που παίρνει αυτός που ρωτά, όταν του απαντήσεις «Όχι, δεν ψάχνω». Μια έκφραση μεταξύ λύπης, συμπόνιας και ερωτηματικού. Κάτι ανάμεσα από το «Που να ψάξεις και συ» με το «Δεν μπορείς να μείνεις έτσι». Σκέφτομαι πως στην ανεργία και το θάνατο οι άνθρωποι δεν ξέρουν τι να πουν και πετάνε κάτι στερεοτυπικά χωρίς να λαμβάνουν υπόψη εσένα που τα λες.
Ακολουθούν συμβουλές που επίσης δεν έχουν σχέση με σένα, ακόμα και αν σε ξέρουν λίγο περισσότερο. Ο καθένας με το δικό του άγχος, τη δικιά του γνώμη, το δικό του φόβο. Μη μείνεις άνεργος, τους πρώτους μήνες εμφανίζονται ευκαιρίες μετά σε ξεχνάνε και τέτοια πολλά. Ένα άγχος μη πάθεις λέει κατάθλιψη. Πώς να εξηγήσεις πως κατάθλιψη θα πάθαινες αν έμενες λίγο ακόμα εκβιαστικά σε ένα περιβάλλον που είχες αρχίσει να σιχαίνεσαι. Κατάθλιψη θα πάθαινα αν έπρεπε ακόμα να μπαίνω στο μετρό κάθε πρωί και να πηγαίνω εκεί. Όταν κάτι έχει σαπίσει είναι σχεδόν λυτρωτικό να το πετάς. Είναι σχεδόν λυτρωτικό ακόμα και να στο παίρνουν με το ζόρι να στο πετάξουν άλλοι. Όπως και να χει το ξεφορτώθηκες.
Υπό προϋποθέσεις, η ανεργία, δεν είναι το χειρότερο πράγμα που μπορεί να σου συμβεί.
Αν δεν έχεις δάνεια, νοίκια, χρέη ή παιδιά, η ανεργία μπορεί και να είναι ευκαιρία για αλλαγή. Η Φου μου, βάζει παξιμάδια σε σακούλες για τέσσερις ώρες κάθε μέρα, σε ένα νησί. Πρόσφατα είπε πως αυτή είναι η πιο έντιμη δουλειά που έχει κάνει ποτέ.
Αντέχουμε να εξευτελίζουμε τα θέλω μας, τα όνειρα μας, ολόκληρες τις ζωές μας αλλά δεν αντέχουμε να κάνουμε μια αλλαγή. Αντέχουμε να κάνουμε δουλειές που δε θέλουμε, να συνεργαζόμαστε με ανθρώπους που ούτε γεια δε θα λέγαμε, αντέχουμε να καταπίνουμε τον εκνευρισμό μας για εκείνο και το άλλο , αντέχουμε τον εκβιασμό και φοβόμαστε όταν μας βγάζουν από το πλαίσιο που μας έβαλαν.
Ψάχνω να βρω μέσα από τις συμβουλές που συνήθως μου δίνουν, αν υπάρχει ένας άνθρωπος που εξευτελίστηκε, αν κάποτε υπήρχε ένα θέλω που πνίγηκε πριν καν εκφραστεί και βλέπω μόνο φόβο. Φοβόμαστε την ελευθερία της μέρας μας, του χρόνου μας.
Φοβόμαστε τους ίδιους μας τους εαυτούς γαμώτη. Αν για λίγο έχεις υπάρξει σε ένα γραφείο που κάνεις refreshτις ανοιχτές σελίδες στα socialmedia, αν τις Κυριακές το βράδυ σε πιάνει η ψυχή σου που ξεκινάει ακόμα μια εβδομάδα εκεί, αν οι Δευτέρες θυμίζουν κηδεία και οι Τρίτες μνημόσυνο, αν έχεις βγει από το γραφείο του αφεντικού λέγοντας άντε γαμησου μωρή, αν έχεις ζωγραφίσει γραμμές και λουλουδάκια σε meetings που συζητάτε τα αυτονόητα, σαν οι ώρες να μην είναι πολύτιμες, τότε ξέρεις τι λέω.
Όπως και να το κάνουν, όπως και να το κάνουμε τέλος πάντων, δε μπορεί όλα αυτά να είναι χειρότερα από το να ξυπνάς χωρίς ξυπνητήρι και να μπορείς να συζητάς στις 11 μιας οποιαδήποτε μέρας να πας για καφέ στον ήλιο. Καταλαβαίνω τώρα πως στις διακοπές δεν προλαβαίνουμε να καταλάβουμε πόσο εξαρτημένοι είμαστε από το επαγγελματικό μας πλαίσιο. Πόσο εξαρτητικά υπομένουμε.
Λέω να φτιάξουμε ένα δίκτυο απεξάρτησης από τις βαρετές μας ζωές. Να βρισκόμαστε μια φορά την εβδομάδα και να μοιραζόμαστε όλες αυτές τις ιστορίες από τα κλιματιζόμενα γραφεία που νιώσαμε σκουπίδι. Να μιλάμε για τα όνειρα μας, να λέμε μεταξύ μας πόσο καλοί είμαστε στη μαγειρική, τη ζωγραφική, πόσο μας αρέσει να τριγυρνάμε στο κέντρο και να εφεύρουμε τρόπους να ζούμε από αυτά. Να θυμηθούμε πως είναι να είμαστε ελεύθεροι και ωραίοι άνθρωποι, γεμάτοι ταλέντα και ιδιομορφίες. Να κάνουμε αγκαλιές, να κοιταζόμαστε στα μάτια, να λέμε αλήθειες και να γελάμε με τα ψέματα. Να φτιάξουμε τις ζωές μας υπηρετώντας μόνο τους εαυτούς μας. Θα είμαστε καλύτερα.
* Tο άρθρο γράφηκε για το τεύχος 23 του περιοδικού babushka
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου