Του Γιώργου Δουράκη
Σε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξή του με το χαρακτηριστικό τίτλο «οι διαπραγματεύσεις ήταν ένας εφιάλτης» (βλ. εδώ), ο πρώην υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Αντώνης Μανιτάκης προβαίνει σε μια συνοπτική αποτίμηση της θητείας του στη μνημονιακή συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ, ιδιαίτερα όσον αφορά στις σχέσεις του με τους εκπροσώπους της τρόικας. Δράττομαι της ευκαιρίας να σχολιάσω τα λεγόμενά του εν αναμονή πάντα μιας πιο διεξοδικής εξιστόρησης που υπόσχεται ότι θα επιχειρήσει σε βιβλίο που προανήγγειλε…
Σε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξή του με το χαρακτηριστικό τίτλο «οι διαπραγματεύσεις ήταν ένας εφιάλτης» (βλ. εδώ), ο πρώην υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Αντώνης Μανιτάκης προβαίνει σε μια συνοπτική αποτίμηση της θητείας του στη μνημονιακή συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ, ιδιαίτερα όσον αφορά στις σχέσεις του με τους εκπροσώπους της τρόικας. Δράττομαι της ευκαιρίας να σχολιάσω τα λεγόμενά του εν αναμονή πάντα μιας πιο διεξοδικής εξιστόρησης που υπόσχεται ότι θα επιχειρήσει σε βιβλίο που προανήγγειλε…
Ώστε έτσι, λοιπόν. Για να μη θεωρηθεί λιποτάκτης, ο Αντώνης πήρε τ’ όπλο του (το όποιο όπλο του) και χωρίς να το καλοσκεφτεί όρμησε ακάθεκτος στην πρώτη γραμμή του παγκόσμιου οικονομικού πολέμου. Καθότι Αριστερά δε σημαίνει μόνο αντίδραση και άρνηση, αλλά και ευθύνη. Κυβερνητική ευθύνη. Βέβαια μας λέει ότι ρίχτηκε στη μάχη εντελώς απροετοίμαστος, χωρίς καλά-καλά να ξέρει ποιος είναι ο εχθρός και πώς να τον πολεμήσει. Αλλά τι σημασία έχει; Η πατρίδα ήταν σε κίνδυνο. Κι όταν η πατρίδα είναι σε κίνδυνο και σε καλεί, είσαι υποχρεωμένος να τρέξεις και να προτάξεις τα στήθη σου. «Για την Πατρίδα ρε γαμώτο»!... Η Πατουλίδου για να κόψει πρώτη το νήμα, αυτός για να μας κρατήσει στη ζώνη του ευρώ.
Κάποια στιγμή έφτασε η ώρα της αλήθειας, η ώρα της διακυβέρνησης. Πώς όμως να τα βγάλει πέρα με τα μεγαθήρια της τρόικας; Η μάχη ήταν άνιση. Από τη μια αυτοί - τεχνοκράτες ολκής, φωστήρες των αριθμών, έμπειροι και στυγνοί διαπραγματευτές, που το μόνο που έκαναν ήταν να βάζουν στόχους και να απαιτούν επίμονα την υλοποίησή τους ασχέτως κοινωνικού κόστους. Από την άλλη αυτός –πρωτάρης κι άπειρος πολιτικός, κοινωνικά ευαίσθητος, που δεν τα πάει καλά με τους αριθμούς ούτε και σκαμπάζει πολλά-πολλά από τεχνικές διαπραγμάτευσης. Έδωσε σκληρές μάχες και αυτός και το κόμμα του, αλλά χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Κάποια στιγμή ο αρχηγός είπε «ως εδώ και μη παρέκει» (ο υπουργός πιστεύει ότι έπρεπε να τα είχαν βροντήξει πολύ νωρίτερα) και μοιραία η ΔΗΜΑΡ βρέθηκε εκτός συγκυβέρνησης.
Κάπως έτσι εξιστορεί τα έργα και τις ημέρες του ιδίου και της Δημοκρατικής Αριστεράς στην πιο κρίσιμη καμπή της σύγχρονης ιστορίας μας ο Αντώνης Μανιτάκης. Αν και ευλογοφανές, το αφήγημά του είναι διάτρητο. Μπάζει από παντού. Πλανάται πλάνην οικτράν όποιος νομίζει ότι η πανωλεθρία μας οφείλεται στη διαπραγματευτική δεινότητα της τρόικας και στη διαπραγματευτική ανεπάρκεια της συγκυβέρνησης. Δεν είναι θέμα τεχνογνωσίας. Είναι θέμα ουσίας. Οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην έλλειψη πολιτικής βούλησης για ουσιαστική διαπραγμάτευση. Κι αυτό για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή η συγκυβέρνηση -όπως και οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις- πίστευε ότι το μνημόνιο είναι καλό για τον τόπο. Δεύτερον (όταν πια άρχισαν να φαίνονται τα τραγικά αποτελέσματα), επειδή φοβόταν πιθανή ρήξη που θα μπορούσε να οδηγήσει τη χώρα εκτός ευρώ. Δεν είχε και εξακολουθεί να μην έχει το σθένος να πει όχι, δεν έχει τα κότσια να ρισκάρει, γι’ αυτό και υφίσταται παθητικά την οικονομική και κοινωνική καταστροφή. Αυτή είναι η αλήθεια.
Βασική αρχή (και όχι τεχνική) της διαπραγμάτευσης είναι ότι οι συνδιαλεγόμενοι είναι ιεραρχικά ισότιμοι. Οι πιστωτές μας όρισαν τους δικούς τους εμπειρογνώμονες, η συγκυβέρνηση έπρεπε να ορίσει τους δικούς της. Δεν έχει καμία δουλειά ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του να διαπραγματεύονται με την τρόικα. Είναι αιρετοί πολιτικοί και πρέπει να διαπραγματεύονται μόνο με αιρετούς πολιτικούς του ιδίου επιπέδου. Είναι αδιανόητο η Μέρκελ να παραπέμπει τον πρωθυπουργό στην τρόικα. Αυτό και μόνο δείχνει ότι η διαπραγμάτευση δεν είναι ουσιαστική, αλλά λεόντειος και προσχηματική.
Θα υπήρχε πραγματική διαπραγμάτευση αν η συγκυβέρνηση μπορούσε εν ανάγκη να διατυπώσει με πειστικό τρόπο απειλή αποχώρησης από τη ζώνη του ευρώ, όσο η τρόικα επιμένει στην αποδεδειγμένα πλέον καταστροφική πολιτική της. Χωρίς κατ’ ανάγκην να το εννοεί. Όχι μόνο δεν το έπραξε, αλλά κατέστησε δημοσίως σαφές ότι δεν είναι διατεθειμένη να θέσει σε κίνδυνο την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη. Ο κ. Κουβέλης μάλιστα αναδείχθηκε σε πλειοδότη, δηλώνοντας με έμφαση ότι κόκκινη γραμμή(!) για να συμπράξει το κόμμα του σε οποιαδήποτε συνεργασία είναι η παραμονή μας στο ευρώ. Η δημόσια αυτή δήλωση ισοδυναμεί με παράδοση άνευ όρων. Τι διαπραγματεύσεις και κουραφέξαλα, αφού ο αντίπαλος γνωρίζει εκ των προτέρων την αχίλλειο πτέρνα μας και την εκμεταλλεύεται δεόντως.
Αυτό ακριβώς πράττουν κατ’ εξακολούθησιν τα ανθρωποειδή της τρόικας, εμμένοντας σε ακραία και προδήλως αναποτελεσματικά μέτρα (κατ’ εντολήν φυσικά των πιστωτών) και υπαναχωρώντας από προηγούμενες θέσεις τους, συχνά μάλιστα με σκαιό και προσβλητικό τρόπο και απαράδεκτες συμπεριφορές. Ουσιαστικά έχουν αποθρασυνθεί επειδή παίζουν χωρίς αντίπαλο, αφού ο αντίπαλος φρόντισε να αυτοακυρωθεί. Πραγματικά δεν καταλαβαίνω αυτό το μείγμα δέους και θαυμασμού (με την απαραίτητη φυσικά απέχθεια) που αισθάνεται για τους εκπροσώπους της τρόικας ο πρώην υπουργός. Και νήπια να ήταν στη θέση τους θα μπορούσαν με μεγάλη άνεση να επιβάλουν τους όρους των πιστωτών. Πολύ φοβάμαι ότι οι τροϊκανοί τον αντιμετώπιζαν σαν μαθητή, επειδή ακριβώς ένοιωθε σαν μαθητής μπροστά τους. Ένας υπουργός που σέβεται τον εαυτό του και προπαντός το λαό που εκπροσωπεί θα τους είχε διώξει κακήν-κακώς αν τον αντιμετώπιζαν με τέτοια περιφρόνηση.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται η ρίζα του κακού. Ο ελληνικός λαός αισθάνεται σοκ και δέος επειδή οι κυβερνήτες του είναι φοβισμένοι και έντρομοι. Δεν μπορούν να ορθώσουν το ανάστημά τους, δεν έχουν το σθένος να πουν όχι, δεν μπορούν ούτε στοιχειωδώς να τον προστατεύσουν από τους αδηφάγους οικονομικούς εισβολείς. Με ηγέτες-κλοτσοσκούφι δεν μπορεί να πιστέψει στις δυνάμεις του και μοιραία γίνεται ηττοπαθής και παραλύει.
Και κάτι τελευταίο. Θυμάμαι πριν λίγα χρόνια την έντονη και εύστοχη κριτική που ασκούσε ο πρώην υπουργός στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, επειδή ουσιαστικά είχε αλλοιώσει τη φυσιογνωμία της εγκαταλείποντας τον κόσμο της εργασίας και προσχωρώντας εντελώς αναίτια στο αντίπαλο στρατόπεδο του νεοφιλελευθερισμού. Ο ίδιος όμως και το κόμμα του έκαναν κάτι απείρως χειρότερο. Στήριξαν ενεργά την πιο κτηνώδη δημοσιονομική προσαρμογή της ιστορίας, η οποία οδήγησε στη μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική καταστροφή που υπέστη ποτέ προηγμένη χώρα σε καιρό ειρήνης. Στο όνομα της Αριστεράς. Πολύ φοβάμαι ότι εφιάλτες δεν είναι μόνο αυτοί που βλέπει στον ύπνο του…
Γιώργος Δουράκης
Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής ΟικονομίαςΤμήμα Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ
Κάποια στιγμή έφτασε η ώρα της αλήθειας, η ώρα της διακυβέρνησης. Πώς όμως να τα βγάλει πέρα με τα μεγαθήρια της τρόικας; Η μάχη ήταν άνιση. Από τη μια αυτοί - τεχνοκράτες ολκής, φωστήρες των αριθμών, έμπειροι και στυγνοί διαπραγματευτές, που το μόνο που έκαναν ήταν να βάζουν στόχους και να απαιτούν επίμονα την υλοποίησή τους ασχέτως κοινωνικού κόστους. Από την άλλη αυτός –πρωτάρης κι άπειρος πολιτικός, κοινωνικά ευαίσθητος, που δεν τα πάει καλά με τους αριθμούς ούτε και σκαμπάζει πολλά-πολλά από τεχνικές διαπραγμάτευσης. Έδωσε σκληρές μάχες και αυτός και το κόμμα του, αλλά χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Κάποια στιγμή ο αρχηγός είπε «ως εδώ και μη παρέκει» (ο υπουργός πιστεύει ότι έπρεπε να τα είχαν βροντήξει πολύ νωρίτερα) και μοιραία η ΔΗΜΑΡ βρέθηκε εκτός συγκυβέρνησης.
Κάπως έτσι εξιστορεί τα έργα και τις ημέρες του ιδίου και της Δημοκρατικής Αριστεράς στην πιο κρίσιμη καμπή της σύγχρονης ιστορίας μας ο Αντώνης Μανιτάκης. Αν και ευλογοφανές, το αφήγημά του είναι διάτρητο. Μπάζει από παντού. Πλανάται πλάνην οικτράν όποιος νομίζει ότι η πανωλεθρία μας οφείλεται στη διαπραγματευτική δεινότητα της τρόικας και στη διαπραγματευτική ανεπάρκεια της συγκυβέρνησης. Δεν είναι θέμα τεχνογνωσίας. Είναι θέμα ουσίας. Οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην έλλειψη πολιτικής βούλησης για ουσιαστική διαπραγμάτευση. Κι αυτό για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή η συγκυβέρνηση -όπως και οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις- πίστευε ότι το μνημόνιο είναι καλό για τον τόπο. Δεύτερον (όταν πια άρχισαν να φαίνονται τα τραγικά αποτελέσματα), επειδή φοβόταν πιθανή ρήξη που θα μπορούσε να οδηγήσει τη χώρα εκτός ευρώ. Δεν είχε και εξακολουθεί να μην έχει το σθένος να πει όχι, δεν έχει τα κότσια να ρισκάρει, γι’ αυτό και υφίσταται παθητικά την οικονομική και κοινωνική καταστροφή. Αυτή είναι η αλήθεια.
Βασική αρχή (και όχι τεχνική) της διαπραγμάτευσης είναι ότι οι συνδιαλεγόμενοι είναι ιεραρχικά ισότιμοι. Οι πιστωτές μας όρισαν τους δικούς τους εμπειρογνώμονες, η συγκυβέρνηση έπρεπε να ορίσει τους δικούς της. Δεν έχει καμία δουλειά ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί του να διαπραγματεύονται με την τρόικα. Είναι αιρετοί πολιτικοί και πρέπει να διαπραγματεύονται μόνο με αιρετούς πολιτικούς του ιδίου επιπέδου. Είναι αδιανόητο η Μέρκελ να παραπέμπει τον πρωθυπουργό στην τρόικα. Αυτό και μόνο δείχνει ότι η διαπραγμάτευση δεν είναι ουσιαστική, αλλά λεόντειος και προσχηματική.
Θα υπήρχε πραγματική διαπραγμάτευση αν η συγκυβέρνηση μπορούσε εν ανάγκη να διατυπώσει με πειστικό τρόπο απειλή αποχώρησης από τη ζώνη του ευρώ, όσο η τρόικα επιμένει στην αποδεδειγμένα πλέον καταστροφική πολιτική της. Χωρίς κατ’ ανάγκην να το εννοεί. Όχι μόνο δεν το έπραξε, αλλά κατέστησε δημοσίως σαφές ότι δεν είναι διατεθειμένη να θέσει σε κίνδυνο την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη. Ο κ. Κουβέλης μάλιστα αναδείχθηκε σε πλειοδότη, δηλώνοντας με έμφαση ότι κόκκινη γραμμή(!) για να συμπράξει το κόμμα του σε οποιαδήποτε συνεργασία είναι η παραμονή μας στο ευρώ. Η δημόσια αυτή δήλωση ισοδυναμεί με παράδοση άνευ όρων. Τι διαπραγματεύσεις και κουραφέξαλα, αφού ο αντίπαλος γνωρίζει εκ των προτέρων την αχίλλειο πτέρνα μας και την εκμεταλλεύεται δεόντως.
Αυτό ακριβώς πράττουν κατ’ εξακολούθησιν τα ανθρωποειδή της τρόικας, εμμένοντας σε ακραία και προδήλως αναποτελεσματικά μέτρα (κατ’ εντολήν φυσικά των πιστωτών) και υπαναχωρώντας από προηγούμενες θέσεις τους, συχνά μάλιστα με σκαιό και προσβλητικό τρόπο και απαράδεκτες συμπεριφορές. Ουσιαστικά έχουν αποθρασυνθεί επειδή παίζουν χωρίς αντίπαλο, αφού ο αντίπαλος φρόντισε να αυτοακυρωθεί. Πραγματικά δεν καταλαβαίνω αυτό το μείγμα δέους και θαυμασμού (με την απαραίτητη φυσικά απέχθεια) που αισθάνεται για τους εκπροσώπους της τρόικας ο πρώην υπουργός. Και νήπια να ήταν στη θέση τους θα μπορούσαν με μεγάλη άνεση να επιβάλουν τους όρους των πιστωτών. Πολύ φοβάμαι ότι οι τροϊκανοί τον αντιμετώπιζαν σαν μαθητή, επειδή ακριβώς ένοιωθε σαν μαθητής μπροστά τους. Ένας υπουργός που σέβεται τον εαυτό του και προπαντός το λαό που εκπροσωπεί θα τους είχε διώξει κακήν-κακώς αν τον αντιμετώπιζαν με τέτοια περιφρόνηση.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται η ρίζα του κακού. Ο ελληνικός λαός αισθάνεται σοκ και δέος επειδή οι κυβερνήτες του είναι φοβισμένοι και έντρομοι. Δεν μπορούν να ορθώσουν το ανάστημά τους, δεν έχουν το σθένος να πουν όχι, δεν μπορούν ούτε στοιχειωδώς να τον προστατεύσουν από τους αδηφάγους οικονομικούς εισβολείς. Με ηγέτες-κλοτσοσκούφι δεν μπορεί να πιστέψει στις δυνάμεις του και μοιραία γίνεται ηττοπαθής και παραλύει.
Και κάτι τελευταίο. Θυμάμαι πριν λίγα χρόνια την έντονη και εύστοχη κριτική που ασκούσε ο πρώην υπουργός στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, επειδή ουσιαστικά είχε αλλοιώσει τη φυσιογνωμία της εγκαταλείποντας τον κόσμο της εργασίας και προσχωρώντας εντελώς αναίτια στο αντίπαλο στρατόπεδο του νεοφιλελευθερισμού. Ο ίδιος όμως και το κόμμα του έκαναν κάτι απείρως χειρότερο. Στήριξαν ενεργά την πιο κτηνώδη δημοσιονομική προσαρμογή της ιστορίας, η οποία οδήγησε στη μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική καταστροφή που υπέστη ποτέ προηγμένη χώρα σε καιρό ειρήνης. Στο όνομα της Αριστεράς. Πολύ φοβάμαι ότι εφιάλτες δεν είναι μόνο αυτοί που βλέπει στον ύπνο του…
Γιώργος Δουράκης
Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής ΟικονομίαςΤμήμα Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου