Του Άρη Χατζηστεφάνου
Σε υπόθεση διαπλοκής με μεγάλες εταιρείες αλλά και την ευρωπαϊκή ένωση εξελίσσεται η αποκάλυψη των παρακολουθήσεων που πραγματοποιούσαν οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες στην Ευρώπη αλλά και στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Παρά την αληθινή ενόχληση αρκετών ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, οι οποίες συνειδητοποίησαν το μέγεθος της βιομηχανικής κατασκοπείας που πραγματοποιούσε η Ουάσινγκτον σε εταιρείες τους, καμία χώρα και και καμία επιχείρηση δεν αντέδρασε με την απαιτούμενη πυγμή. Μια τέτοια κίνηση θα απαιτούσε κοινή στάση των χωρών της Ε.Ε, οι οποίες έχουν πολύ περισσότερα να χάσουν αν οι μυστικές υπηρεσίες αρχίσουν να βγάζουν στη φόρα τα… άπλυτα τους.
Όπως έγινε γνωστό την τελευταία εβδομάδα από δημοσίευμα των Νιου Γιορκ Τάιμς, η CIA πλήρωνε τουλάχιστον δέκα εκατομμύρια δολάρια ετησίως στον αμερικανικό κολοσσό τηλεπικοινωνιών AT&T για να της παρέχει πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων των πελατών της. Οι δυο «εταιρείες», που είχαν συνεργαστεί και στο παρελθόν για την ανατροπή του προέδρου Αλιέντε στη Χιλή, φαίνεται να λειτουργούν πρακτικά σαν ένας οργανισμός καθώς η CIA είχε διαρκή πρόσβαση στα αρχεία χωρίς να απαιτείται ούτε μια τυπική έγκριση από την AT&T – πολλώ δε μάλλον εισαγγελική άδεια.
Επίσης, αν και μετά τις αποκαλύψεις για το δίκτυο παρακολουθήσεων μπορεί να φαντάζει σαν ψιλά γράμματα, η συγκεκριμένη πρακτική αποτελεί και παραβίαση του καταστατικού λειτουργίας των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών καθώς η CIA απαγορεύεται να ασχολείται με Αμερικανούς πολίτες και οι σχετικές παρακολουθήσεις θα «έπρεπε» να πραγματοποιούνται από το FBI ή άλλες υπηρεσίες ασφαλείας.
Αρκετές ακόμη πολυεθνικές των τηλεπικοινωνιών και του διαδικτύου, όπως η Verizon, η Youtube, η Google και η Yahoo, έχουν συνεργαστεί στο παρελθόν με αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες προωθώντας τα σχέδια του Λευκού Οίκου από την Κίνα μέχρι και το Ιράν. Για πρώτη φορά όμως έρχεται στο φως η επιχειρηματική σχέση κατασκοπείας και μάλιστα σε βάρος Αμερικανών πολιτών. Όπως προκύπτει από έγγραφα που έφερε στο φως ο Σνόουντεν, η Υπηρεσία Εθνικής Ασφαλείας (NSA) πλήρωσε τουλάχιστον 278 εκατομμύρια δολάρια σε εταιρείες τηλεπικοινωνιών και διαδικτύου για να αποκτήσει πρόσβαση στους διακομιστές τους. Για την χρηματοδότηση αυτών των επιχειρήσεων η επιτροπή πληροφοριών της αμερικανικής γερουσίας έχει εγκρίνει για το 2013 κονδύλια ύψους 52.6 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τα οποία μόνο η NSA λαμβάνει 10.2 δισεκατομμύρια δολάρια.
Όπως όλα δείχνουν, οι μέχρι στιγμής έρευνες στο εσωτερικό των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών δεν έχουν ως στόχο να περιορίσουν ούτε κατ’ ελάχιστο το γιγαντιαίο πρόγραμμα παρακολουθήσεων αλλά να εξασφαλίσουν ότι στο μέλλον δεν θα υπάρξουν άλλες διαρροές όπως αυτές που πραγματοποίησε ο Σνόουντεν. Για το σκοπό αυτό ο επικεφαλής Υπηρεσιών Ασφαλείας, δηλαδή της ομπρέλας που ελέγχει όλες τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, έλαβε εντολή να επανεξετάσει τους κανόνες ελέγχου του προσωπικού για την αντιμετώπιση «εσωτερικών κινδύνων».
Την ίδια ώρα η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τους λεονταρισμούς αποφεύγει να λάβει συγκεκριμένα μέτρα που θα επιδείνωναν τις σχέσεις τους με τις ΗΠΑ, ως απάντηση στις αποκαλύψεις για παρακολουθήσεις εκατομμυρίων Ευρωπαίων πολιτών αλλά ακόμη και της Γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ. Οι προτάσεις για ακύρωση συμφωνιών εμπορικής συνεργασίας σαν απάντηση στην αμερικανική βιομηχανική κατασκοπεία πέφτουν στο κενό. Το ίδιο συμβαίνει όμως και με την πρόταση διακοπής της συμφωνίας ανταλλαγής πληροφοριών που αφορούν τραπεζικούς λογαριασμούς – συμφωνία η οποία είχε εγκριθεί με πρόσχημα την αντιμετώπιση της διεθνούς τρομοκρατίας. Και φυσικά καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν σκέφτηκε σοβαρά να προσφέρει άσυλο στον άνθρωπο που έφερε στο φως αυτή την υπόθεση, σε μια κίνηση που θα έδειχνε την αποφασιστικότητα των Ευρωπαίων να απαντήσυν δυναμικά στην αμερικανική πρόκληση.
Προφανώς η ΕΕ δεν θα μπορούσε να καταλήξει σε μια κοινή στάση απέναντι στις ΗΠΑ αφού αρκετές χώρες, με πρώτη και καλύτερη τη Βρετανία, συνεργάζονταν με τις ΗΠΑ για την κατασκοπεία άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Όπως προκύπτει από τις αποκαλύψεις του Σνόουντεν οι ταράτσες της βρετανικής και της αμερικανικής πρεσβείας στο Βερολίνο είχαν μετατραπεί σε κέντρα ηλεκτρονικών παρακολουθήσεων.
Στο βρετανικό κοινοβούλιο στήθηκε μια ειδική επιτροπή που υποτίθεται ότι θα εξέταζε τους επικεφαλής των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών οι οποίοι κατηγορούνται για κατασκοπεία Ευρωπαίων πολιτών και συγκεκριμένες επιχειρήσεις συλλογής πληροφοριών στη Γερμανία. Η διαδικασία βέβαια μετατράπηκε σε παρωδία αφού στηρίχθηκε σε ειδικό κανονισμό που είχε προωθήσει ο Μπλερ και ο οποίος ακυρώνει στην πράξη κάθε σοβαρή προσπάθεια κοινοβουλευτικού ελέγχου. Το πάνελ που στήθηκε αποτελούνταν από τα πλέον συντηρητικά στελέχη των εργατικών και των συντηρητικών, οι οποίοι δεν είχαν καμία πρόθεση να «στριμώξουν» τους επικεφαλείς των υπηρεσιών ενώ όσοι βουλευτές ζήτησαν να παρέμβουν έλαβαν ελάχιστα λεπτά σε χρόνο ομιλίας.
Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ότι επιχειρηματικοί και πολιτικοί κύκλοι της Γηραιάς Ηπείρου δεν έχουν ενοχληθεί έντονα από τις αποκαλύψεις. Πέρα από την προφανή ανησυχία που προκαλεί το μέγεθος της βιομηχανικής κατασκοπείας, η παρακολούθηση υψηλόβαθμων στελεχών της ΕΕ και αρχηγών κρατών σημαίνει ότι μια ολόκληρη γενιά Ευρωπαίων πολιτικών κινδυνεύει να πέσει θύμα διαφόρων μορφών εκβιασμών από την Ουάσινγκτον. Η περίπτωση του Ντομινίκ Στρος Καν, ο οποίος «εξαχνώθηκε» εν μια νυκτί από την ηγεσία του ΔΝΤ αλλά και από την πολιτική σκηνή της Γαλλίας, όχι για τις πολιτικές και οικονομικές του αποφάσεις αλλά για αμφιβόλου εγκυρότητας καταγγελίες για τη σεξουαλική του ζωή, θυμίζουν σε όλους που μπορούν να φτάσουν οι ΗΠΑ για να προωθήσουν τους στόχους τους.
Παράλληλα η γερμανική κυβέρνηση, η οποία συνειδητοποιεί ότι αποτελούσε το επίκεντρο των παρακολουθήσεων από τις αγγλοσαξονικές μυστικές επιχειρήσεις επιχειρεί τη δική της εσωτερική έρευνα προσπαθώντας να προσεγγίσει τον Σνόουντεν, ο οποίος βρίσκεται ακόμη στη Ρωσία. Στόχος όμως είναι και πάλι η συγκάλυψη της υπόθεσης και η εσωτερική θωράκιση των μυστικών υπηρεσιών.
Εφημερίδα ΠΡΙΝ 10/11/2013
Σε υπόθεση διαπλοκής με μεγάλες εταιρείες αλλά και την ευρωπαϊκή ένωση εξελίσσεται η αποκάλυψη των παρακολουθήσεων που πραγματοποιούσαν οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες στην Ευρώπη αλλά και στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Παρά την αληθινή ενόχληση αρκετών ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, οι οποίες συνειδητοποίησαν το μέγεθος της βιομηχανικής κατασκοπείας που πραγματοποιούσε η Ουάσινγκτον σε εταιρείες τους, καμία χώρα και και καμία επιχείρηση δεν αντέδρασε με την απαιτούμενη πυγμή. Μια τέτοια κίνηση θα απαιτούσε κοινή στάση των χωρών της Ε.Ε, οι οποίες έχουν πολύ περισσότερα να χάσουν αν οι μυστικές υπηρεσίες αρχίσουν να βγάζουν στη φόρα τα… άπλυτα τους.
Όπως έγινε γνωστό την τελευταία εβδομάδα από δημοσίευμα των Νιου Γιορκ Τάιμς, η CIA πλήρωνε τουλάχιστον δέκα εκατομμύρια δολάρια ετησίως στον αμερικανικό κολοσσό τηλεπικοινωνιών AT&T για να της παρέχει πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων των πελατών της. Οι δυο «εταιρείες», που είχαν συνεργαστεί και στο παρελθόν για την ανατροπή του προέδρου Αλιέντε στη Χιλή, φαίνεται να λειτουργούν πρακτικά σαν ένας οργανισμός καθώς η CIA είχε διαρκή πρόσβαση στα αρχεία χωρίς να απαιτείται ούτε μια τυπική έγκριση από την AT&T – πολλώ δε μάλλον εισαγγελική άδεια.
Επίσης, αν και μετά τις αποκαλύψεις για το δίκτυο παρακολουθήσεων μπορεί να φαντάζει σαν ψιλά γράμματα, η συγκεκριμένη πρακτική αποτελεί και παραβίαση του καταστατικού λειτουργίας των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών καθώς η CIA απαγορεύεται να ασχολείται με Αμερικανούς πολίτες και οι σχετικές παρακολουθήσεις θα «έπρεπε» να πραγματοποιούνται από το FBI ή άλλες υπηρεσίες ασφαλείας.
Αρκετές ακόμη πολυεθνικές των τηλεπικοινωνιών και του διαδικτύου, όπως η Verizon, η Youtube, η Google και η Yahoo, έχουν συνεργαστεί στο παρελθόν με αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες προωθώντας τα σχέδια του Λευκού Οίκου από την Κίνα μέχρι και το Ιράν. Για πρώτη φορά όμως έρχεται στο φως η επιχειρηματική σχέση κατασκοπείας και μάλιστα σε βάρος Αμερικανών πολιτών. Όπως προκύπτει από έγγραφα που έφερε στο φως ο Σνόουντεν, η Υπηρεσία Εθνικής Ασφαλείας (NSA) πλήρωσε τουλάχιστον 278 εκατομμύρια δολάρια σε εταιρείες τηλεπικοινωνιών και διαδικτύου για να αποκτήσει πρόσβαση στους διακομιστές τους. Για την χρηματοδότηση αυτών των επιχειρήσεων η επιτροπή πληροφοριών της αμερικανικής γερουσίας έχει εγκρίνει για το 2013 κονδύλια ύψους 52.6 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τα οποία μόνο η NSA λαμβάνει 10.2 δισεκατομμύρια δολάρια.
Όπως όλα δείχνουν, οι μέχρι στιγμής έρευνες στο εσωτερικό των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών δεν έχουν ως στόχο να περιορίσουν ούτε κατ’ ελάχιστο το γιγαντιαίο πρόγραμμα παρακολουθήσεων αλλά να εξασφαλίσουν ότι στο μέλλον δεν θα υπάρξουν άλλες διαρροές όπως αυτές που πραγματοποίησε ο Σνόουντεν. Για το σκοπό αυτό ο επικεφαλής Υπηρεσιών Ασφαλείας, δηλαδή της ομπρέλας που ελέγχει όλες τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, έλαβε εντολή να επανεξετάσει τους κανόνες ελέγχου του προσωπικού για την αντιμετώπιση «εσωτερικών κινδύνων».
Την ίδια ώρα η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τους λεονταρισμούς αποφεύγει να λάβει συγκεκριμένα μέτρα που θα επιδείνωναν τις σχέσεις τους με τις ΗΠΑ, ως απάντηση στις αποκαλύψεις για παρακολουθήσεις εκατομμυρίων Ευρωπαίων πολιτών αλλά ακόμη και της Γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ. Οι προτάσεις για ακύρωση συμφωνιών εμπορικής συνεργασίας σαν απάντηση στην αμερικανική βιομηχανική κατασκοπεία πέφτουν στο κενό. Το ίδιο συμβαίνει όμως και με την πρόταση διακοπής της συμφωνίας ανταλλαγής πληροφοριών που αφορούν τραπεζικούς λογαριασμούς – συμφωνία η οποία είχε εγκριθεί με πρόσχημα την αντιμετώπιση της διεθνούς τρομοκρατίας. Και φυσικά καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν σκέφτηκε σοβαρά να προσφέρει άσυλο στον άνθρωπο που έφερε στο φως αυτή την υπόθεση, σε μια κίνηση που θα έδειχνε την αποφασιστικότητα των Ευρωπαίων να απαντήσυν δυναμικά στην αμερικανική πρόκληση.
Προφανώς η ΕΕ δεν θα μπορούσε να καταλήξει σε μια κοινή στάση απέναντι στις ΗΠΑ αφού αρκετές χώρες, με πρώτη και καλύτερη τη Βρετανία, συνεργάζονταν με τις ΗΠΑ για την κατασκοπεία άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Όπως προκύπτει από τις αποκαλύψεις του Σνόουντεν οι ταράτσες της βρετανικής και της αμερικανικής πρεσβείας στο Βερολίνο είχαν μετατραπεί σε κέντρα ηλεκτρονικών παρακολουθήσεων.
Στο βρετανικό κοινοβούλιο στήθηκε μια ειδική επιτροπή που υποτίθεται ότι θα εξέταζε τους επικεφαλής των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών οι οποίοι κατηγορούνται για κατασκοπεία Ευρωπαίων πολιτών και συγκεκριμένες επιχειρήσεις συλλογής πληροφοριών στη Γερμανία. Η διαδικασία βέβαια μετατράπηκε σε παρωδία αφού στηρίχθηκε σε ειδικό κανονισμό που είχε προωθήσει ο Μπλερ και ο οποίος ακυρώνει στην πράξη κάθε σοβαρή προσπάθεια κοινοβουλευτικού ελέγχου. Το πάνελ που στήθηκε αποτελούνταν από τα πλέον συντηρητικά στελέχη των εργατικών και των συντηρητικών, οι οποίοι δεν είχαν καμία πρόθεση να «στριμώξουν» τους επικεφαλείς των υπηρεσιών ενώ όσοι βουλευτές ζήτησαν να παρέμβουν έλαβαν ελάχιστα λεπτά σε χρόνο ομιλίας.
Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ότι επιχειρηματικοί και πολιτικοί κύκλοι της Γηραιάς Ηπείρου δεν έχουν ενοχληθεί έντονα από τις αποκαλύψεις. Πέρα από την προφανή ανησυχία που προκαλεί το μέγεθος της βιομηχανικής κατασκοπείας, η παρακολούθηση υψηλόβαθμων στελεχών της ΕΕ και αρχηγών κρατών σημαίνει ότι μια ολόκληρη γενιά Ευρωπαίων πολιτικών κινδυνεύει να πέσει θύμα διαφόρων μορφών εκβιασμών από την Ουάσινγκτον. Η περίπτωση του Ντομινίκ Στρος Καν, ο οποίος «εξαχνώθηκε» εν μια νυκτί από την ηγεσία του ΔΝΤ αλλά και από την πολιτική σκηνή της Γαλλίας, όχι για τις πολιτικές και οικονομικές του αποφάσεις αλλά για αμφιβόλου εγκυρότητας καταγγελίες για τη σεξουαλική του ζωή, θυμίζουν σε όλους που μπορούν να φτάσουν οι ΗΠΑ για να προωθήσουν τους στόχους τους.
Παράλληλα η γερμανική κυβέρνηση, η οποία συνειδητοποιεί ότι αποτελούσε το επίκεντρο των παρακολουθήσεων από τις αγγλοσαξονικές μυστικές επιχειρήσεις επιχειρεί τη δική της εσωτερική έρευνα προσπαθώντας να προσεγγίσει τον Σνόουντεν, ο οποίος βρίσκεται ακόμη στη Ρωσία. Στόχος όμως είναι και πάλι η συγκάλυψη της υπόθεσης και η εσωτερική θωράκιση των μυστικών υπηρεσιών.
Εφημερίδα ΠΡΙΝ 10/11/2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου