Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΥ*
Μετά την εκπομπή για τη βία στην «Ανατροπή» με κάλεσαν να μιλήσω για το θέμα πολλές φορές. Η ουσία της τοποθέτησής μου ήταν ανάλογη με όσα ανέπτυξα εκεί, ότι δηλαδή η κοινωνία έχει δικαίωμα να αντιστέκεται και ότι πρέπει να είμαστε εννοιολογικά αυστηροί και να μη χρησιμοποιούμε τον ίδιο όρο για ανόμοια πράγματα, όπως οι χρυσαυγίτικες δολοφονίες, ένα γιαούρτωμα ή μία μαχητική διαδήλωση, η οποία δεν αποτελεί βία, αλλά συνταγματικό δικαίωμα.
Την τελευταία φορά (20/11), καλεσμένος στο βιβλιοπωλείο «Free Thinking Zone» χρησιμοποίησα και ένα απόσπασμα του φιλελεύθερου στοχαστή J.S. Mill (από το «The French law against the Press») για να στηρίξω το επιχείρημα ότι η βία είναι πάντα κάτι κακό, μερικές φορές όμως είναι αδύνατο να την αποφύγουμε, όπως συμβαίνει και στις περιπτώσεις της ατομικής νόμιμης άμυνας, προκειμένου να αποτρέψουμε ένα μεγαλύτερο κακό, όπως την τυραννία ενός αυταρχικού καθεστώτος.
Διάφορα συστημικά ΜΜΕ, σαν να συντονίζονται από ένα αόρατο αρχισυντάκτη, αντέδρασαν στα αυτονόητα αυτά, διαστρεβλώνοντας τις θέσεις μου και παρουσιάζοντάς με ως αχαλίνωτο οπαδό της βίας.
Η κυρία Καρολίνα Παπακώστα, π.χ., στα «Νέα» (21/11) έγραψε ότι είπα, τάχα, στους συνομιλητές μου, σε εισαγωγικά, άρα verbatim: «Αυτό που ενώνει εσάς τους τρεις και σας χωρίζει από εμένα είναι ότι εσείς είστε υπέρ της εξουσίας. Οταν έχουμε άδικο καθεστώς η αντίσταση πρέπει να παίρνει βίαιη μορφή». Το πρώτο πράγματι το είπα και, κατά τη γνώμη μου, είναι αλήθεια. (Ενας τους, π.χ., έχει δημοσιεύσει άρθρο με τίτλο «Ζήτω το Μνημόνιο!»). Οχι όμως και τη δεύτερη φράση, που με την αδιάστικτη γενικότητά της φέρει και το βασικό φορτίο της σπίλωσης. Εμφανίζομαι, με άλλα λόγια, να υποστηρίζω τον παραλογισμό ότι μπροστά στην αδικία, ακόμη και αν υπάρχουν άλλοι τρόποι να τη διορθώσουμε, πρέπει να παθαίνουμε αμόκ και να πηγαίνουμε για αίμα...
Το ίδιο σκόπιμα παραπλανητικό απόσπασμα αντέγραψε και ο κύριος Μανδραβέλης στη σεβάσμια γεροντοκόρη του αστικού Τύπου, την «Καθημερινή» (22/11). Μα το ίδιο ακριβώς, χωρίς να κάνει τον κόπο να το διασταυρώσει. Και η μεν κυρία Παπακώστα έχει επιλέξει το ρόλο ενός σύγχρονου γελωτοποιού της εξουσίας. Γράφει ημιευθυμογραφικά κείμενα σε βάρος όσων ενοχλούν το Συγκρότημα, σε μια αποστολή ειρωνείας και γελοιοποίησης. (Και αυτά στην εφημερίδα του Ψαθά! Η Μαντάμ Σουσού ως Γκόλεμ...). Αν είμαστε επιεικείς θα χαρακτηρίζαμε τα γραφτά της απαράδεκτα, αν είμαστε πιο αυστηροί κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση της συντάκτριάς τους. Πάντως, η ιδιοσυστασία του είδους γραφής της επιτρέπει ελευθεριότητες. Δεν την παίρνει, δα, και κανείς πολύ στα σοβαρά.
Γιατί να τη μαϊμουδίσει όμως ο, υποτίθεται, σοβαρότερος Μανδραβέλης; Και ποια η σκοπιμότητα; Η απάντηση είναι απλή: Ο κύριος Μανδραβέλης δεν είναι δημοσιογράφος. Τουλάχιστον όχι με την έννοια που ήταν η Ελένη Βλάχου ή ο Γ.Α.Β. Δεν είναι τυχαία η προσωρινή διαγραφή του από την ΕΣΗΕΑ. Δεν αγνοεί απλώς την αλφαβήτα της δημοσιογραφίας, ότι το σχόλιο πρέπει να είναι διακριτό του γεγονότος και ότι οι πηγές πρέπει να διασταυρώνονται. (Κάντε, π.χ., ένα google για τις «ανακρίβειες» -είμαι ευγενής...- που έγραφε για την Ισλανδία, μιαν άλλη χώρα που αντιστάθηκε στη διεθνή των εκβιαστών).
Είναι και αυτός ταγμένος στην ίδια αποστολή: Ακόμη και όταν θεωρητικολογεί ως philosophe rate σκοπός του είναι ένας, να υπηρετεί απολογητικά το νεοφιλελεύθερο βιασμό της χώρας. Αλλοτε άμεσα και άλλοτε έμμεσα, συκοφαντώντας όσους αρθρώνουν κριτική φωνή. Η σκόπιμη διαστροφή των όσων είπα είναι ελάχιστο πταίσμα μπροστά στις μαγικές εικόνες και τις ασκήσεις διπλολαλιάς υπέρ των μνημονίων που διαμεσολαβούνται και αναπαράγονται από τον ίδιο και τους άλλους «δημοσιογράφους» - παπαγαλάκια.
Την πρώτη φορά που ασχολήθηκαν μαζί μου, μετά τη συμμετοχή μου στην «Ανατροπή», εγώ δεν ασχολήθηκα μαζί τους. Ποιος ο λόγος; Οι απόψεις μου ήταν προσιτές σε όλους και δεν μπορούσαν να διαστρεβλωθούν. Αντέδρασα τώρα διαφορετικά γιατί, όπως δεν υπάρχει ανάλογη πρόσβαση στις πρόσφατες ομιλίες μου, μπορεί μερικοί να πίστευαν ότι έχει κάποια βάση η ιερεμιάδα των «δημοσιογράφων» του κόμματος του μνημονίου. Μέχρι εδώ, όμως. Δεν θα απαντήσω ξανά σε παρόμοια φληναφήματα. Οπως λένε και οι Αμερικανοί, ο καθένας μπορεί να παλέψει με ένα γουρούνι μέσα στη λάσπη. Το πρόβλημα είναι ότι του γουρουνιού του αρέσει...
* Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου ΔΠΘ
Μετά την εκπομπή για τη βία στην «Ανατροπή» με κάλεσαν να μιλήσω για το θέμα πολλές φορές. Η ουσία της τοποθέτησής μου ήταν ανάλογη με όσα ανέπτυξα εκεί, ότι δηλαδή η κοινωνία έχει δικαίωμα να αντιστέκεται και ότι πρέπει να είμαστε εννοιολογικά αυστηροί και να μη χρησιμοποιούμε τον ίδιο όρο για ανόμοια πράγματα, όπως οι χρυσαυγίτικες δολοφονίες, ένα γιαούρτωμα ή μία μαχητική διαδήλωση, η οποία δεν αποτελεί βία, αλλά συνταγματικό δικαίωμα.
Την τελευταία φορά (20/11), καλεσμένος στο βιβλιοπωλείο «Free Thinking Zone» χρησιμοποίησα και ένα απόσπασμα του φιλελεύθερου στοχαστή J.S. Mill (από το «The French law against the Press») για να στηρίξω το επιχείρημα ότι η βία είναι πάντα κάτι κακό, μερικές φορές όμως είναι αδύνατο να την αποφύγουμε, όπως συμβαίνει και στις περιπτώσεις της ατομικής νόμιμης άμυνας, προκειμένου να αποτρέψουμε ένα μεγαλύτερο κακό, όπως την τυραννία ενός αυταρχικού καθεστώτος.
Διάφορα συστημικά ΜΜΕ, σαν να συντονίζονται από ένα αόρατο αρχισυντάκτη, αντέδρασαν στα αυτονόητα αυτά, διαστρεβλώνοντας τις θέσεις μου και παρουσιάζοντάς με ως αχαλίνωτο οπαδό της βίας.
Η κυρία Καρολίνα Παπακώστα, π.χ., στα «Νέα» (21/11) έγραψε ότι είπα, τάχα, στους συνομιλητές μου, σε εισαγωγικά, άρα verbatim: «Αυτό που ενώνει εσάς τους τρεις και σας χωρίζει από εμένα είναι ότι εσείς είστε υπέρ της εξουσίας. Οταν έχουμε άδικο καθεστώς η αντίσταση πρέπει να παίρνει βίαιη μορφή». Το πρώτο πράγματι το είπα και, κατά τη γνώμη μου, είναι αλήθεια. (Ενας τους, π.χ., έχει δημοσιεύσει άρθρο με τίτλο «Ζήτω το Μνημόνιο!»). Οχι όμως και τη δεύτερη φράση, που με την αδιάστικτη γενικότητά της φέρει και το βασικό φορτίο της σπίλωσης. Εμφανίζομαι, με άλλα λόγια, να υποστηρίζω τον παραλογισμό ότι μπροστά στην αδικία, ακόμη και αν υπάρχουν άλλοι τρόποι να τη διορθώσουμε, πρέπει να παθαίνουμε αμόκ και να πηγαίνουμε για αίμα...
Το ίδιο σκόπιμα παραπλανητικό απόσπασμα αντέγραψε και ο κύριος Μανδραβέλης στη σεβάσμια γεροντοκόρη του αστικού Τύπου, την «Καθημερινή» (22/11). Μα το ίδιο ακριβώς, χωρίς να κάνει τον κόπο να το διασταυρώσει. Και η μεν κυρία Παπακώστα έχει επιλέξει το ρόλο ενός σύγχρονου γελωτοποιού της εξουσίας. Γράφει ημιευθυμογραφικά κείμενα σε βάρος όσων ενοχλούν το Συγκρότημα, σε μια αποστολή ειρωνείας και γελοιοποίησης. (Και αυτά στην εφημερίδα του Ψαθά! Η Μαντάμ Σουσού ως Γκόλεμ...). Αν είμαστε επιεικείς θα χαρακτηρίζαμε τα γραφτά της απαράδεκτα, αν είμαστε πιο αυστηροί κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση της συντάκτριάς τους. Πάντως, η ιδιοσυστασία του είδους γραφής της επιτρέπει ελευθεριότητες. Δεν την παίρνει, δα, και κανείς πολύ στα σοβαρά.
Γιατί να τη μαϊμουδίσει όμως ο, υποτίθεται, σοβαρότερος Μανδραβέλης; Και ποια η σκοπιμότητα; Η απάντηση είναι απλή: Ο κύριος Μανδραβέλης δεν είναι δημοσιογράφος. Τουλάχιστον όχι με την έννοια που ήταν η Ελένη Βλάχου ή ο Γ.Α.Β. Δεν είναι τυχαία η προσωρινή διαγραφή του από την ΕΣΗΕΑ. Δεν αγνοεί απλώς την αλφαβήτα της δημοσιογραφίας, ότι το σχόλιο πρέπει να είναι διακριτό του γεγονότος και ότι οι πηγές πρέπει να διασταυρώνονται. (Κάντε, π.χ., ένα google για τις «ανακρίβειες» -είμαι ευγενής...- που έγραφε για την Ισλανδία, μιαν άλλη χώρα που αντιστάθηκε στη διεθνή των εκβιαστών).
Είναι και αυτός ταγμένος στην ίδια αποστολή: Ακόμη και όταν θεωρητικολογεί ως philosophe rate σκοπός του είναι ένας, να υπηρετεί απολογητικά το νεοφιλελεύθερο βιασμό της χώρας. Αλλοτε άμεσα και άλλοτε έμμεσα, συκοφαντώντας όσους αρθρώνουν κριτική φωνή. Η σκόπιμη διαστροφή των όσων είπα είναι ελάχιστο πταίσμα μπροστά στις μαγικές εικόνες και τις ασκήσεις διπλολαλιάς υπέρ των μνημονίων που διαμεσολαβούνται και αναπαράγονται από τον ίδιο και τους άλλους «δημοσιογράφους» - παπαγαλάκια.
Την πρώτη φορά που ασχολήθηκαν μαζί μου, μετά τη συμμετοχή μου στην «Ανατροπή», εγώ δεν ασχολήθηκα μαζί τους. Ποιος ο λόγος; Οι απόψεις μου ήταν προσιτές σε όλους και δεν μπορούσαν να διαστρεβλωθούν. Αντέδρασα τώρα διαφορετικά γιατί, όπως δεν υπάρχει ανάλογη πρόσβαση στις πρόσφατες ομιλίες μου, μπορεί μερικοί να πίστευαν ότι έχει κάποια βάση η ιερεμιάδα των «δημοσιογράφων» του κόμματος του μνημονίου. Μέχρι εδώ, όμως. Δεν θα απαντήσω ξανά σε παρόμοια φληναφήματα. Οπως λένε και οι Αμερικανοί, ο καθένας μπορεί να παλέψει με ένα γουρούνι μέσα στη λάσπη. Το πρόβλημα είναι ότι του γουρουνιού του αρέσει...
* Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου ΔΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου