Αγαπητέ μικροαστέ, σήμερα θα πρέπει να θυμηθεις.
Είναι λίγο δύσκολο, το ξέρω. Στο κάτω κάτω, εάν θυμόσουν, δεν θα ήμασταν σε αυτή την κατάσταση σήμερα. Αλλά ας κάνουμε ένα μνημονικό τέστ σήμερα, έτσι για αλλαγή.
Ήταν ένα ήσυχο γιορτινό βράδυ, λίγο πριν το καταναλωτικό όργιο και την κατασκευασμένη χαρούμενη ατμόσφαιρα των Χριστουγέννων, όταν άνοιξες την τηλεόραση. Είδες τα πρώτα πλάνα, τα έκτακτα δελτία ειδήσεων, το πασίγνωστο “πειραγμένο” βιντεάκι. Ένα παιδί σκοτώθηκε από σφαίρα αστυνομικού στα Εξάρχεια. Οι πληροφορίες ήταν λίγες, αλλά ανησύχησες. Θυμάσαι τι σκέφτηκες; Εγώ θυμάμαι: «ας περιμένουμε να μάθουμε τι έγινε. Δεν μπορεί να τον πυροβόλησαν έτσι, εν ψυχρό. Κάτι θα έκανε». Γιατί στην τελική, αν είσαι νόμιμος, δεν σε πειράζει κανένας.
Μετά, ήρθε η εξέγερση. Φιλοσοφούσες από τον καναπέ σου στα ζεστά, μπροστά στην λάμψη της τηλεόρασης. Θυμάσαι; Τα παιδιά είναι πιεσμένα, το μέλλον τους γίνεται όλο και πιο δύσκολο έλεγες. Θυμάσαι; Ξεσπάνε τα παιδιά.
Αλλά τα παιδιά συνέχισαν να ξεσπάνε και να σπάνε: τράπεζες, αστυνομικά τμήματα, κτήρια του κράτους, διμοιρίες των ΜΑΤ. Αγανάκτησες κάπου εκεί, θυμάσαι; Είπαμε να διαμαρτυρηθούμε, αλλά
υπάρχουν και όρια. Στο κάτω κάτω, οι καμμένες τράπεζες δεν θα φέρουν πίσω το παιδί που “έφυγε” (είχες αρχίσει ήδη να ξεχνάς ότι τον σκότωσαν, απλά “έφυγε”). Δεν είναι εικόνα αυτή μιας χώρας. Και οι ΜΑΤατζήδες παιδιά του λαού είναι, θυμάσαι τι σκεφτόσουν; Για 700 ευρώ δουλεύουν και αυτοί, δύσκολα περνάνε όπως και εμείς. Το δέντρο τι τους έφταιγε, θυμάσαι; Δεν είναι τα παιδιά μας αυτά, δεν τα αναθρέψαμε έτσι, να πετάνε πέτρες και μπουκάλια στην αστυνομία. Δεν μπορεί να είναι, είναι αναρχικοί, αποβράσματα, προβοκάτορες, αλήτες, καθάρματα, άρπαγες, βάνδαλοι, χούλιγκαν, ανθέλληνες και βρωμιάρηδες. Θυμάσαι;
Μα που είναι η αστυνομία, θυμάσαι; Που είναι να βάλει τάξη, αρκετά, διαμαρτυρηθήκατε, άντε τώρα στα σπίτια σας και στα σχολεία σας, να μορφωθείτε, να κάνετε κάτι στην ζωή σας. Θυμάσαι; Η βία είναι κακή, την καταδικάζουμε από όπου και αν προέρχεται. Την θυμάσαι αυτή την φρασούλα, που από την τηλεόραση έμπαινε στα μάτια σου και έβγαινε από το στόμα σου; Τις καταστροφές εμείς τις πληρώνουμε. Τα κτήρια είναι και δικά μας χρήματα. Η επιχειρηματικότητα καταστρέφεται, η χώρα δεν αναπτύσσεται, ο τουρισμός πλήττεται, τι θα πούνε οι φίλοι μας οι Ευρωπαίοι, κατάντια για την Ελλάδα. Η Δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται, διότι κατεχράσθη το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, διότι έμαθε τους πολίτες να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονία, τα έλεγαν και οι αρχαίοι μας πρόγονοι, θυμάσαι; Το πανεπιστήμιο έχει γίνει μπουρδέλο με αυτό το άσυλο, το θυμάσαι;
Τέσσερα χρόνια πέρασαν από τότε, και το μόνο που σου έχει μείνει ήταν οι καταστροφές, οι φωτιές, το δύσμοιρο πλαστικό δέντρο, το καμάρι της Αθήνας να καίγεται και μια ισχνή ανάμνηση της «Αθήνας που καίγεται» από τους αναρχικούς η τον ΣΥΡΙΖΑ. Τέσσερα χρόνια μετά, εσύ που θρηνούσες και οργιζόσουν για τις βιτρίνες των τραπεζών και το καμμένο δέντρο, βλέπεις τα σπίτια σου και τα αυτοκινητά σου να χάνονται σε έναν κυκεώνα χρέων. Από τις τράπεζες, που τοτε αγανακτούσες όταν τις έβλεπες καμμένες. Τέσσερα χρόνια μετά, το άσυλο δεν υπάρχει, αλλά εσύ βρίζεις τους φοιτητές που δεν ξεσηκώνονται «όπως κάναμε και εμείς στα νιάτα μας». Τέσσερα χρόνια μετά, εσύ που οργιζόσουν για το πλήγμα στην ανάπτυξη, την βλέπεις τώρα να ρίχνει τον μισθό των παιδιών σου στα 300 ευρώ. Τέσσερα χρόνια μετά, τα ΜΑΤ που είναι “παιδιά του λαού” βασανίζουν, συλλαμβάνουν όποιον γουστάρουν, ποζάρουν με σβάστικες, δέρνουν αδιακρίτως, πνίγουν πόλεις στα χημικά, κυκλώνουν τετράγωνα, τραβάνε όπλα, χτυπάνε διαδηλώσεις με υποστήριξη οχημάτων-τάνκς. Τέσσερα χρόνια μετά, η Αθήνα δεν κάηκε, αλλά χιλιάδες άνθρωποι που ήταν τότε ζωντανοί, τώρα είναι νεκροί, από το ίδιο τους το χέρι. Ένας από αυτούς σου φώναζε από τότε, αλλά δεν άκουγες. Τώρα δεν υπάρχει πιά. Τότε, ενάς ολόκληρος κόσμος που γεννιόταν, ένας κόσμος απελπισίας, οργής, ισοπέδωσης, φτώχειας, βίας και καθημερινού εξευτελισμού, έδινε τα πρώτα του σημάδια. Απέναντι στην απελπισία αυτών που τότε ούρλιαζαν για το μέλλον που ήξεραν οτι τους περίμενε, εσύ αντέτασσες την καταδίκη της βίας “από όπου κι αν προέρχεται” και απαιτούσες (εσύ, ο καναπεδάτος, απαιτούσες) ηλίθιες “ειρηνικές” διαμαρτυρίες, που ποτέ σου δεν κατάλαβες γιατί τα παιδιά δεν τις διάλεξαν. Εξέφραζες την διαφωνία σου και την στεναχώρια σου για το τι θα σκεφτούν οι ευρωπαίοι για το καμμένο πλαστικό δεντράκι. Απέναντι στο αίμα που κύλησε εκείνο το βράδυ στα Εξάρχεια και σε μια γενιά που η φωτιά και η πέτρα ήταν ο μόνος τρόπος για να ακουστούν, εσύ έβαζες πάνω από όλα (όλα όμως), το μαγαζάκι σου.
Μήπως θυμάσαι το μαγαζάκι σου; Το μαγαζάκι αυτό ήταν εσύ, ολόκληρος. Η ψυχή σου και το κορμί σου εκεί, και σήμερα το λουκέτο μπαίνει από τα χέρια σου.
Ο Δεκέμβρης ήταν οργή και απελπισία. Δυστυχώς, δεν ήταν ελπίδα. Υπάρχουν και αυτές οι εξεγέρσεις, της καθαρής οργής. Όταν πλέον νοιωθείς ανήμπορος να κάνεις κάτι, τα σκέφτεσαι και το μίσος αρχίζει να σε πνίγει. Τότε ξεσπάς. Ξεσπάσαμε και εμείς, για να θαφτούμε τελικά κάτω από περισσότερη αστυνομία, περισσότερη βία, περισσότερη καταστολή, περισσότερους δημοσιογράφους, περισσότερα μέτρα, περισσότερη σωτηρία της πατρίδας, περισσότερη ανάπτυξη, περισσότερη απελπισία, περισσότερους σωτήρες και λιγότερη ζωή. Θυμάσαι τότε, τέσσερα χρόνια πρίν, που μας έλεγες βανδάλους και ξεμπέρδευες απο την έμφυτη σου υποχρέωση να σκεφτείς και να δράσεις; Ετοιμάσου, ήρθε η σειρά σου. Εσένα, που θα μας κοιτάς στην διαδήλωση της 6ης Δεκέμβρη, και ακόμα θα αρνείσαι να καταλάβεις γιατί κάνουμε πορεία. Ήρθε γιατι τότε έβλεπες αλλα δεν ήθελες να δείς, ρητόρευες αλλά δεν ήθελες να σκεφτείς, νουθετούσες χωρίς να θέλεις να πράξεις. Τελικά, βολεύτηκες στο να κάνεις εχθρούς σου τους εξεγερμένους, και όχι τους πραγματικούς υπαίτιους. Αφού ξεμπέρδεψαν τότε οι πραγματικοί υπαίτιοι, αφού εξοπλίστηκαν ακόμα περισσότερο, ήρθαν και για σένα. Τάξη και ασφάλεια τότε, τάξη και ασφάλεια και τώρα. Ακόμα και πάνω σε πτώματα και διαλυμένες ζωές.
withoutreasonorrhyme.wordpress.com
Είναι λίγο δύσκολο, το ξέρω. Στο κάτω κάτω, εάν θυμόσουν, δεν θα ήμασταν σε αυτή την κατάσταση σήμερα. Αλλά ας κάνουμε ένα μνημονικό τέστ σήμερα, έτσι για αλλαγή.
Ήταν ένα ήσυχο γιορτινό βράδυ, λίγο πριν το καταναλωτικό όργιο και την κατασκευασμένη χαρούμενη ατμόσφαιρα των Χριστουγέννων, όταν άνοιξες την τηλεόραση. Είδες τα πρώτα πλάνα, τα έκτακτα δελτία ειδήσεων, το πασίγνωστο “πειραγμένο” βιντεάκι. Ένα παιδί σκοτώθηκε από σφαίρα αστυνομικού στα Εξάρχεια. Οι πληροφορίες ήταν λίγες, αλλά ανησύχησες. Θυμάσαι τι σκέφτηκες; Εγώ θυμάμαι: «ας περιμένουμε να μάθουμε τι έγινε. Δεν μπορεί να τον πυροβόλησαν έτσι, εν ψυχρό. Κάτι θα έκανε». Γιατί στην τελική, αν είσαι νόμιμος, δεν σε πειράζει κανένας.
Μετά, ήρθε η εξέγερση. Φιλοσοφούσες από τον καναπέ σου στα ζεστά, μπροστά στην λάμψη της τηλεόρασης. Θυμάσαι; Τα παιδιά είναι πιεσμένα, το μέλλον τους γίνεται όλο και πιο δύσκολο έλεγες. Θυμάσαι; Ξεσπάνε τα παιδιά.
Αλλά τα παιδιά συνέχισαν να ξεσπάνε και να σπάνε: τράπεζες, αστυνομικά τμήματα, κτήρια του κράτους, διμοιρίες των ΜΑΤ. Αγανάκτησες κάπου εκεί, θυμάσαι; Είπαμε να διαμαρτυρηθούμε, αλλά
υπάρχουν και όρια. Στο κάτω κάτω, οι καμμένες τράπεζες δεν θα φέρουν πίσω το παιδί που “έφυγε” (είχες αρχίσει ήδη να ξεχνάς ότι τον σκότωσαν, απλά “έφυγε”). Δεν είναι εικόνα αυτή μιας χώρας. Και οι ΜΑΤατζήδες παιδιά του λαού είναι, θυμάσαι τι σκεφτόσουν; Για 700 ευρώ δουλεύουν και αυτοί, δύσκολα περνάνε όπως και εμείς. Το δέντρο τι τους έφταιγε, θυμάσαι; Δεν είναι τα παιδιά μας αυτά, δεν τα αναθρέψαμε έτσι, να πετάνε πέτρες και μπουκάλια στην αστυνομία. Δεν μπορεί να είναι, είναι αναρχικοί, αποβράσματα, προβοκάτορες, αλήτες, καθάρματα, άρπαγες, βάνδαλοι, χούλιγκαν, ανθέλληνες και βρωμιάρηδες. Θυμάσαι;
Μα που είναι η αστυνομία, θυμάσαι; Που είναι να βάλει τάξη, αρκετά, διαμαρτυρηθήκατε, άντε τώρα στα σπίτια σας και στα σχολεία σας, να μορφωθείτε, να κάνετε κάτι στην ζωή σας. Θυμάσαι; Η βία είναι κακή, την καταδικάζουμε από όπου και αν προέρχεται. Την θυμάσαι αυτή την φρασούλα, που από την τηλεόραση έμπαινε στα μάτια σου και έβγαινε από το στόμα σου; Τις καταστροφές εμείς τις πληρώνουμε. Τα κτήρια είναι και δικά μας χρήματα. Η επιχειρηματικότητα καταστρέφεται, η χώρα δεν αναπτύσσεται, ο τουρισμός πλήττεται, τι θα πούνε οι φίλοι μας οι Ευρωπαίοι, κατάντια για την Ελλάδα. Η Δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται, διότι κατεχράσθη το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, διότι έμαθε τους πολίτες να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονία, τα έλεγαν και οι αρχαίοι μας πρόγονοι, θυμάσαι; Το πανεπιστήμιο έχει γίνει μπουρδέλο με αυτό το άσυλο, το θυμάσαι;
Τέσσερα χρόνια πέρασαν από τότε, και το μόνο που σου έχει μείνει ήταν οι καταστροφές, οι φωτιές, το δύσμοιρο πλαστικό δέντρο, το καμάρι της Αθήνας να καίγεται και μια ισχνή ανάμνηση της «Αθήνας που καίγεται» από τους αναρχικούς η τον ΣΥΡΙΖΑ. Τέσσερα χρόνια μετά, εσύ που θρηνούσες και οργιζόσουν για τις βιτρίνες των τραπεζών και το καμμένο δέντρο, βλέπεις τα σπίτια σου και τα αυτοκινητά σου να χάνονται σε έναν κυκεώνα χρέων. Από τις τράπεζες, που τοτε αγανακτούσες όταν τις έβλεπες καμμένες. Τέσσερα χρόνια μετά, το άσυλο δεν υπάρχει, αλλά εσύ βρίζεις τους φοιτητές που δεν ξεσηκώνονται «όπως κάναμε και εμείς στα νιάτα μας». Τέσσερα χρόνια μετά, εσύ που οργιζόσουν για το πλήγμα στην ανάπτυξη, την βλέπεις τώρα να ρίχνει τον μισθό των παιδιών σου στα 300 ευρώ. Τέσσερα χρόνια μετά, τα ΜΑΤ που είναι “παιδιά του λαού” βασανίζουν, συλλαμβάνουν όποιον γουστάρουν, ποζάρουν με σβάστικες, δέρνουν αδιακρίτως, πνίγουν πόλεις στα χημικά, κυκλώνουν τετράγωνα, τραβάνε όπλα, χτυπάνε διαδηλώσεις με υποστήριξη οχημάτων-τάνκς. Τέσσερα χρόνια μετά, η Αθήνα δεν κάηκε, αλλά χιλιάδες άνθρωποι που ήταν τότε ζωντανοί, τώρα είναι νεκροί, από το ίδιο τους το χέρι. Ένας από αυτούς σου φώναζε από τότε, αλλά δεν άκουγες. Τώρα δεν υπάρχει πιά. Τότε, ενάς ολόκληρος κόσμος που γεννιόταν, ένας κόσμος απελπισίας, οργής, ισοπέδωσης, φτώχειας, βίας και καθημερινού εξευτελισμού, έδινε τα πρώτα του σημάδια. Απέναντι στην απελπισία αυτών που τότε ούρλιαζαν για το μέλλον που ήξεραν οτι τους περίμενε, εσύ αντέτασσες την καταδίκη της βίας “από όπου κι αν προέρχεται” και απαιτούσες (εσύ, ο καναπεδάτος, απαιτούσες) ηλίθιες “ειρηνικές” διαμαρτυρίες, που ποτέ σου δεν κατάλαβες γιατί τα παιδιά δεν τις διάλεξαν. Εξέφραζες την διαφωνία σου και την στεναχώρια σου για το τι θα σκεφτούν οι ευρωπαίοι για το καμμένο πλαστικό δεντράκι. Απέναντι στο αίμα που κύλησε εκείνο το βράδυ στα Εξάρχεια και σε μια γενιά που η φωτιά και η πέτρα ήταν ο μόνος τρόπος για να ακουστούν, εσύ έβαζες πάνω από όλα (όλα όμως), το μαγαζάκι σου.
Μήπως θυμάσαι το μαγαζάκι σου; Το μαγαζάκι αυτό ήταν εσύ, ολόκληρος. Η ψυχή σου και το κορμί σου εκεί, και σήμερα το λουκέτο μπαίνει από τα χέρια σου.
Ο Δεκέμβρης ήταν οργή και απελπισία. Δυστυχώς, δεν ήταν ελπίδα. Υπάρχουν και αυτές οι εξεγέρσεις, της καθαρής οργής. Όταν πλέον νοιωθείς ανήμπορος να κάνεις κάτι, τα σκέφτεσαι και το μίσος αρχίζει να σε πνίγει. Τότε ξεσπάς. Ξεσπάσαμε και εμείς, για να θαφτούμε τελικά κάτω από περισσότερη αστυνομία, περισσότερη βία, περισσότερη καταστολή, περισσότερους δημοσιογράφους, περισσότερα μέτρα, περισσότερη σωτηρία της πατρίδας, περισσότερη ανάπτυξη, περισσότερη απελπισία, περισσότερους σωτήρες και λιγότερη ζωή. Θυμάσαι τότε, τέσσερα χρόνια πρίν, που μας έλεγες βανδάλους και ξεμπέρδευες απο την έμφυτη σου υποχρέωση να σκεφτείς και να δράσεις; Ετοιμάσου, ήρθε η σειρά σου. Εσένα, που θα μας κοιτάς στην διαδήλωση της 6ης Δεκέμβρη, και ακόμα θα αρνείσαι να καταλάβεις γιατί κάνουμε πορεία. Ήρθε γιατι τότε έβλεπες αλλα δεν ήθελες να δείς, ρητόρευες αλλά δεν ήθελες να σκεφτείς, νουθετούσες χωρίς να θέλεις να πράξεις. Τελικά, βολεύτηκες στο να κάνεις εχθρούς σου τους εξεγερμένους, και όχι τους πραγματικούς υπαίτιους. Αφού ξεμπέρδεψαν τότε οι πραγματικοί υπαίτιοι, αφού εξοπλίστηκαν ακόμα περισσότερο, ήρθαν και για σένα. Τάξη και ασφάλεια τότε, τάξη και ασφάλεια και τώρα. Ακόμα και πάνω σε πτώματα και διαλυμένες ζωές.
withoutreasonorrhyme.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου