Τις τελευταίες μέρες της εβδομάδας ψηφίστηκαν στη Βουλή δύο νομοσχέδια τα οποία σχετίζονται -με τον έναν ή τον άλλο τρόπο- με τον βρόχο της υπερχρέωσης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, είτε αυτή αφορά τις τράπεζες είτε το Δημόσιο. Τόσο το νομοσχέδιο για τη φορολογία των ακινήτων όσο και το νομοσχέδιο για τους πλειστηριασμούς επιδεινώνουν την ήδη δραματική κατάσταση του ιδιωτικού χρέους, βυθίζοντας όλο και μεγαλύτερα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας στην παγίδα της υπερχρέωσης.
Του Γαβριήλ Σακελλαρίδη
Ο ενιαίος φόρος ιδιοκτησίας περιουσίας, που αποσκοπεί να εισπράξει 2,65 δισ. μέσα στο 2014 (εκτός από το 1 δισ. που θα εισπραχθεί μέχρι τον Μάιο του 2014 και αφορά τις τελευταίες δόσεις του χαρατσιού του 2013), σε συνθήκες υπερχρέωσης, θα μειώσει επιπλέον το διαθέσιμο εισόδημα και, προφανώς, και τις καταθέσεις, όταν φτάσει η ώρα της πληρωμής του. Η παραδοχή του υπουργείου Οικονομικών ότι θα βεβαιωθούν 3,24 δισ. από αυτόν τον φόρο για να εισπραχθούν 2,65 δισ. σημαίνει ότι μόνο από αυτόν τον φόρο οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο θα αυξηθούν κατά 600 εκατ. ευρώ, στην καλύτερη περίπτωση. Ταυτόχρονα, η εισαγωγή ρυθμίσεων για κατασχέσεις εισοδημάτων, ακόμα και όταν οι οφειλές δεν έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες, συντείνουν ακόμη περισσότερο στην πιστωτική ασφυξία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Από την άλλη, η αποδυνάμωση της προστασίας της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς για οφειλές από τραπεζικά δάνεια αποτελεί το δεύτερο χτύπημα σε μια κοινωνία χειμαζόμενη από τις οφειλές. Η αγωνία των τραπεζών και των ξένων κερδοσκόπων επενδυτών για την έναρξη των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας βρίσκεται σε πλήρη συνάρτηση με τις στρατηγικές επιδιώξεις για επενδύσεις σε ακίνητα και γη, έναν εξαιρετικά προσοδοφόρο τομέα.
Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία της ιδιωτικής υπερχρέωσης είναι δραματικά, σε βαθμό που, τέσσερα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης δημοσίου χρέους στη χώρα μας και την Ευρώπη, σήμερα το ζήτημα του ιδιωτικού χρέους στην Ελλάδα ενδεχομένως αποτελεί το πρωταρχικό πρόβλημα. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές νοικοκυριών και επιχειρήσεων προς το Δημόσιο (εφορίες και ασφαλιστικά ταμεία) ανέρχονται σήμερα στα 63 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 40 δισ. αφορούν νομικά πρόσωπα και τα 23 δισ. φυσικά πρόσωπα. Οι συνολικές οφειλές νοικοκυριών και επιχειρήσεων προς τις τράπεζες ανέρχονται πλέον στα 222 δισ., εκ των οποίων, στο τέλος του 2013, τα 70 δισ. θα αφορούν δάνεια στο κόκκινο. Αν αθροιστούν οι οφειλές νοικοκυριών και επιχειρήσεων σε Δημόσιο και τράπεζες, η συνολική ιδιωτική υπερχρέωση ανέρχεται στο 157% του ΑΕΠ, τείνοντας σιγά-σιγά να προσεγγίσει το ύψος του δημόσιου χρέους (175,5% του ΑΕΠ).
Ο φαύλος κύκλος «λιτότητας - ύφεσης - υπερχρέωσης» δεν λειτούργησε μόνο για το δημόσιο χρέος στην Ελλάδα, αλλά, έστω και με μία χρονική υστέρηση, λειτούργησε και για το ιδιωτικό. Και αυτό, όντως, αποτελεί βόμβα έτοιμη να εκραγεί, τινάζοντας συθέμελα φαντασιώσεις περί success story το 2014. Στην Ελλάδα μάλιστα, σε αντίθεση με άλλες χώρες, όπως η Ιρλανδία, ήταν η κρίση δημόσιου χρέους που προκάλεσε την κρίση ιδιωτικού χρέους και όχι το αντίθετο. Όμως ο μηχανισμός ήταν διαφορετικός. Έτσι, ενώ στην Ιρλανδία το ιδιωτικό χρέος μετατράπηκε σε δημόσιο μέσω εγγυήσεων που δόθηκαν από την ιρλανδική κυβέρνηση στις τράπεζες, στην Ελλάδα το δημόσιο δεν μετατράπηκε σε ιδιωτικό, αλλά, πολύ απλά, δίπλα στο δημόσιο χρέος δημιουργήθηκε και πρόβλημα ιδιωτικού, μέσω της επιβολής της μνημονιακής λιτότητας.
Η λογική του φαύλου κύκλου φαίνεται ότι αποτελεί το αγαπημένο μοτίβο στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, με αποτέλεσμα να θυμίζει κάθε φορά τον πατροκτόνο που ζητάει επιείκεια επειδή είναι ορφανός. Οι συνέπειες της υπερχρέωσης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων είναι βαθύτατες και, εκτός από την κοινωνική απόγνωση που προκαλούν, φαλκιδεύουν τις οποιεσδήποτε ελπίδες για ανάκαμψη. Όποιος δεν αντιλαμβάνεται ότι απαιτείται δραστική παρέμβαση του Δημοσίου, τόσο με τη μορφή δημόσιων επενδύσεων όσο και με τον δημόσιο έλεγχο του τραπεζικού συστήματος και τη ρύθμιση των οφειλών προς το Δημόσιο, για να επανεκκινηθεί η οικονομία και να σπάσει ο φαύλος κύκλος «λιτότητας - ύφεσης - υπερχρέωσης», βρίσκεται εκτός τόπου και χρόνου.
Πηγή: Αυγή
Του Γαβριήλ Σακελλαρίδη
Ο ενιαίος φόρος ιδιοκτησίας περιουσίας, που αποσκοπεί να εισπράξει 2,65 δισ. μέσα στο 2014 (εκτός από το 1 δισ. που θα εισπραχθεί μέχρι τον Μάιο του 2014 και αφορά τις τελευταίες δόσεις του χαρατσιού του 2013), σε συνθήκες υπερχρέωσης, θα μειώσει επιπλέον το διαθέσιμο εισόδημα και, προφανώς, και τις καταθέσεις, όταν φτάσει η ώρα της πληρωμής του. Η παραδοχή του υπουργείου Οικονομικών ότι θα βεβαιωθούν 3,24 δισ. από αυτόν τον φόρο για να εισπραχθούν 2,65 δισ. σημαίνει ότι μόνο από αυτόν τον φόρο οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο θα αυξηθούν κατά 600 εκατ. ευρώ, στην καλύτερη περίπτωση. Ταυτόχρονα, η εισαγωγή ρυθμίσεων για κατασχέσεις εισοδημάτων, ακόμα και όταν οι οφειλές δεν έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες, συντείνουν ακόμη περισσότερο στην πιστωτική ασφυξία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Από την άλλη, η αποδυνάμωση της προστασίας της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς για οφειλές από τραπεζικά δάνεια αποτελεί το δεύτερο χτύπημα σε μια κοινωνία χειμαζόμενη από τις οφειλές. Η αγωνία των τραπεζών και των ξένων κερδοσκόπων επενδυτών για την έναρξη των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας βρίσκεται σε πλήρη συνάρτηση με τις στρατηγικές επιδιώξεις για επενδύσεις σε ακίνητα και γη, έναν εξαιρετικά προσοδοφόρο τομέα.
Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία της ιδιωτικής υπερχρέωσης είναι δραματικά, σε βαθμό που, τέσσερα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης δημοσίου χρέους στη χώρα μας και την Ευρώπη, σήμερα το ζήτημα του ιδιωτικού χρέους στην Ελλάδα ενδεχομένως αποτελεί το πρωταρχικό πρόβλημα. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές νοικοκυριών και επιχειρήσεων προς το Δημόσιο (εφορίες και ασφαλιστικά ταμεία) ανέρχονται σήμερα στα 63 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 40 δισ. αφορούν νομικά πρόσωπα και τα 23 δισ. φυσικά πρόσωπα. Οι συνολικές οφειλές νοικοκυριών και επιχειρήσεων προς τις τράπεζες ανέρχονται πλέον στα 222 δισ., εκ των οποίων, στο τέλος του 2013, τα 70 δισ. θα αφορούν δάνεια στο κόκκινο. Αν αθροιστούν οι οφειλές νοικοκυριών και επιχειρήσεων σε Δημόσιο και τράπεζες, η συνολική ιδιωτική υπερχρέωση ανέρχεται στο 157% του ΑΕΠ, τείνοντας σιγά-σιγά να προσεγγίσει το ύψος του δημόσιου χρέους (175,5% του ΑΕΠ).
Ο φαύλος κύκλος «λιτότητας - ύφεσης - υπερχρέωσης» δεν λειτούργησε μόνο για το δημόσιο χρέος στην Ελλάδα, αλλά, έστω και με μία χρονική υστέρηση, λειτούργησε και για το ιδιωτικό. Και αυτό, όντως, αποτελεί βόμβα έτοιμη να εκραγεί, τινάζοντας συθέμελα φαντασιώσεις περί success story το 2014. Στην Ελλάδα μάλιστα, σε αντίθεση με άλλες χώρες, όπως η Ιρλανδία, ήταν η κρίση δημόσιου χρέους που προκάλεσε την κρίση ιδιωτικού χρέους και όχι το αντίθετο. Όμως ο μηχανισμός ήταν διαφορετικός. Έτσι, ενώ στην Ιρλανδία το ιδιωτικό χρέος μετατράπηκε σε δημόσιο μέσω εγγυήσεων που δόθηκαν από την ιρλανδική κυβέρνηση στις τράπεζες, στην Ελλάδα το δημόσιο δεν μετατράπηκε σε ιδιωτικό, αλλά, πολύ απλά, δίπλα στο δημόσιο χρέος δημιουργήθηκε και πρόβλημα ιδιωτικού, μέσω της επιβολής της μνημονιακής λιτότητας.
Η λογική του φαύλου κύκλου φαίνεται ότι αποτελεί το αγαπημένο μοτίβο στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, με αποτέλεσμα να θυμίζει κάθε φορά τον πατροκτόνο που ζητάει επιείκεια επειδή είναι ορφανός. Οι συνέπειες της υπερχρέωσης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων είναι βαθύτατες και, εκτός από την κοινωνική απόγνωση που προκαλούν, φαλκιδεύουν τις οποιεσδήποτε ελπίδες για ανάκαμψη. Όποιος δεν αντιλαμβάνεται ότι απαιτείται δραστική παρέμβαση του Δημοσίου, τόσο με τη μορφή δημόσιων επενδύσεων όσο και με τον δημόσιο έλεγχο του τραπεζικού συστήματος και τη ρύθμιση των οφειλών προς το Δημόσιο, για να επανεκκινηθεί η οικονομία και να σπάσει ο φαύλος κύκλος «λιτότητας - ύφεσης - υπερχρέωσης», βρίσκεται εκτός τόπου και χρόνου.
Πηγή: Αυγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου