Ο νεοφιλελευθερισμός φαίνεται να επικράτησε την τελευταία εικοσαετία στην Ευρώπη όχι μόνο στο οικονομικό επίπεδο, αλλά όπως ήταν φυσιολογικό και στο ιδεολογικό, με τρόπο ώστε να καταστεί στη συνείδηση των ανθρώπων ως το μοναδικό ορθό και αποτελεσματικό σύστημα διαχείρισης της οικονομίας και των κοινών.
H διαχειριστική αυτή λογική που διαπνέει τις ρυθμίσεις και τις πολιτικές αποφάσεις των τελευταίων ετών είναι η ουσία του νεοφιλελευθερισμού. Η πρόταση για καλύτερη διαχείριση δε γίνεται υπό το σκεπτικό βελτίωσης των κρατικών θεσμών ή της αντιμετώπισης προβλημάτων των πολιτών, αλλά υπό την πίεση των αγορών για τη διάλυση των κρατικών δομών και την μετέπειτα ιδωτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών (όχι βέβαια των πανάκριβων υποδομών και της συντήρησής τους).
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο τρόπος με τον οποίο σήμερα επιβάλλονται οι φόροι. Αντί να ξεκινά η κυβέρνηση από τις δυνατότητες των πολιτών και βάσει τούτων να φορολογεί τον πλούτο και τα εισοδήματα, πρώτα εξετάζει πόσα χρήματα χρειάζεται και μετά αφού υπολογίσει ένα ποσοστό που αδυνατεί ή αποφεύγει να πληρώσει, τελικά επιβάλλει οικονομικά μέτρα σε ένα μικρό ποσοστό φορολογουμένων, επιβαρύνοντάς τους όλο και περισσότερο (χωρίς φυσικά να ξεχνάμε τους δεκάδες έμμεσους φόρους που καταβάλουν όλοι οι πολίτες).
Αντί να δει τις ανάγκες, αντί να υπολογίσει το κόστος των αναγκών και να αναζητήσει τρόπους είσπραξης φόρων, η κυβέρνηση επιλέγει να φορολογεί μόνο όσους ακόμα αντέχουν τη φορολόγηση με τελικό αποτέλεσμα τη διάλυση της μεσαίας τάξης, καθώς οι ελίτ έχουν μεγάλο περιθώριο αντοχής στη φορολόγηση.
Ίδιον, λοιπόν, της διαχειριστικής τούτης λογικής είναι οι αριθμοί και όχι οι ανάγκες των πολιτών. Μέτρα επιβάλλονται μόνο υπό λογιστική προοπτική, αλλά αδιάφορη εντελώς από εκείνη των ανθρώπων. Άλλωστε, ο νεοφιλελευθερισμός δεν αντιλαμβάνεται την έννοια της κρατικής επένδυσης, αφού το κράτος υπάρχει μόνο για να διατηρεί την τάξη και την ταξική ειρήνη. Υπό ανάλογο σκεπτικό μειώνονται οι πόροι προς την Υγεία, που φτάνει στο χαμηλότατο επίπεδο των άλλων βαλκανικών χωρών, η Παιδεία, που ασφυκτιά από την υποχρηματοδότηση, η κοινωνική πρόνοια που αιμορραγεί.
Αντίθετα, μία αριστερή οπτική πρώτα εξετάζει τις ανάγκες της κοινωνίας και μετά προχωρά σε εξεύρεση πόρων για μέτρα ικανοποίησης των αναγκών αυτών. Η μεγάλη διαφορά, στην ουσία, είναι ο στόχος: ο Άνθρωπος και οι ανάγκες του ή λογιστική διαχείριση; Για την Αριστερά όμως αυτό το δίλημμα έχει απαντηθεί προ πολλού. Σε μία τέτοια ανάγκη, οι μειώσεις των δαπανών είναι αναγκαίες. Αλλά ως δαπάνες οφείλουμε να θυμόμαστε ότι δεν μπορούμε να λογίζουμε το κόστος -κοινωνικό στη βάση του, λόγω ανταποδοτικότητας και άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων– των προνοιακών δομών, όπως θέλει να βλέπει η νεοδεξιά αντίληψη.
Δαπάνες είναι όσα χαρίζονται σε ιδιώτες με υπερβολικά μικρό τίμημα και χωρίς επενδύσεις (βλ. ΟΠΑΠ, ΔΕΗ, ΟΣΕ κλπ), είναι η υπερκοστολόγηση έργων και δράσεων. Δαπάνη είναι η καταστροφή του περιβάλλοντος, η υποβάθμιση της Ποιότητας Ζωής και της υγείας των πολιτών προς όφελος επιχειρηματικών δραστηριοτήτων (γιατί τελικά το κόστος νοσηλείας και επιδομάτων θα το επωμιστούν όλοι οι φορολογούμενοι κι όχι ο επιχειρηματίας) κοκ
Μία επιθετική ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών και η εξίσου επιθετική διαχείριση των προβλημάτων, είναι η ουσία της διαφοράς στην πολιτική αντίληψη που βιώνουμε σήμερα. Η διαχειριστική λογική του Στουρνάρα παράλληλα με την επιθυμία για περιορισμό της οικονομικής/παραγωγικής δραστηριότητας του κράτους είναι εκείνα που συνδέουν άρρηκτα τη ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ και φλερτάρουν με τμήματα της ΔΗΜΑΡ και των φιλελεύθερων κομμάτων Εξάλλου, ο νεοφιλελεύθερος “ορθολογισμός” έχει μια πολύ ευρύτερη εμβέλεια και μπόρεσε να τεθεί σε εφαρμογή από κυβερνήσεις που ισχυρίζονται ότι είναι αριστερές (Dardot).
Μα βέβαια, ξεχνάμε ότι τελικά αυτός ο ορθολογισμός δε γίνεται για αύξηση των κερδών του κράτους από τις παροχές τους προς ιδιώτες ή την είσπραξη φόρων που του οφείλονται, αλλά πατώντας στη διαπλοκή και την αδιαφάνεια στην άμεση υποστήριξη των ελίτ μέσα από το μοίρασμα έργων. Γιατί τελικά η νεοφιλελεύθερη διαχειριστική πολιτική, με την αίγλη της μαθηματικής λογικής και της αντικειμενικότητας των αριθμών, υπονομεύει τον Άνθρωπο και τον καθιστά εργαλείο της Λογιστικής, παραβλέποντας ότι οι αριθμοί είναι το εργαλείο. Υπομονεύει το μέλλον επιβάλλοντας σισύφεια μαρτύρια -χωρίς προοπτική- στο λογιστικό πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής.
H διαχειριστική αυτή λογική που διαπνέει τις ρυθμίσεις και τις πολιτικές αποφάσεις των τελευταίων ετών είναι η ουσία του νεοφιλελευθερισμού. Η πρόταση για καλύτερη διαχείριση δε γίνεται υπό το σκεπτικό βελτίωσης των κρατικών θεσμών ή της αντιμετώπισης προβλημάτων των πολιτών, αλλά υπό την πίεση των αγορών για τη διάλυση των κρατικών δομών και την μετέπειτα ιδωτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών (όχι βέβαια των πανάκριβων υποδομών και της συντήρησής τους).
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο τρόπος με τον οποίο σήμερα επιβάλλονται οι φόροι. Αντί να ξεκινά η κυβέρνηση από τις δυνατότητες των πολιτών και βάσει τούτων να φορολογεί τον πλούτο και τα εισοδήματα, πρώτα εξετάζει πόσα χρήματα χρειάζεται και μετά αφού υπολογίσει ένα ποσοστό που αδυνατεί ή αποφεύγει να πληρώσει, τελικά επιβάλλει οικονομικά μέτρα σε ένα μικρό ποσοστό φορολογουμένων, επιβαρύνοντάς τους όλο και περισσότερο (χωρίς φυσικά να ξεχνάμε τους δεκάδες έμμεσους φόρους που καταβάλουν όλοι οι πολίτες).
Αντί να δει τις ανάγκες, αντί να υπολογίσει το κόστος των αναγκών και να αναζητήσει τρόπους είσπραξης φόρων, η κυβέρνηση επιλέγει να φορολογεί μόνο όσους ακόμα αντέχουν τη φορολόγηση με τελικό αποτέλεσμα τη διάλυση της μεσαίας τάξης, καθώς οι ελίτ έχουν μεγάλο περιθώριο αντοχής στη φορολόγηση.
Ίδιον, λοιπόν, της διαχειριστικής τούτης λογικής είναι οι αριθμοί και όχι οι ανάγκες των πολιτών. Μέτρα επιβάλλονται μόνο υπό λογιστική προοπτική, αλλά αδιάφορη εντελώς από εκείνη των ανθρώπων. Άλλωστε, ο νεοφιλελευθερισμός δεν αντιλαμβάνεται την έννοια της κρατικής επένδυσης, αφού το κράτος υπάρχει μόνο για να διατηρεί την τάξη και την ταξική ειρήνη. Υπό ανάλογο σκεπτικό μειώνονται οι πόροι προς την Υγεία, που φτάνει στο χαμηλότατο επίπεδο των άλλων βαλκανικών χωρών, η Παιδεία, που ασφυκτιά από την υποχρηματοδότηση, η κοινωνική πρόνοια που αιμορραγεί.
Αντίθετα, μία αριστερή οπτική πρώτα εξετάζει τις ανάγκες της κοινωνίας και μετά προχωρά σε εξεύρεση πόρων για μέτρα ικανοποίησης των αναγκών αυτών. Η μεγάλη διαφορά, στην ουσία, είναι ο στόχος: ο Άνθρωπος και οι ανάγκες του ή λογιστική διαχείριση; Για την Αριστερά όμως αυτό το δίλημμα έχει απαντηθεί προ πολλού. Σε μία τέτοια ανάγκη, οι μειώσεις των δαπανών είναι αναγκαίες. Αλλά ως δαπάνες οφείλουμε να θυμόμαστε ότι δεν μπορούμε να λογίζουμε το κόστος -κοινωνικό στη βάση του, λόγω ανταποδοτικότητας και άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων– των προνοιακών δομών, όπως θέλει να βλέπει η νεοδεξιά αντίληψη.
Δαπάνες είναι όσα χαρίζονται σε ιδιώτες με υπερβολικά μικρό τίμημα και χωρίς επενδύσεις (βλ. ΟΠΑΠ, ΔΕΗ, ΟΣΕ κλπ), είναι η υπερκοστολόγηση έργων και δράσεων. Δαπάνη είναι η καταστροφή του περιβάλλοντος, η υποβάθμιση της Ποιότητας Ζωής και της υγείας των πολιτών προς όφελος επιχειρηματικών δραστηριοτήτων (γιατί τελικά το κόστος νοσηλείας και επιδομάτων θα το επωμιστούν όλοι οι φορολογούμενοι κι όχι ο επιχειρηματίας) κοκ
Μία επιθετική ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών και η εξίσου επιθετική διαχείριση των προβλημάτων, είναι η ουσία της διαφοράς στην πολιτική αντίληψη που βιώνουμε σήμερα. Η διαχειριστική λογική του Στουρνάρα παράλληλα με την επιθυμία για περιορισμό της οικονομικής/παραγωγικής δραστηριότητας του κράτους είναι εκείνα που συνδέουν άρρηκτα τη ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ και φλερτάρουν με τμήματα της ΔΗΜΑΡ και των φιλελεύθερων κομμάτων Εξάλλου, ο νεοφιλελεύθερος “ορθολογισμός” έχει μια πολύ ευρύτερη εμβέλεια και μπόρεσε να τεθεί σε εφαρμογή από κυβερνήσεις που ισχυρίζονται ότι είναι αριστερές (Dardot).
Μα βέβαια, ξεχνάμε ότι τελικά αυτός ο ορθολογισμός δε γίνεται για αύξηση των κερδών του κράτους από τις παροχές τους προς ιδιώτες ή την είσπραξη φόρων που του οφείλονται, αλλά πατώντας στη διαπλοκή και την αδιαφάνεια στην άμεση υποστήριξη των ελίτ μέσα από το μοίρασμα έργων. Γιατί τελικά η νεοφιλελεύθερη διαχειριστική πολιτική, με την αίγλη της μαθηματικής λογικής και της αντικειμενικότητας των αριθμών, υπονομεύει τον Άνθρωπο και τον καθιστά εργαλείο της Λογιστικής, παραβλέποντας ότι οι αριθμοί είναι το εργαλείο. Υπομονεύει το μέλλον επιβάλλοντας σισύφεια μαρτύρια -χωρίς προοπτική- στο λογιστικό πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου