Του Καρτέσιου
Δε γνωρίζω τί διδάσκονται στο Χάρβαρντ οι μελλοντικοί πρωθυπουργοί των βαλκανικών χωρών, όμως καλό θα ήταν να αντλήσουν γνώσεις από την πραγματικότητα της οικονομίας. Στην Ελλάδα, ο βασικότερος τρόπος έκφρασης της λιτότητας που υποτίθεται ότι θα οδηγούσε στην ανάπτυξη, ήταν η δραματική μείωση των μισθών, η ευκολία στις απολύσεις εργαζομένων και η απαξίωση κάθε δικαιώματος των εργαζομένων.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω υπήρξε η δραματική αύξηση των ανέργων. Από την άλλη, οι μισθοί στο Δημόσιο μειώθηκαν κατά 35% μέσο όρο την τελευταία 3ετία, ενώ εσχάτως προωθούνται μέτρα για την απόλυση δημοσίων υπαλλήλων, κάτι που φυσικά θα αυξήσει ακόμη περισσότερο την ανεργία.
Για να μιλήσουμε με αριθμούς, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εργασίας η αγοραστική δύναμη των μισθωτών στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 50%. Προσέξτε: των μισθωτών! Δηλαδή όσων ακόμη εργάζονται. Η αγοραστική δύναμη των ανέργων έχει προσγειωθεί στην κατανάλωση των βασικών και απαραίτητων.
Μπορεί οι σχεδιαστές της κρίσης που ζούμε να έχουν εξαπολύσει έναν επικοινωνιακό βομβαρδισμό σχετικά με την καλοσύνη των τραπεζών και την ανεκτίμητη συμβολή τους στη ρευστότητα, όμως ένας από τους κύριους λόγους της απουσίας ρευστότητας στην αγορά είναι η απουσία καταναλωτών λόγω της μείωσης μισθών και της ανεργίας. Οι ίδιοι λόγοι δηλαδή που, σύμφωνα με τους υπερασπιστές της οικονομικής κρίσης, θα φέρουν την ανάπτυξη, θα κάνουν την Ελλάδα ανταγωνιστική και θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας.
Όσοι τολμούν να μιλήσουν για καταστροφική και αδιέξοδη πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων, βρίσκονται αντιμέτωποι με κατηγορίες περί κρατισμού, λαϊκισμού, σοβιετοποίησης της οικονομίας και διάφορα άλλα χαριτωμένα. Ας δούμε, λοιπόν, σε επίπεδο ευρωπαϊκού Νότου ποιοι άλλοι είναι κρατιστές, λαϊκιστές και ονειρεύονται σοβιετοποιημένες οικονομίες:
Είναι η γερμανική φαρμακευτική Merck KgaA, η οποία μείωσε προσφάτως το εργατικό της δυναμικό στην Ισπανία κατά 20% λόγω των περικοπών σε φαρμακευτικές δαπάνες που επέβαλε η κυβέρνηση της χώρας. Είναι η εταιρεία Compass Group, με έδρα τη Βρετανία, η οποία έβαλε λουκέτο στα εστιατόρια που διατηρούσε κατά μήκος του εθνικού δικτύου της Πορτογαλίας, με την αιτιολογία ότι η αύξηση της τιμής των διοδίων που επέβαλε η κυβέρνηση μείωσε τη χρήση των συγκεκριμένων δρόμων.
Είναι η Alcoa Inc, παγκόσμιος κολοσσός αλουμινίου με έδρα τις ΗΠΑ, και ο γαλλικός όμιλος ειδών πολυτελείας PPR SA που μειώνουν σταδιακά τη δραστηριότητά τους ή αποχωρούν ολοκληρωτικά από χώρες της Νότιας Ευρώπης – χωρίς καμία, προς το παρόν, προοπτική επιστροφής.
Οι συγκεκριμένες αποχωρήσεις αποτελούν μέρος ενός μαζικού κύματος αποχωρήσεων από τη Νότια Ευρώπη και σύμφωνα με άρθρο της «Wall Street Journal» που αναδημοσιεύει το «ΒΗΜΑ», αυτό το κύμα αποχωρήσεων των πολυεθνικών οφείλεται στα μέτρα λιτότητας που έχουν τεθεί σε εφαρμογή από τις κυβερνήσεις και είχαν ως αποτέλεσμα τη καταβύθιση της κατανάλωσης.
Φαντάζομαι ότι οι υπερασπιστές της κρίσης, των Μνημονίων και των μέτρων λιτότητας, θα θεωρούν κρατιστές και λαϊκιστές τους ιδιοκτήτες της γερμανικής εταιρείας Putzmeister Holding GmbH η οποία δραστηριοποιείται στην παρασκευή τσιμέντου και αποχωρεί σήμερα από Ιταλία και Ισπανία, έπειτα από μία δεκαετία έντονης παρουσίας και επενδύσεων. Μάλιστα, όπως δήλωσε χαρακτηριστικά στη WJS, ο – προφανώς κρατιστής και λαϊκιστής – διευθύνων σύμβουλος της Putzmeister Νόρμπερτ Σόουτς «για να αναπτυχθεί η επιχείρησή μας χρειάζονται τρία πράγματα: αύξηση χρήματος, αύξηση πληθυσμού και υγιείς κρατικοί προϋπολογισμοί. Στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης αυτές οι συνθήκες απουσιάζουν και η κατάσταση δεν πρόκειται να βελτιωθεί τα επόμενα χρόνια».
Το χειρότερο απ’ όλα βέβαια είναι ότι οι μαϊμουδοπίθηκοι του νεοφιλελευθερισμού, αρνούμενοι ακόμη και κάτω από αυτές τις συνθήκες να παραδεχτούν το λάθος τους, επιμένουν ότι για τη φυγή των πολυεθνικών ευθύνεται η Αριστερά (!!!), ενώ μία φράξια νεοφιλελεύθερων διατείνεται αίφνης ότι αυτός ήταν ο στόχος, δηλαδή να φύγουν οι πολυεθνικές που ρουφούσαν το αίμα και την ενέργεια των ντόπιων επιχειρηματιών οι οποίοι τώρα θα έχουν πεδίο δόξης λαμπρό να καλύψουν το παραγωγικό κενό!
Δηλαδή, δεν αρκεί μόνο το ρημαγμένο οικονομικό περιβάλλον στο οποίο καλούμαστε να ζήσουμε, αλλά έχουμε να αντιμετωπίσουμε και το περιβάλλον της απύθμενης βλακείας. Φυσικά, δεν πρόκειται να γίνω ποτέ υπερασπιστής των πολυεθνικών, ούτε να ρίξω μαύρο δάκρυ που φεύγουν, παρά τη θλίψη μου για τους απολυμένους που αφήνουν πίσω τους. Οργίζομαι όμως με εκείνους οι οποίοι αφού υποδέχτηκαν ως εθνικούς ευεργέτες τις πολυεθνικές, τώρα που φεύγουν από τη μια τις καταριούνται κι από την άλλη δίνουν γη και ύδωρ για να έρθουν άλλες, που πιθανώς θα ξαναφύγουν και ούτω καθ’ εξής.
Ούτε ένας νεοφιλελεύθερος μαϊμουδοπίθηκος δεν ενδιαφέρεται να δημιουργηθεί αργά αλλά σταθερά πραγματικά εθνική παραγωγική οικονομία. Δεν ενδιαφέρονται, διότι σε αυτή την περίπτωση μέχρι και οι opinion makers, οι δημοσιοσχεσίτες και οι χλιμίντζουρες του Τίποτα θα χρειαστεί να εργαστούν, πράγμα εφιαλτικό γι’ αυτούς.
Αντί, λοιπόν, να δουλέψουν πραγματικά, προτιμούν να εφευρίσκουν αλογομούρικα αντιπολιτευτικά επιχειρήματα εναντίον της… αντιπολίτευσης για να στηρίξουν το υπάρχον καθεστώς που τους προσφέρει κρυφές επιδοτήσεις και κρατική σίτιση. Έτσι, λοιπόν, εμπνεύστηκαν την επίθεση εναντίον του Τσίπρα όταν εκείνος δήλωσε στη γερμανική εφημερίδα «Die Zeit» ότι «κανείς σοβαρός επενδυτής δε θα έρθει να επενδύσει στην Ελλάδα».
Βρίσκομαι στην όχι ευχάριστη θέση να υπερασπιστώ τη ρεαλιστική δήλωση του κ. Τσίπρα, αλλά δεν είδα τον Στουρνάρα, τον Κεδίκογλου, τον Βενιζέλο και τ’ ανυπόληπτα τσιράκια τους να επιτίθενται με το ίδιο μένος στη BDO η οποία σε πρόσφατη έρευνά της αποκάλυψε ότι οι επικεφαλής μεγάλων πολυεθνικών θεωρούν ότι είναι πιο επικίνδυνο να επενδύσει κανείς στην Ελλάδα απ’ ό,τι στη Συρία και επίσης πιο επικίνδυνο να επενδύσει κάποιος στην Ισπανία απ’ ό,τι στην Αίγυπτο. Και για να μην ξεχνιόμαστε, αυτή η έρευνα αναφέρεται σε δημοσίευμα της γνωστής κρατικιστικής, λαϊκίστικης και φιλοσοβιετικής εφημερίδας «Wall Street Journal».
Πηγή: Καρτέσιος
Δε γνωρίζω τί διδάσκονται στο Χάρβαρντ οι μελλοντικοί πρωθυπουργοί των βαλκανικών χωρών, όμως καλό θα ήταν να αντλήσουν γνώσεις από την πραγματικότητα της οικονομίας. Στην Ελλάδα, ο βασικότερος τρόπος έκφρασης της λιτότητας που υποτίθεται ότι θα οδηγούσε στην ανάπτυξη, ήταν η δραματική μείωση των μισθών, η ευκολία στις απολύσεις εργαζομένων και η απαξίωση κάθε δικαιώματος των εργαζομένων.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω υπήρξε η δραματική αύξηση των ανέργων. Από την άλλη, οι μισθοί στο Δημόσιο μειώθηκαν κατά 35% μέσο όρο την τελευταία 3ετία, ενώ εσχάτως προωθούνται μέτρα για την απόλυση δημοσίων υπαλλήλων, κάτι που φυσικά θα αυξήσει ακόμη περισσότερο την ανεργία.
Για να μιλήσουμε με αριθμούς, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εργασίας η αγοραστική δύναμη των μισθωτών στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 50%. Προσέξτε: των μισθωτών! Δηλαδή όσων ακόμη εργάζονται. Η αγοραστική δύναμη των ανέργων έχει προσγειωθεί στην κατανάλωση των βασικών και απαραίτητων.
Μπορεί οι σχεδιαστές της κρίσης που ζούμε να έχουν εξαπολύσει έναν επικοινωνιακό βομβαρδισμό σχετικά με την καλοσύνη των τραπεζών και την ανεκτίμητη συμβολή τους στη ρευστότητα, όμως ένας από τους κύριους λόγους της απουσίας ρευστότητας στην αγορά είναι η απουσία καταναλωτών λόγω της μείωσης μισθών και της ανεργίας. Οι ίδιοι λόγοι δηλαδή που, σύμφωνα με τους υπερασπιστές της οικονομικής κρίσης, θα φέρουν την ανάπτυξη, θα κάνουν την Ελλάδα ανταγωνιστική και θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας.
Όσοι τολμούν να μιλήσουν για καταστροφική και αδιέξοδη πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων, βρίσκονται αντιμέτωποι με κατηγορίες περί κρατισμού, λαϊκισμού, σοβιετοποίησης της οικονομίας και διάφορα άλλα χαριτωμένα. Ας δούμε, λοιπόν, σε επίπεδο ευρωπαϊκού Νότου ποιοι άλλοι είναι κρατιστές, λαϊκιστές και ονειρεύονται σοβιετοποιημένες οικονομίες:
Είναι η γερμανική φαρμακευτική Merck KgaA, η οποία μείωσε προσφάτως το εργατικό της δυναμικό στην Ισπανία κατά 20% λόγω των περικοπών σε φαρμακευτικές δαπάνες που επέβαλε η κυβέρνηση της χώρας. Είναι η εταιρεία Compass Group, με έδρα τη Βρετανία, η οποία έβαλε λουκέτο στα εστιατόρια που διατηρούσε κατά μήκος του εθνικού δικτύου της Πορτογαλίας, με την αιτιολογία ότι η αύξηση της τιμής των διοδίων που επέβαλε η κυβέρνηση μείωσε τη χρήση των συγκεκριμένων δρόμων.
Είναι η Alcoa Inc, παγκόσμιος κολοσσός αλουμινίου με έδρα τις ΗΠΑ, και ο γαλλικός όμιλος ειδών πολυτελείας PPR SA που μειώνουν σταδιακά τη δραστηριότητά τους ή αποχωρούν ολοκληρωτικά από χώρες της Νότιας Ευρώπης – χωρίς καμία, προς το παρόν, προοπτική επιστροφής.
Οι συγκεκριμένες αποχωρήσεις αποτελούν μέρος ενός μαζικού κύματος αποχωρήσεων από τη Νότια Ευρώπη και σύμφωνα με άρθρο της «Wall Street Journal» που αναδημοσιεύει το «ΒΗΜΑ», αυτό το κύμα αποχωρήσεων των πολυεθνικών οφείλεται στα μέτρα λιτότητας που έχουν τεθεί σε εφαρμογή από τις κυβερνήσεις και είχαν ως αποτέλεσμα τη καταβύθιση της κατανάλωσης.
Φαντάζομαι ότι οι υπερασπιστές της κρίσης, των Μνημονίων και των μέτρων λιτότητας, θα θεωρούν κρατιστές και λαϊκιστές τους ιδιοκτήτες της γερμανικής εταιρείας Putzmeister Holding GmbH η οποία δραστηριοποιείται στην παρασκευή τσιμέντου και αποχωρεί σήμερα από Ιταλία και Ισπανία, έπειτα από μία δεκαετία έντονης παρουσίας και επενδύσεων. Μάλιστα, όπως δήλωσε χαρακτηριστικά στη WJS, ο – προφανώς κρατιστής και λαϊκιστής – διευθύνων σύμβουλος της Putzmeister Νόρμπερτ Σόουτς «για να αναπτυχθεί η επιχείρησή μας χρειάζονται τρία πράγματα: αύξηση χρήματος, αύξηση πληθυσμού και υγιείς κρατικοί προϋπολογισμοί. Στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης αυτές οι συνθήκες απουσιάζουν και η κατάσταση δεν πρόκειται να βελτιωθεί τα επόμενα χρόνια».
Το χειρότερο απ’ όλα βέβαια είναι ότι οι μαϊμουδοπίθηκοι του νεοφιλελευθερισμού, αρνούμενοι ακόμη και κάτω από αυτές τις συνθήκες να παραδεχτούν το λάθος τους, επιμένουν ότι για τη φυγή των πολυεθνικών ευθύνεται η Αριστερά (!!!), ενώ μία φράξια νεοφιλελεύθερων διατείνεται αίφνης ότι αυτός ήταν ο στόχος, δηλαδή να φύγουν οι πολυεθνικές που ρουφούσαν το αίμα και την ενέργεια των ντόπιων επιχειρηματιών οι οποίοι τώρα θα έχουν πεδίο δόξης λαμπρό να καλύψουν το παραγωγικό κενό!
Δηλαδή, δεν αρκεί μόνο το ρημαγμένο οικονομικό περιβάλλον στο οποίο καλούμαστε να ζήσουμε, αλλά έχουμε να αντιμετωπίσουμε και το περιβάλλον της απύθμενης βλακείας. Φυσικά, δεν πρόκειται να γίνω ποτέ υπερασπιστής των πολυεθνικών, ούτε να ρίξω μαύρο δάκρυ που φεύγουν, παρά τη θλίψη μου για τους απολυμένους που αφήνουν πίσω τους. Οργίζομαι όμως με εκείνους οι οποίοι αφού υποδέχτηκαν ως εθνικούς ευεργέτες τις πολυεθνικές, τώρα που φεύγουν από τη μια τις καταριούνται κι από την άλλη δίνουν γη και ύδωρ για να έρθουν άλλες, που πιθανώς θα ξαναφύγουν και ούτω καθ’ εξής.
Ούτε ένας νεοφιλελεύθερος μαϊμουδοπίθηκος δεν ενδιαφέρεται να δημιουργηθεί αργά αλλά σταθερά πραγματικά εθνική παραγωγική οικονομία. Δεν ενδιαφέρονται, διότι σε αυτή την περίπτωση μέχρι και οι opinion makers, οι δημοσιοσχεσίτες και οι χλιμίντζουρες του Τίποτα θα χρειαστεί να εργαστούν, πράγμα εφιαλτικό γι’ αυτούς.
Αντί, λοιπόν, να δουλέψουν πραγματικά, προτιμούν να εφευρίσκουν αλογομούρικα αντιπολιτευτικά επιχειρήματα εναντίον της… αντιπολίτευσης για να στηρίξουν το υπάρχον καθεστώς που τους προσφέρει κρυφές επιδοτήσεις και κρατική σίτιση. Έτσι, λοιπόν, εμπνεύστηκαν την επίθεση εναντίον του Τσίπρα όταν εκείνος δήλωσε στη γερμανική εφημερίδα «Die Zeit» ότι «κανείς σοβαρός επενδυτής δε θα έρθει να επενδύσει στην Ελλάδα».
Βρίσκομαι στην όχι ευχάριστη θέση να υπερασπιστώ τη ρεαλιστική δήλωση του κ. Τσίπρα, αλλά δεν είδα τον Στουρνάρα, τον Κεδίκογλου, τον Βενιζέλο και τ’ ανυπόληπτα τσιράκια τους να επιτίθενται με το ίδιο μένος στη BDO η οποία σε πρόσφατη έρευνά της αποκάλυψε ότι οι επικεφαλής μεγάλων πολυεθνικών θεωρούν ότι είναι πιο επικίνδυνο να επενδύσει κανείς στην Ελλάδα απ’ ό,τι στη Συρία και επίσης πιο επικίνδυνο να επενδύσει κάποιος στην Ισπανία απ’ ό,τι στην Αίγυπτο. Και για να μην ξεχνιόμαστε, αυτή η έρευνα αναφέρεται σε δημοσίευμα της γνωστής κρατικιστικής, λαϊκίστικης και φιλοσοβιετικής εφημερίδας «Wall Street Journal».
Πηγή: Καρτέσιος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου