Πώς το λέει ο paul mason; Όπως λίγο πριν το τέλος της δημοκρατίας της Βαΐμάρης, μοιάζει να περνάμε από την αντίσταση στην (ας την πούμε) ανημπόρια (ή και παραίτηση).
Τόσα χρόνια με σχολεία, συμβουλές και ένα σωρό φροντιστήρια, της γειτονιάς ή της πανεπιστημιούπολης, κι όμως δεν μάθαμε να επιβιώνουμε. Κυρίως μάθαμε να ελισσόμαστε. Να ξεφεύγουμε με τακτικισμούς από τις δυσάρεστες καταστάσεις. Μην τσακωθείς με τον προϊστάμενο. Να τα ‘χεις καλά, ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται. Μην παρατήσεις τη δουλειά που δε θες. Να είσαι υπεύθυνος. Αν σε απολύσουν μην κάνεις φασαρίες. Πες έληξε η συνεργασία μας και προχώρα. Καλύτερα να σε συμπαθούν και να σου χρωστάνε.
Τώρα που χρειάζεται να επιβιώσουμε, να φανούμε δυνατοί, να τα καταφέρουμε ενάντια στις πιθανότητες, μοιάζει να μας παγώνει ο φόβος. Δεν ξέρουμε πώς να διεκδικούμε κάτι περισσότερο απ’ το ποσοστό μας στις δημόσιες σχέσεις.
Η μία πλευρά: Μπορεί λοιπόν να μην μάθαμε τί σημαίνει επιβίωση σ’ έναν εχθρικό κόσμο, μπορεί να μη μάθαμε να αντιστεκόμαστε, μάθαμε όμως ένα σωρό άλλα πράγματα. Μάθαμε πώς να ασκούμε διαρκή, ανελέητη και πανέξυπνη κριτική.
Κάποιοι από μας, επηρεασμένοι απ’ τις τεχνολογικές εξελίξεις, τα μεταπτυχιακά στις περίφημες σχολές του εξωτερικού και την κουλτούρα του ted, παρακολουθούν από μακριά, περιμένοντας να εξετάσουν με λεπτομέρεια κάθε δράση ή κουβέντα της δημόσιας ζωής. Με φοβερά νοητικά εργαλεία, συμβολισμούς και θεωρίες όλων των ειδών, κρίνουν με όλο το χιούμορ του γαλαξία, πότε την αισθητική του βαξεβάνη, πότε την κάλτσα του τσίπρα, πότε τον τρόπο εκφοράς των λέξεων του χ συνδικαλιστή. Φυσικά και έχουν δίκιο. Λαϊκισμός, κακογουστιά, υπερβολή, χάιδεμα κλπ κυριαρχούν στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό. Μόνο που όλοι αυτοί, που θα μελετήσουν πρώτοι το πουκάμισο ή το μαλλί του τάδε αντιμνημονιακού, θα ξεχάσουν να μελετήσουν αυτό που συμβαίνει στον πραγματικό κόσμο. Φτώχια, εξαθλίωση, κατάρρευση των δομών, όλα αυτά είναι ψιλά γράμματα μπροστά σε μία φράση του Λαφαζάνη που αποκαλύπτει τον αντιευρωπαϊσμό ή την αγάπη του για τους δημόσιους υπαλλήλους. (Όλοι αυτοί που πιστεύουν σε μια γενική και αόριστη μεταρρύθμιση και επιλέγουν να κριτικάρουν πρώτα τον στρατούλη και μετά τον δένδια. Η κοινή λογική τους, η σημειολογία και η δυσφορία τους για την παλιά Ελλάδα, ενώ βγάζει σπυριά με την αριστερά, παραδόξως μπορεί να συμβαδίζει με τους δήθεν «μεταρρυθμιστές» του πασόκ και της νδ. Αλλά το θέμα μου δεν είναι τα δύο κόμματα της γλίτσας και του αυταρχισμού.)
Αυτό που θέλω να πω είναι ότι μάθαμε όλοι εμείς οι φλώροι και υπερμορφωμένοι να τεμαχίζουμε κάθε εικόνα, να αποδομούμε κάθε σύνθημα, να κατακερματίζουμε κάθε ιδέα. Η κριτική μας δεν έχει σκοπό να συνθέσει, να φτιάξει τον κόσμο, να δημιουργήσει μια ενιαία αφήγηση. Η κριτική μας θέλει απλά να κατακρίνει, να πικάρει, να βγάλει δηλητήριο. Η κυρίαρχη κριτική που ασκείται σήμερα θέλει απλά να δικαιώσει τον απέραντο ατομισμό και τις αποστάσεις που κράταγε ένα ποσοστό ανθρώπων απ’ οτιδήποτε συλλογικό. Η κυρίαρχη κριτική θέλει απλά να σύρει χαιρέκακα το πτώμα του κόσμου σε όλες τις οθόνες.
Η άλλη: Επιμένω λοιπόν, μπορεί να νιώθουμε ανήμποροι, αλλά στην κριτική είμαστε μάστορες. Η παρακολούθηση των σόσιαλ μίδια θα σε πείσει ότι όχι μόνο κριτικάρουμε, αλλά παθιαζόμαστε στον υπέρτατο βαθμό αν είναι να μιλήσουμε για το συστημικό ρόλο του κκ, τη δεξιά στροφή του σύριζα ή τα σπασίματα των μπάχαλων. Εκεί η περίτεχνη κριτική των φιλελέ κάνει στην άκρη να περάσει η απόλυτη αλήθεια των μοναδικών υπερασπιστών της αντίστασης. Την ίδια ώρα η πραγματικότητα σέρνει τα πτώματά μας στην άσφαλτο. Οι φίλοι μας δεν έχουν λεφτά ούτε για τα στοιχειώδη πια, οι φίλοι μας προσάγονται προληπτικά, μεταναστεύουν οριστικά, οι φίλοι μας τις τρώνε στο ψαχνό, τρώνε ξύλο και δακρυγόνα και κυνηγητό. Επιμένουμε όμως (και τώρα το εμείς είναι πραγματικό, εμπεριέχει κ μένα, όχι όπως πριν) να σχολιάζουμε πριν απ’ όλα την ιδεολογική γύμνια των διπλανών μας με απαράμιλλο πάθος.
Αντιλαμβάνομαι ότι δεν μπορεί να σταθεί καμιά ενότητα, κανένα όλοι μαζί – και δικαιολογημένα. Οι διαφορές είναι μεγάλες και είναι πραγματικές. Σε αντίθεση με το δεξί μέρος του φάσματος, το μεγαλείο αυτού του κόσμου είναι ότι οι διαφορές έχουν να κάνουν με αληθινές διαφωνίες για το πώς ονειρευόμαστε τον κόσμο κι όχι για το πώς θα μοιράσουμε τη λεία.
Αντιλαμβάνομαι ακόμη, ότι δεν υπάρχει όλοι μαζί για τις ηγεσίες. Αλλά αυτή είναι η δουλειά κάθε ηγεσίας. Να βάζει προβλήματα, να ιδεολογικοποιεί, να είναι αργοκίνητη, υστερική και πλαδαρή μαζί. Οι από κάτω όμως έχουν άλλη δουλειά να κάνουν, άλλη ζωή να ζήσουν κι άλλους δρόμους να περπατήσουν μαζί. Η ίδια εργατική τάξη που τώρα υποτιμάται μέχρι εξευτελισμού και αφανισμού, είναι η ίδια που θα πρέπει να βρει τον τρόπο να δηλώσει ότι πριν απ’ τους τρόπους εξόδου απ’ την κρίση, πριν απ’ το συγκεκριμένο ψηφοδέλτιο, θα προτάξει την αγάπη του για τη ζωή. Η ίδια η εργατική τάξη έχει την υποχρέωση να παρακάμψει τις ηγεσίες που γεννήθηκαν τον καιρό της κατανάλωσης ειδήσεων, μισθών, δανείων, ανθρώπων και που στην ουσία μόνο αυτό ξέρουν. Να συμμετέχουν και να αναπαράγουν το θέαμα του αδιέξοδου.
Στο δρόμο όμως, στην ουρά του οαέδ και στα στριμωγμένα μέσα μεταφοράς συναντιούνται οι ίδιοι άνθρωποι. Αυτοί που θα έρθουν και έρχονται αντιμέτωποι με όλα τα οριακά ερωτήματα. Αυτοί που θα βρουν απαντήσεις ή θα συνεχίσουν να συλλαμβάνονται προληπτικά, να χάνουν τις δουλειές τους οριστικά, να τρώνε ξύλο όπως τότε.
Δεν λέω και τίποτα καινούριο, το ξέρω. Οπότε αφήνουμε κατά μέρος τον mason και πιάνουμε τον costinho , το ακορντεόν και την ομορφιά.
Οι φίλοι μου είναι υπερήρωες, που είπε μια ψυχή. Και τώρα, στη χειρότερη στιγμή, στην πιο ζόρικη στροφή του κόσμου έχω ήδη δει – πέρα απ’ τη γκρίνια – πράγματα, λέξεις, κινήσεις, μουσικές που δεν φανταζόμουν. Στην πιο ζόρικη στροφή έχω δει ήδη χιλιάδες χέρια απλωμένα, απαράμιλλες κινήσεις αλληλεγγύης, προστατευτικές αγκαλιές, κοφτερές λέξεις.
Κι αν χρειαστεί, θα γίνουμε όλοι υπερήρωες.
Αναδημοσίευση από to vytio via www.rednotebook.gr
Τόσα χρόνια με σχολεία, συμβουλές και ένα σωρό φροντιστήρια, της γειτονιάς ή της πανεπιστημιούπολης, κι όμως δεν μάθαμε να επιβιώνουμε. Κυρίως μάθαμε να ελισσόμαστε. Να ξεφεύγουμε με τακτικισμούς από τις δυσάρεστες καταστάσεις. Μην τσακωθείς με τον προϊστάμενο. Να τα ‘χεις καλά, ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται. Μην παρατήσεις τη δουλειά που δε θες. Να είσαι υπεύθυνος. Αν σε απολύσουν μην κάνεις φασαρίες. Πες έληξε η συνεργασία μας και προχώρα. Καλύτερα να σε συμπαθούν και να σου χρωστάνε.
Τώρα που χρειάζεται να επιβιώσουμε, να φανούμε δυνατοί, να τα καταφέρουμε ενάντια στις πιθανότητες, μοιάζει να μας παγώνει ο φόβος. Δεν ξέρουμε πώς να διεκδικούμε κάτι περισσότερο απ’ το ποσοστό μας στις δημόσιες σχέσεις.
Η μία πλευρά: Μπορεί λοιπόν να μην μάθαμε τί σημαίνει επιβίωση σ’ έναν εχθρικό κόσμο, μπορεί να μη μάθαμε να αντιστεκόμαστε, μάθαμε όμως ένα σωρό άλλα πράγματα. Μάθαμε πώς να ασκούμε διαρκή, ανελέητη και πανέξυπνη κριτική.
Κάποιοι από μας, επηρεασμένοι απ’ τις τεχνολογικές εξελίξεις, τα μεταπτυχιακά στις περίφημες σχολές του εξωτερικού και την κουλτούρα του ted, παρακολουθούν από μακριά, περιμένοντας να εξετάσουν με λεπτομέρεια κάθε δράση ή κουβέντα της δημόσιας ζωής. Με φοβερά νοητικά εργαλεία, συμβολισμούς και θεωρίες όλων των ειδών, κρίνουν με όλο το χιούμορ του γαλαξία, πότε την αισθητική του βαξεβάνη, πότε την κάλτσα του τσίπρα, πότε τον τρόπο εκφοράς των λέξεων του χ συνδικαλιστή. Φυσικά και έχουν δίκιο. Λαϊκισμός, κακογουστιά, υπερβολή, χάιδεμα κλπ κυριαρχούν στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό. Μόνο που όλοι αυτοί, που θα μελετήσουν πρώτοι το πουκάμισο ή το μαλλί του τάδε αντιμνημονιακού, θα ξεχάσουν να μελετήσουν αυτό που συμβαίνει στον πραγματικό κόσμο. Φτώχια, εξαθλίωση, κατάρρευση των δομών, όλα αυτά είναι ψιλά γράμματα μπροστά σε μία φράση του Λαφαζάνη που αποκαλύπτει τον αντιευρωπαϊσμό ή την αγάπη του για τους δημόσιους υπαλλήλους. (Όλοι αυτοί που πιστεύουν σε μια γενική και αόριστη μεταρρύθμιση και επιλέγουν να κριτικάρουν πρώτα τον στρατούλη και μετά τον δένδια. Η κοινή λογική τους, η σημειολογία και η δυσφορία τους για την παλιά Ελλάδα, ενώ βγάζει σπυριά με την αριστερά, παραδόξως μπορεί να συμβαδίζει με τους δήθεν «μεταρρυθμιστές» του πασόκ και της νδ. Αλλά το θέμα μου δεν είναι τα δύο κόμματα της γλίτσας και του αυταρχισμού.)
Αυτό που θέλω να πω είναι ότι μάθαμε όλοι εμείς οι φλώροι και υπερμορφωμένοι να τεμαχίζουμε κάθε εικόνα, να αποδομούμε κάθε σύνθημα, να κατακερματίζουμε κάθε ιδέα. Η κριτική μας δεν έχει σκοπό να συνθέσει, να φτιάξει τον κόσμο, να δημιουργήσει μια ενιαία αφήγηση. Η κριτική μας θέλει απλά να κατακρίνει, να πικάρει, να βγάλει δηλητήριο. Η κυρίαρχη κριτική που ασκείται σήμερα θέλει απλά να δικαιώσει τον απέραντο ατομισμό και τις αποστάσεις που κράταγε ένα ποσοστό ανθρώπων απ’ οτιδήποτε συλλογικό. Η κυρίαρχη κριτική θέλει απλά να σύρει χαιρέκακα το πτώμα του κόσμου σε όλες τις οθόνες.
Η άλλη: Επιμένω λοιπόν, μπορεί να νιώθουμε ανήμποροι, αλλά στην κριτική είμαστε μάστορες. Η παρακολούθηση των σόσιαλ μίδια θα σε πείσει ότι όχι μόνο κριτικάρουμε, αλλά παθιαζόμαστε στον υπέρτατο βαθμό αν είναι να μιλήσουμε για το συστημικό ρόλο του κκ, τη δεξιά στροφή του σύριζα ή τα σπασίματα των μπάχαλων. Εκεί η περίτεχνη κριτική των φιλελέ κάνει στην άκρη να περάσει η απόλυτη αλήθεια των μοναδικών υπερασπιστών της αντίστασης. Την ίδια ώρα η πραγματικότητα σέρνει τα πτώματά μας στην άσφαλτο. Οι φίλοι μας δεν έχουν λεφτά ούτε για τα στοιχειώδη πια, οι φίλοι μας προσάγονται προληπτικά, μεταναστεύουν οριστικά, οι φίλοι μας τις τρώνε στο ψαχνό, τρώνε ξύλο και δακρυγόνα και κυνηγητό. Επιμένουμε όμως (και τώρα το εμείς είναι πραγματικό, εμπεριέχει κ μένα, όχι όπως πριν) να σχολιάζουμε πριν απ’ όλα την ιδεολογική γύμνια των διπλανών μας με απαράμιλλο πάθος.
Αντιλαμβάνομαι ότι δεν μπορεί να σταθεί καμιά ενότητα, κανένα όλοι μαζί – και δικαιολογημένα. Οι διαφορές είναι μεγάλες και είναι πραγματικές. Σε αντίθεση με το δεξί μέρος του φάσματος, το μεγαλείο αυτού του κόσμου είναι ότι οι διαφορές έχουν να κάνουν με αληθινές διαφωνίες για το πώς ονειρευόμαστε τον κόσμο κι όχι για το πώς θα μοιράσουμε τη λεία.
Αντιλαμβάνομαι ακόμη, ότι δεν υπάρχει όλοι μαζί για τις ηγεσίες. Αλλά αυτή είναι η δουλειά κάθε ηγεσίας. Να βάζει προβλήματα, να ιδεολογικοποιεί, να είναι αργοκίνητη, υστερική και πλαδαρή μαζί. Οι από κάτω όμως έχουν άλλη δουλειά να κάνουν, άλλη ζωή να ζήσουν κι άλλους δρόμους να περπατήσουν μαζί. Η ίδια εργατική τάξη που τώρα υποτιμάται μέχρι εξευτελισμού και αφανισμού, είναι η ίδια που θα πρέπει να βρει τον τρόπο να δηλώσει ότι πριν απ’ τους τρόπους εξόδου απ’ την κρίση, πριν απ’ το συγκεκριμένο ψηφοδέλτιο, θα προτάξει την αγάπη του για τη ζωή. Η ίδια η εργατική τάξη έχει την υποχρέωση να παρακάμψει τις ηγεσίες που γεννήθηκαν τον καιρό της κατανάλωσης ειδήσεων, μισθών, δανείων, ανθρώπων και που στην ουσία μόνο αυτό ξέρουν. Να συμμετέχουν και να αναπαράγουν το θέαμα του αδιέξοδου.
Στο δρόμο όμως, στην ουρά του οαέδ και στα στριμωγμένα μέσα μεταφοράς συναντιούνται οι ίδιοι άνθρωποι. Αυτοί που θα έρθουν και έρχονται αντιμέτωποι με όλα τα οριακά ερωτήματα. Αυτοί που θα βρουν απαντήσεις ή θα συνεχίσουν να συλλαμβάνονται προληπτικά, να χάνουν τις δουλειές τους οριστικά, να τρώνε ξύλο όπως τότε.
Δεν λέω και τίποτα καινούριο, το ξέρω. Οπότε αφήνουμε κατά μέρος τον mason και πιάνουμε τον costinho , το ακορντεόν και την ομορφιά.
Οι φίλοι μου είναι υπερήρωες, που είπε μια ψυχή. Και τώρα, στη χειρότερη στιγμή, στην πιο ζόρικη στροφή του κόσμου έχω ήδη δει – πέρα απ’ τη γκρίνια – πράγματα, λέξεις, κινήσεις, μουσικές που δεν φανταζόμουν. Στην πιο ζόρικη στροφή έχω δει ήδη χιλιάδες χέρια απλωμένα, απαράμιλλες κινήσεις αλληλεγγύης, προστατευτικές αγκαλιές, κοφτερές λέξεις.
Κι αν χρειαστεί, θα γίνουμε όλοι υπερήρωες.
Αναδημοσίευση από to vytio via www.rednotebook.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου