Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2012

Αυταπάτες, θαύματα και μακάριοι απεργοσπάστες, του Αντώνη Αντωνάκου

Πολλοί θέλουν να πιστεύουν πως θα τους δοθεί χάρη. Μισό εκατομμύριο εργαζόμενοι παραμένουν απλήρωτοι. Παρόλα αυτά ελπίζουν. Ελπίζουν βέβαια μʼ έναν γκρινιάρικο τρόπο, πιστεύοντας ως υποτελείς, στο έλεος του Κυρίου τους. Η στρατηγική του Κυρίου τους είναι το απόλυτο ξεπάστρεμα των άχρηστων πληθυσμών. Άχρηστοι πληθυσμοί είναι αυτοί που δεν μπορούν πλέον να παράξουν κέρδος. Είναι τα μικροαστικά στρώματα που γρονθοκοπούνται ανηλεώς. Είναι οι αυτοαπασχολούμενοι που δεν μπορούν να βγάλουν πλέον άλλο ξύγκι από τη μύγα. Είναι οι χαμηλόμισθοι που κάθονται στʼ αυγά τους κι ανακουφίζονται όταν τα τάγματα εφόδου του Δένδια και του Κασιδιάρη τιμωρούν τους μιαρούς ξένους που ευθύνονται για τα δεινά μας.
Ο Κυρίαρχος κινητοποιεί και ελέγχει τους υποτελείς μέσω της εργασίας. Η εργασία με τους δεδομένους μεταπολεμικούς όρους της υπήρξε η πιο σπουδαία μορφή κοινωνικού ελέγχου. Μετακινούμενες μάζες σε πόλεις και βιομηχανικές χώρες έστησαν με αίμα το σημερινό κόσμο. Ένα προλεταριάτο που τρύπωσε στα μικροαστικά υπερώα της αντιπαροχής κι άρχιζε να μαϊμουδίζει τον αστικό τρόπο ζωής. Μικροαστοί που πίστεψαν μέσα από σοφολογιότατους μηχανισμούς πως μπορεί να πλουτίσουν, να γίνουν ισχυροί και διάσημοι. Τζόγος, μικροιδιοκτησία και δέκα λεπτά κρεμανταλάδικης δημοσιότητας. Προγραμματισμένοι όμως κατά βάθος για εργασία πόλεμο και κατανάλωση. Το ιδεολόγημα περί παροχής ίσων ευκαιριών είχε και έχει ουραγούς πολιτικούς, συμβούλους, δημοσιογράφους, παπάδες, επιστήμονες και καλλιτέχνες. Μια φοβερή ασπίδα προστασίας προς αποτροπή της κατάλυσης της Κυριαρχίας.
Οι περισσότεροι που έχουν μαντρωθεί στον περίγυρο αυτού του τόπου έχουν χάσει τη ματιά του σκεπτόμενου ανθρώπου. Κατευθυνόμενοι μʼ έναν μαζοχιστικό αμοραλισμό συναινούν στο βιασμό των παιδιών τους. Τσιγκουνεύονται μʼ έναν χυδαίο τρόπο, αφού λειτουργούν ως απεργοσπάστες και φρενάρουν κάθε κοινωνική πίεση απʼ τα κάτω. Έχουν ευθυγραμμίσει βλακωδώς τα συμφέροντά τους με τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης. Επικαλούνται συχνά κάποια ιδιαίτερη δικαιολογία για την παραμονή, τη δράση και τη συμμετοχή τους σʼ αυτό το χάος. Η τυφλή θέληση να περισωθεί το γόητρο της προσωπικής ύπαρξης επιβάλλεται σχεδόν παντού. Γιʼ αυτό άλλωστε κυκλοφορούν τόσες απόψεις για τη ζωή και τόσες φτηνιάρικες κοσμοθεωρίες μιζέριας στοχεύοντας στην επικύρωση μιας εντελώς ασήμαντης ιδιωτικής κατάστασης. Έτσι αναδύεται μεγαλοπρεπώς ένας κόσμος γεμάτος ψευδαισθήσεις κι αντικατοπτρισμούς κάποιου ανθηρού μέλλοντος απότοκου του επαναληπτικού βούρδουλα μνημονίων.
Η μάζα των νεοελλήνων και ο συρφετός όταν κάνουν κάτι σήμερα δεν λαμβάνουν υπόψη παρά το πιο στενόκαρδο ιδιωτικό τους συμφέρον, την ίδια στιγμή που η στάση τους καθορίζεται περισσότερο παρά ποτέ από τα μαζικά ένστιχτα. Η προσήλωση στην από καιρό χαμένη ζωή είναι τόσο άκαμπτη που ευτελίζει την κατεξοχήν ανθρώπινη χρήση της νόησης αλλά και της αντίστασης μπροστά στον άμεσο κίνδυνο. Πραγματώνεται λοιπόν στην κοινωνία η εικόνα της βλακείας και της γελοιότητας. Ανασφάλεια και μάλιστα διαστροφή των απαραίτητων για τη ζωή ενστίκτων. Ακόμα κι η ελευθερία της συνομιλίας χάνεται. Το αυτονόητο ενδιαφέρον για το οδήγημα της κουβέντας σʼ ένα αποτέλεσμα και σε μια λύση χάνεται και το υποκαθιστά δραματικά η γκρίνια και η ερώτηση για την τιμή της ζάχαρης ή της βενζίνης. Σε κάθε κουβέντα παρεισφρέει δραματικά το θέμα του βιοτικού επιπέδου του χρήματος.
Οι ανθρώπινες υπάρξεις έχουν παραμεριστεί απʼ τα ρεπορτάζ της κρίσης και φαίνονται μόνο κοφτήρια και ντάνες χαρτονομισμάτων. Ιδιαίτερα στις πόλεις όπου η πείνα αναγκάζει τους πιο εξαθλιωμένους να ζουν απʼ τα χαρτονομίσματα με τα οποία προσπαθούν οι περαστικοί να σκεπάσουνε μια γύμνια που τους πληγώνει. Ένα νέο ιδεολόγημα έρχεται τώρα να φορεθεί περί αλληλεγγύης και ελεημοσύνης.
Οι Βερσαλλίες των συσσιτίων αποφαίνονται πως η φτώχεια δεν είναι ντροπή. Όμως ντροπιάζουν το φτωχό με τον πιο δραματικό τρόπο. Είναι η φρασούλα που ήρθε να αντικαταστήσει μια άλλη βάναυση συνθήκη που λέει, ο μη εργαζόμενος μηδέ εσθιέτω. Όταν υπήρχε δουλειά που έτρεφε τον άνθρωπό της υπήρχε και φτώχεια όχι τόσο ντροπιαστική. Αυτή η ανέχεια όμως μέσα στην οποία γεννιούνται εκατομμύρια και μπλέκουν εκατοντάδες χιλιάδες που φτωχαίνουν, ντροπιάζει. Η βρόμα και η αθλιότητα ορθώνονται γύρω τους σαν τείχη που τα χτίζουν αόρατα χέρια.
Όμως ποτέ κανείς δεν πρέπει να συνάψει ειρήνη με τη φτώχια όταν αυτή πέφτει σαν ίσκιος τεράστιος πάνω στη ζωή και το λαό του. Πρέπει να διατηρεί τις αισθήσεις του άγρυπνες για κάθε ταπείνωση που υφίσταται, και να τις κρατά σε πειθαρχία μέχρι που ο πόνος του να πάψει να παίρνει τον κατήφορο της θλίψης, και να διανοίξει ανηφορικά το δρόμο της εξέγερσης. Η εξέγερση όμως θέλει οργάνωση απʼ τα κάτω και μαζικό κίνημα έτοιμο να συγκρουστεί. Δεν θέλει επετειακές κινητοποιήσεις ελεγχόμενες από διεφθαρμένα και συγχρωτισμένα με την εξουσία συνδικάτα. Δεν θέλει λούστρους ματαιόδοξους απεργοσπάστες που φρενάρουν ακόμα και το ισχνότερο χιλιοστό αντίστασης. Αν ο λαός δεν αποκτήσει ταξική συνείδηση θα βολοδέρνει για καιρό ακόμα σε υπηρεσίες, εφορίες και πολιτικά παραμάγαζα για να διαχειριστεί το βιασμό του.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου