Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2012

Κυβέρνηση Λαϊκής Ενότητας ΤΩΡΑ

Του Δημήτρη Μπεκιάρη

Πολύ πριν από τις εκλογές του Οκτώβρη του 2009 από τις οποίες βγήκαν τότε νικητές το ΠΑΣΟΚ και ο Γιώργος Παπανδρέου, οι δυνάμεις που στηρίζουν το αστικό πολιτικό σύστημα είχαν βάλει στο στόχαστρο τους τον σχηματισμό αυτοδύναμων κυβερνήσεων, υποστηρίζοντας ότι ήταν αναγκαίος ο σχηματισμός κυβερνήσεων συνεργασίας, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Πριν την Ελλάδα πλήξει η σφοδρή κρίση χρέους, εκπρόσωποι του αστικού πολιτικού κατεστημένου όπως ο Θεόδωρος Πάγκαλος, η Ντόρα Μπακογιάννη ή ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης εισηγούνταν τον σχηματισμό κυβερνήσεων συνεργασίας, τις οποίες ανάλογα με την περίσταση και τη συγκυρία βάφτιζαν «εθνικής ενότητας», «εθνικής ανάγκης» ή «εθνικής συνεννόησης». Ταυτόχρονα τα μιντιακά συγκροτήματα της διαπλοκής και διαχρονικά επικοινωνικά εργαλεία του αστικού κατεστημένου αναφέρονταν στην περίφημη "συνταγή Σημίτη" ή πίεζαν, ήδη από το 2009 και από τις αρχές του 2010, για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας ή "εθνικής ενότητας" με πρωθυπουργό τον τραπεζίτη Λουκά Παπαδήμο. Αυτές οι εισηγήσεις παρέπεμπαν ιστορικά στις μετεμφυλιακές προσπάθειες του Παλατιού για τη συγκρότηση «κυβέρνησης εθνικής ενότητας», οι οποίες βέβαια τότε είχαν ένα και μόνο σκοπό: Να εξυπηρετήσουν ανοικτά τις επιδιώξεις του μεγάλου Κεφαλαίου, των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και της ντόπιας αστικής τάξης. Η σφοδρή κρίση χρέους, η οποία έπληξε την Ελλάδα και οι επιπτώσεις της ένταξης στον μηχανισμό στήριξης διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στην ραγδαία μεταβολή της πολιτικής κατάστασης, στην ανατροπή του πολιτικού σκηνικού και στην ριζική τροποποίηση του πολιτικού χάρτη στην Ελλάδα. Όμως, παρά την κατάρρευση τόσο του κυρίαρχου μεταπολιτευτικού πολιτικού φορέα, δηλαδή του ΠΑΣΟΚ, όσο και της Νέας Δημοκρατίας, τα υπερεθνικά και ντόπια οικονομικά συμφέροντα, που στηρίζουν το αστικό πολιτικό σύστημα πέτυχαν μέσα σε συνθήκες ολοκληρωτικής και πλήρους διάρρηξης της κοινωνικής συνοχής την επιβολή με κάθε τρόπο και μέσο του σχηματισμού κυβερνήσεων συνεργασίας επιτυγχάνοντας των συμβιβασμό πολιτικών δυνάμεων, όπως για παράδειγμα του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, οι οποίες επί τέσσερις δεκαετίες αποτελούσαν δύο σταθερούς παραταξιακούς πολιτικούς πόλους αντιπαράθεσης που σταδιακά εξομοιώθηκαν σε ότι έχει να κάνει με τον πολιτικό τους λόγο, τις πολιτικές τους επιδιώξεις και τα προγράμματά τους.

Το επιχείρημα

Η «μαύρη αντίδραση», η οποία προσέλαβε τα τρία τελευταία χρόνια τη μορφή του «μαύρου μετώπου» της εφαρμογή της ακραίας νεοφιλελεύθερης στρατηγικής του μνημονίου χρησιμοποίησε ως επιχείρημα για την επιβολή κυβερνήσεων «εθνικής ενότητας» το αντικειμενικό ζητούμενο του κατεστημένου το οποίο δεν είναι άλλο από την δήθεν κοινωνική νομιμοποίηση της λαοκτόνας πολιτικής που απειλεί με κοινωνική γενοκτονία τον ελληνικό λαό. Πριν ο Γιώργος Παπανδρέου εγκαταλείψει την πρωθυπουργία, οι «υπεύθυνες πολιτικές δυνάμεις», οι υποστηρικτικοί πυλώνες του «αστικού πολιτικού κόσμου», οι μηχανισμοί προπαγάνδας της επιχειρηματικής ελίτ της χώρας, τα τεχνοκρατικά γκρουπούσκουλα που λυμαίνονται επί δεκαετίες την οικονομική ζωή του τόπου (και τελικά δυστυχώς επικράτησαν), η χρεοκοπημένη μιντιοκρατία της διαπλοκής (επιδοτούμενη από το κράτος επί δεκαετίες βεβαίως - βεβαίως) πίεσαν για τον σχηματισμό συγκυβέρνησης. Τελικά, μια αναφορά του πρώην πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου στο ενδεχόμενο διενέργειας δημοψηφίσματος πριν από ένα χρόνο και η ενεργοποίηση μηχανισμών, άρρηκτα δεμένων με συγκεκριμένα υπερεθνικά και ντόπια πολιτικά και επιχειρηματικά συμφέροντα, οδήγησαν στην παραίτησή του. Στη συνέχεια σχηματίστηκε η κυβέρνηση του δοτού και ευπατρίδη των τραπεζών πρωθυπουργού Λουκά Παπαδήμου με τη σύμπραξη του ΠΑΣΟΚ, της Νέας Δημοκρατίας και του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού. Αυτή υπήρξε μία κυβέρνηση με μηδενική πολιτική, λαϊκή και κοινωνική νομιμοποίηση, η οποία προχώρησε στην επιβολή του δεύτερου μνημονίου, με τα γνωστά υφεσιογόνα κα καταστροφικά αποτελέσματα για την ελληνική οικονομία. Η κυβέρνηση "εθνικής συνεννόησης" υπήρξε επί της ουσίας ένα όχημα επικυριαρχίας της υπερεθνικής ελίτ στην Ελλάδα, ένα σχήμα εξουσίας από εκείνα που αποκαλούνται "ειδικού σκοπού". Το κατεστημένο το Νοέμβριο του 2011 πήρε μία νίκη, η οποία εξασφάλισε στο ίδιο την επιβίωσή του, αλλά και βελτίωσε το πεδίο της ανάπτυξης της ευρωφετιχιστικής πολιτικής, της οποίας αρχιερέας και αρχιτέκτονας υπήρξε ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης και βασικοί συνυπεύθυνοι ο δοτός πρώην πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος και ο σημερινός υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας.

Οι εκλογές

Στην διπλή εκλογική μάχη του 2012, το ζητούμενο σε πολιτικό επίπεδο για τις «αστικές δυνάμεις» αυτού του τόπου υπήρξε και πάλι ο σχηματισμός κυβέρνησης συνεργασίας. Τα επιχειρήματα υπήρξαν τα ίδια εκβιαστικά, όπως πάντοτε: «Πάραμονή στο ευρώ», «ευρώ ή χάος», «πρέπει να επιμεριστεί η ευθύνη» (αυτό συνιστά ενδόμυχη παραδοχή ότι το πρόγραμμα είναι καταστροφικό), «μια αυτοδύναμη κυβέρνηση δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος», «χρειάζεται εθνική ενότητα και εθνική ομοψυχία», "θα χαθούν οι καταθέσεις σας". Μέχρι και ιερείς σε απομακρυσμένα χωριά επιστρατεύτηκαν, οι οποίοι στα κηρύγματά τους κάθε προεκλογική Κυριακή ανέφεραν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μία ομάδα Κομμουνιστών, οι οποίοι θα πάρουν τα σπίτια κάθε Έλληνα. Κάθε φορά που η επιχειρηματική ελίτ ή η λούμπεν μεγαλοαστική τάξη, τα μονοπώλια ή το Κεφάλαιο που στηρίζουν το αστικό πολιτικό κατεστημένο αναφέρονται, δια των αγωγών επικοινωνίας που ελέγχουν, στην αναγκαιότητα της «εθνικής ενότητας», δεν εννοούν τίποτε περισσότερο πέρα από την ενότητα των συμφερόντων τους, χωρίς το λαό. Υπό αυτή την έννοια η «εθνική ενότητα», όπως την προσδιορίζει η αντίδραση και οι δυνάμεις του μεγάλου Κεφαλαίου αποτελεί σίγουρα μία απάτη. Ο αγώνας του ελληνικού λαού, στην παρούσα συγκυρία πρέπει να έχει ξεκάθαρα ταξικό χαρακτήρα και να μην είναι ευάλωτος σε ψευτοδιλήμματα, τα οποία αποπροσανατολίζουν την πάλη του.
Αν για το «αστικό σύστημα», τις «αστικές πολιτικές δυνάμεις», που κάθε τρεις και λίγο επικαλούνται οι ανυπόληπτες γραφίδες της διαπλοκής, είτε πρόκειται για απογόνους κρατικών αξιωματούχων της μεταξικής δικτατορίας, είτε για απογόνους χωρικών από το Δομοκό της Φθιώτιδας, το ζητούμενο είναι οι «κυβερνήσεις εθνικής ενότητας», τότε για τον λαό το ζητούμενο και ο αντικειμενικός σκοπός πρέπει να είναι οι κυβερνήσεις Λαϊκής Ενότητας. Οι δυνάμεις της Αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, τα εξωκοινοβουλευτικά αριστερά κόμματα και οι οργανώσεις, βρίσκονται μπροστά σε μία ανοικτή πρόκληση. Να ενσαρκώσουν τις ελπίδες δεκαετιών για άνοδο του λαού στην εξουσία, με όχημα μία Αριστερή διακυβέρνηση. Να συνεχίσουν τον αγώνα του ΕΑΜ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) ο οποίος δεν ολοκληρώθηκε ποτέ ή να αποτελέσουν τη ραχοκοκαλιά και την πολιτική καθοδήγηση ενός νέου ΕΑΜ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ως φορέας λαϊκής εξουσίας

Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή αποτελεί εκ των πραγμάτων εν δυνάμει κυβερνητική δύναμη και τον ισχυρότερο και μαζικότερο – όπως τουλάχιστον δείχνουν οι δημοσκοπήσεις – πολιτικό φορέα του τόπου. Όμως, είναι σαφές, ότι η διευρυμένη εκλογική βάση, όπως προέκυψε κυρίως από τις εκλογές της 17ης του Ιούνη, του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης συνιστά ένα ευρύ κοινωνικό ρεύμα, το οποίο λόγω της συγκυρίας, αλλά και της θεαματικής κατάρρευσης του ΠΑΣΟΚ, προσέδωσε στο ΣΥΡΙΖΑ δυναμική εξουσίας, την οποία η ηγεσία του και συγκεκριμένα ο Αλέξης Τσίπρας επιθυμεί, επιδιώκει και παλεύει να θέσει σε τροχιά κυβερνητισμού. Οι αντίπαλοι καταλογίζουν στον ΣΥΡΙΖΑ αδυναμία ή και απροθυμία να κυβερνήσει. Η πραγματικότητα είναι ότι ένα τμήμα του κατεστημένου δεν τοποθετεί εκτός του κάδρου των επικείμενων πολιτικών εξελίξεων τον ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα απεργάζεται σενάρια ανόδου του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην εξουσία και γρήγορης μετατροπής (αν όχι ανατροπής) της Αριστερής διακυβέρνησης σε αριστερή παρένθεση. Θωρούν ότι μία κυβέρνηση της Αριστεράς θα καταρρεύσει γρήγορα, υπό το βάρος των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών επιπτώσεων της κρίσης χρέους ή υπό το βάρος των επιπτώσεων «λευκών απεργιών» που θα υποκινήσει το κατεστημένο και θα συνοδευθούν από την αδυναμία ελέγχου των σωμάτων ασφαλείας, στα οποία δραστηριοποιούνται ακροδεξιοί και βαθιά συστημικοί αντιδραστικοί θύλακες.
Τότε υπολογίζουν ότι θα ανοίξει, βραχυπρόθεσμα, ο δρόμος για την επάνοδο των μνημονιακών δυνάμεων στην εξουσία με πανηγυρικό τρόπο και μέσω της δήθεν επιβεβαίωσης, αναδρομικά, του «μνημονιακού μονόδρομου» . Ένα άλλο σενάριο, το οποίο απεργάζονται οι κύκλοι και τα συστήματα του κατεστημένου και τα δομημένα συμφέροντα είναι το εξής: Την κατάρρευση της κυβέρνησης Σαμαρά θα ακολουθήσει ο σχηματισμός άλλης μιας δοτής – μεταβατικής κυβέρνησης προκειμένου οι πολιτικές δυνάμεις του αστικού κατεστημένου να ανασυγκροτηθούν, να αναδομηθούν και να ανασχηματιστούν με τελικό στόχο τη δημιουργία ενός πολιτικού φορέα, ο οποίος θα κινείται μεταξύ φιλελελευθερισμού και σοσιαλδημοκρατίας και θα έχει χαρακτήρα «φιλοευρωπαϊκό». Αυτό θα είναι το νέο «Πολιτικό Κέντρο», το οποίο δήθεν θα εγγυηθεί την πολιτική σταθερότητα μεταφέροντας το βάρος του πολιτικού διαλόγου από την αντιπαράθεση μνημονιακων – αντιμνημονιακών πολιτικών δυνάμεων, σε εκείνη ανάμεσα σε «φιλοευρωπαϊκούς» και «τριτοκοσμικούς» πολιτικούς φορείς.

Το χρέος του ελληνικού λαού και της Αριστεράς

Αυτά τα σενάρια, τα οποία απεργάζονται κύκλοι της «μαύρης αντίδρασης», δεν θα επιβεβαιωθούν ποτέ και θα αποτύχουν, μόνο αν την επερχόμενη κυβέρνηση της Αριστεράς με επίκεντρο τον ΣΥΡΙΖΑ, ο ελληνικός λαός την στηρίξει σαν να είναι η ΔΙΚΗ ΤΟΥ κυβέρνηση, σαν να είναι οργανικό τμήμα της, σαν να είναι σαρξ εκ της σαρκός της. Σε πρακτικό επίπεδο αυτό σημαίνει ότι δεν αρκεί η δυναμική του κοινωνικού ρεύματος που έχει προσδώσει στον ΣΥΡΙΖΑ τον όγκο μιας εν δυνάμει πολιτικής δύναμης, η οποία μπορεί να ασκήσει κυβερνητισμό, προκειμένου να σταθεί το εγχείρημα της κυβέρνησης της Αριστεράς. Το τεράστιο κοινωνικό ρεύμα, που σε συνθήκες κρίσης συσπειρώθηκε γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα, είναι αναγκαίο να μετασχηματιστεί σε στέρεο και συμπαγές πολιτικό ρεύμα, το οποίο όχι μόνο θα συμμετάσχει στην «από τα κάτω» Αριστερή διακυβέρνηση του αύριο, αλλά και θα περιφρουρήσει αυτή τη λαϊκή κατάκτηση, δηλαδή τον σχηματισμό κυβέρνησης της Αριστεράς. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταφέρει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση στις επόμενες εκλογές, όποτε αυτές διενεργηθούν, τότε η ίδια η Ιστορία θα επιβάλλει την αναγκαιότητα της συνεργασίας με τις υπόλοιπες δυνάμεις της Αριστεράς (εξαιρουμένης της μνημονιακής Δημοκρατικής Αριστεράς), με το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις, τους φορείς και τις οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς ώστε να σχηματιστεί μία κυβέρνηση Λαϊκής Ενότητας. Και τότε ο κάθε ένας θα αναλάβει τις ευθύνες του.
Πριν συμβούν όλα τα παραπάνω, για να ανατραπούν τα σχέδια του «αστικού πολιτικού συστήματος», το οποίο αναζητά φόρμουλες για την υλοποίηση της στρατηγικής της επιβίωσής του, οι πολιτικοί φορείς της Αριστεράς και κυρίως ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ο ελληνικός λαός, ο οποίος στρατεύεται καθημερινά στην υπόθεση της επερχόμενης συγκρότησης κυβέρνησης της Αριστεράς, πρέπει να πιέσουν με κάθε τρόπο, με κάθε μέσο προς την κατεύθυνση της ανατροπής της κυβέρνησης Σαμαράς και της άμεσης διενέργειας εκλογών, ώστε να σχηματιστεί κυβέρνηση της Αριστεράς, δηλαδή μία κυβέρνηση Λαϊκής Ενότητας που θα βγάλει τη χώρα από την κρίση και θα θέσει τις βάσεις για την παραγωγική ανασυγκρότηση. Κυβέρνηση Λαϊκής Ενότητας ΤΩΡΑ.

www.periodista.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου