του Πέτρου Σταύρου
Ποια κράτη γίνονται φορολογικοί «παράδεισοι» και γιατί. Οι μεγαλύτεροι φορολογικοί «παράδεισοι» βρίσκονται στο κέντρο του Μανχάταν και το city του Λονδίνου, και όχι σε κάποιο εξωτικό νησί. Οι περιοχές των μητροπολιτικών κέντρων του χρηματιστηριακού καπιταλισμού αποτελούν και τους μεγαλύτερους φορολογικούς «παραδείσους». Ξέρουμε πολύ καλά πως η φορολόγηση των χρηματιστηριακών συναλλαγών και του κινητού (σε τίτλους) πλούτου ουδέποτε φορολογήθηκε στον ίδιο βαθμό με άλλες οικονομικές δραστηριότητες και μορφές πλούτου.
Εκτός από τις παραπάνω περιοχές, που χωροθετούνται στις πρωτεύουσες των μεγάλων καπιταλιστικών κρατών και σχηματισμών (τέτοια περίπτωση είναι και το Λουξεμβούργο, τηρουμένων των αναλογιών), μεγάλες πιθανότητες να αποτελέσουν «παραδείσους» έχουν μικρά κράτη, που ο πληθυσμός τους δεν υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο, διαθέτουν σχετικά υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα, ανεπτυγμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα και διαρκή πολιτική σταθερότητα. Το τελευταίο χαρακτηριστικό, η πολιτική σταθερότητα, σύμφωνα με έρευνες, ανεβάζει τις πιθανότητες ένα μικρό κράτος με λιγοστό και σχετικά ευκατάστατο πληθυσμό να αποτελέσει φορολογικό «παράδεισο» από το 25% στο 61% (βλ. D. Dharmapala, J. R. Hines Jr, «Which countries become tax havens?», Journal of Public Economics, 93, 2009). Τα μικρά αυτά κράτη διαθέτουν ένα γνώρισμα που δεν διαθέτουν οι μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις: εντός τους, η γενική κεφαλαιακή σχέση αναπαράγεται ευκολότερα και φτηνότερα, λόγω του μεγέθους του κράτους, καθώς και του πληθυσμού (μικρού και ευκατάστατου). Τα περισσότερα αγαθά αποκτώνται με το πρωτογενές εισόδημα των κατοίκων, και όχι με τη βοήθεια δευτερογενών αναδιανεμητικών θεσμών. Τα μεγάλα καπιταλιστικά κράτη, αντίθετα, και έχουν μεγάλες ανάγκες ειδικής και γενικής αναπαραγωγής του καπιταλισμού τους, και δεν μπορούν να αποφύγουν τη σημαντική φορολόγηση των εισοδημάτων.
Ο ρόλος της διεθνούς κινητικότητας του κεφαλαίου. Αν τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά των κρατών-«παραδείσων» αποτελούν τους υποκειμενικούς παράγοντες της ύπαρξης τους, ποιοι είναι οι αντικειμενικοί παράγοντες που προκαλούν τη δημιουργία τους; Σε αδρές γραμμές, η κινητικότητα του ίδιου του παραγωγικού συντελεστή που λέγεται «κεφάλαιο», είτε με άυλες μορφές είτε με τη μορφή των πολυεθνικών εταιριών. Λόγω της διεθνοποίησης του κεφαλαίου, τα φορολογικά συστήματα των μεγάλων καπιταλιστικών δυνάμεων-εξαγωγέων κεφαλαίου προσπαθούν να αποφύγουν τη διπλή φορολόγηση του κεφαλαιακού εισοδήματος, και στη χώρα όπου αυτό «μεταναστεύει» και στην ίδια του την χώρα, όπου επιστρέφει με τη μορφή εισοδημάτων από κέρδη στην αλλοδαπή.
Ωστόσο, η αποφυγή της διπλής φορολόγησης οδηγεί ταχύτατα τις εταιρείες σε πρακτικές γενικής φοροαποφυγής. Είναι η στιγμή που η μικρή χώρα ανακαλύπτει πως έχει κάθε λόγο να χρησιμοποιήσει το φορολογικό της σύστημα και το ευρύτερο θεσμικό της πλαίσιο ως χωροθετική βάση εικονικών εταιριών που αντικαθιστούν τις πραγματικές δραστηριότητες της μητρικής εταιρείας, στη χώρα προέλευσης, με ελάχιστα φορολογούμενες και εικονικές δραστηριότητες στη χώρα-«παράδεισο». Πρόκειται, στην ουσία, για επιλογή των πιο εύκολων και άμεσων τρόπων διεθνοποίησης της οικονομίας της μικρής χώρας, διαμέσου της προσέλκυσης σημαντικών κεφαλαιακών εισροών. Έτσι ωφελούνται τόσο η μικρή χώρα, μέσω μιας έμμεσης δημοσιονομικής αναδιανομής πόρων μεταξύ χωρών, όσο και η μητρική επιχείρηση που δημιούργησε την εικονική εταιρία για να αποφύγει τη φορολόγηση.
Υπάρχει τρόπος αντιμετώπισης; Από τις προηγούμενες διαπιστώσεις καταλαβαίνουμε ότι η «τιμωρία» της χώρας που μετατρέπεται σε φορολογικό «παράδεισο» αλλά και οι εξαγγελίες φορολογικής εναρμόνισης θα παραμείνουν εξαγγελίες. Λόγω της διεθνοποίησης του κεφαλαίου, δημιουργούνται αντικειμενικοί λόγοι και κίνητρα δημιουργίας «παραδείσων» και έμμεσων δημοσιονομικών μεταφορών. Η κατάργηση ενός «παραδείσου» θα εκτρέψει τη δημοσιονομική μεταφορά φόρων σε άλλη κατεύθυνση, σε άλλον «παράδεισο». Το πρόβλημα που δημιουργεί το Λουξεμβούργο δεν αντιμετωπίζεται με το χρηματοοικονομικό αυταρχισμό, αλλά με τη δημοσιονομική δικαιοσύνη και την αντιμετώπιση της λιτότητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ένα πρώτο βήμα είναι ο κοινοτικός προϋπολογισμός, το βασικό εργαλείο δημοσιονομικής αναδιανομής της Ε.Ε., να αυξηθεί σημαντικά από το χαμηλότατο επίπεδο στο οποίο βρίσκεται. Κατόπιν, πρέπει να επανεξεταστούν οι συμμετοχές των κρατών-μελών στη χρηματοδότησή του.
Με άλλα λόγια, ο πιο αποτελεσματικός τρόπος να αντιμετωπιστεί ο φορολογικός ανταγωνισμός εντός της Ε.Ε. είναι η χώρα που τον χρησιμοποιεί για να προσελκύσει εύκολη φορολογική βάση και να εκμεταλλευτεί μια έμμεση δημοσιονομική μεταφορά πόρων από τα υπόλοιπα κράτη να υποχρεωθεί σε μεγαλύτερη συμμετοχή, από τα υπόλοιπα κράτη, στον αυξημένο κοινοτικό προϋπολογισμό. Να αντιμετωπιστεί, δηλαδή, η έμμεση και άτυπη δημοσιονομική μεταβίβαση προς τον «παράδεισο» με μια αντίθετης κατεύθυνσης άμεση δημοσιονομική μεταφορά στον κουμπαρά του κοινοτικού προϋπολογισμού. Μια τέτοια λύση όμως ο υπαρκτός ευρωπαϊκός καπιταλισμός δεν μπορεί να την εφαρμόσει. Η σημερινή αυτοκαταστροφική και αυταρχική Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί και δεν θέλει να αντιμετωπίσει τους φορολογικούς «παραδείσους»· της αρκούν οι ανέξοδοι λεονταρισμοί και οι ανόητες επιδείξεις πυγμής.
Σημ.: Όπως σημείωνε ο Δημήτρης Ιωάννου, στη μετάφραση του άρθρου του Όουεν Τζόουνς στα προηγούμενα «Ενθέματα», ο όρος «φορολογικός παράδεισος» είναι προβληματικός (όχι μόνο επειδή haven [και όχι heaven] σημαίνει καταφύγιο, λιμάνι, λημέρι), αλλά και επειδή έχει συνδηλώσεις ομορφιάς, ευτυχίας κλπ. Γι’ αυτό και τον χρησιμοποιώ μόνο εντός εισαγωγικών.
Ο Πέτρος Σταύρου είναι οικονομολόγος, επιστημονικός συνεργάτης της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ
Πέρα από τις πρώτες «οργισμένες» αντιδράσεις κρατών, κομμάτων και μέσων ενημέρωσης για το σκάνδαλο του φορολογικού «παραδείσου» του Λουξεμβούργου, πώς προχωράμε; Τι προτείνεται για την αντιμετώπιση του φαινομένου πέρα από τα αυτονόητα, όπως η αναγκαιότητα της φορολογικής εναρμόνισης των κρατών της ευρωζώνης; Τα ερωτήματα δεν έχουν τελειωμό. Γιατί δεν τιμωρείται και το Λουξεμβούργο όπως η Κύπρος; Γιατί η φορολογική εναρμόνιση της Ε.Ε. δεν προχωρά και σε θέματα φορολόγησης επιχειρήσεων, αλλά παραμένει μόνο σε αυτά του ΦΠΑ; Τι αποτελέσματα θα είχε η «τιμωρία» του Λουξεμβούργου; Ποια κράτη μετατρέπονται σε φορολογικούς «παραδείσους» και γιατί;
Εκτός από τις παραπάνω περιοχές, που χωροθετούνται στις πρωτεύουσες των μεγάλων καπιταλιστικών κρατών και σχηματισμών (τέτοια περίπτωση είναι και το Λουξεμβούργο, τηρουμένων των αναλογιών), μεγάλες πιθανότητες να αποτελέσουν «παραδείσους» έχουν μικρά κράτη, που ο πληθυσμός τους δεν υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο, διαθέτουν σχετικά υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα, ανεπτυγμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα και διαρκή πολιτική σταθερότητα. Το τελευταίο χαρακτηριστικό, η πολιτική σταθερότητα, σύμφωνα με έρευνες, ανεβάζει τις πιθανότητες ένα μικρό κράτος με λιγοστό και σχετικά ευκατάστατο πληθυσμό να αποτελέσει φορολογικό «παράδεισο» από το 25% στο 61% (βλ. D. Dharmapala, J. R. Hines Jr, «Which countries become tax havens?», Journal of Public Economics, 93, 2009). Τα μικρά αυτά κράτη διαθέτουν ένα γνώρισμα που δεν διαθέτουν οι μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις: εντός τους, η γενική κεφαλαιακή σχέση αναπαράγεται ευκολότερα και φτηνότερα, λόγω του μεγέθους του κράτους, καθώς και του πληθυσμού (μικρού και ευκατάστατου). Τα περισσότερα αγαθά αποκτώνται με το πρωτογενές εισόδημα των κατοίκων, και όχι με τη βοήθεια δευτερογενών αναδιανεμητικών θεσμών. Τα μεγάλα καπιταλιστικά κράτη, αντίθετα, και έχουν μεγάλες ανάγκες ειδικής και γενικής αναπαραγωγής του καπιταλισμού τους, και δεν μπορούν να αποφύγουν τη σημαντική φορολόγηση των εισοδημάτων.
Ο ρόλος της διεθνούς κινητικότητας του κεφαλαίου. Αν τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά των κρατών-«παραδείσων» αποτελούν τους υποκειμενικούς παράγοντες της ύπαρξης τους, ποιοι είναι οι αντικειμενικοί παράγοντες που προκαλούν τη δημιουργία τους; Σε αδρές γραμμές, η κινητικότητα του ίδιου του παραγωγικού συντελεστή που λέγεται «κεφάλαιο», είτε με άυλες μορφές είτε με τη μορφή των πολυεθνικών εταιριών. Λόγω της διεθνοποίησης του κεφαλαίου, τα φορολογικά συστήματα των μεγάλων καπιταλιστικών δυνάμεων-εξαγωγέων κεφαλαίου προσπαθούν να αποφύγουν τη διπλή φορολόγηση του κεφαλαιακού εισοδήματος, και στη χώρα όπου αυτό «μεταναστεύει» και στην ίδια του την χώρα, όπου επιστρέφει με τη μορφή εισοδημάτων από κέρδη στην αλλοδαπή.
Ωστόσο, η αποφυγή της διπλής φορολόγησης οδηγεί ταχύτατα τις εταιρείες σε πρακτικές γενικής φοροαποφυγής. Είναι η στιγμή που η μικρή χώρα ανακαλύπτει πως έχει κάθε λόγο να χρησιμοποιήσει το φορολογικό της σύστημα και το ευρύτερο θεσμικό της πλαίσιο ως χωροθετική βάση εικονικών εταιριών που αντικαθιστούν τις πραγματικές δραστηριότητες της μητρικής εταιρείας, στη χώρα προέλευσης, με ελάχιστα φορολογούμενες και εικονικές δραστηριότητες στη χώρα-«παράδεισο». Πρόκειται, στην ουσία, για επιλογή των πιο εύκολων και άμεσων τρόπων διεθνοποίησης της οικονομίας της μικρής χώρας, διαμέσου της προσέλκυσης σημαντικών κεφαλαιακών εισροών. Έτσι ωφελούνται τόσο η μικρή χώρα, μέσω μιας έμμεσης δημοσιονομικής αναδιανομής πόρων μεταξύ χωρών, όσο και η μητρική επιχείρηση που δημιούργησε την εικονική εταιρία για να αποφύγει τη φορολόγηση.
Υπάρχει τρόπος αντιμετώπισης; Από τις προηγούμενες διαπιστώσεις καταλαβαίνουμε ότι η «τιμωρία» της χώρας που μετατρέπεται σε φορολογικό «παράδεισο» αλλά και οι εξαγγελίες φορολογικής εναρμόνισης θα παραμείνουν εξαγγελίες. Λόγω της διεθνοποίησης του κεφαλαίου, δημιουργούνται αντικειμενικοί λόγοι και κίνητρα δημιουργίας «παραδείσων» και έμμεσων δημοσιονομικών μεταφορών. Η κατάργηση ενός «παραδείσου» θα εκτρέψει τη δημοσιονομική μεταφορά φόρων σε άλλη κατεύθυνση, σε άλλον «παράδεισο». Το πρόβλημα που δημιουργεί το Λουξεμβούργο δεν αντιμετωπίζεται με το χρηματοοικονομικό αυταρχισμό, αλλά με τη δημοσιονομική δικαιοσύνη και την αντιμετώπιση της λιτότητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ένα πρώτο βήμα είναι ο κοινοτικός προϋπολογισμός, το βασικό εργαλείο δημοσιονομικής αναδιανομής της Ε.Ε., να αυξηθεί σημαντικά από το χαμηλότατο επίπεδο στο οποίο βρίσκεται. Κατόπιν, πρέπει να επανεξεταστούν οι συμμετοχές των κρατών-μελών στη χρηματοδότησή του.
Με άλλα λόγια, ο πιο αποτελεσματικός τρόπος να αντιμετωπιστεί ο φορολογικός ανταγωνισμός εντός της Ε.Ε. είναι η χώρα που τον χρησιμοποιεί για να προσελκύσει εύκολη φορολογική βάση και να εκμεταλλευτεί μια έμμεση δημοσιονομική μεταφορά πόρων από τα υπόλοιπα κράτη να υποχρεωθεί σε μεγαλύτερη συμμετοχή, από τα υπόλοιπα κράτη, στον αυξημένο κοινοτικό προϋπολογισμό. Να αντιμετωπιστεί, δηλαδή, η έμμεση και άτυπη δημοσιονομική μεταβίβαση προς τον «παράδεισο» με μια αντίθετης κατεύθυνσης άμεση δημοσιονομική μεταφορά στον κουμπαρά του κοινοτικού προϋπολογισμού. Μια τέτοια λύση όμως ο υπαρκτός ευρωπαϊκός καπιταλισμός δεν μπορεί να την εφαρμόσει. Η σημερινή αυτοκαταστροφική και αυταρχική Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί και δεν θέλει να αντιμετωπίσει τους φορολογικούς «παραδείσους»· της αρκούν οι ανέξοδοι λεονταρισμοί και οι ανόητες επιδείξεις πυγμής.
Σημ.: Όπως σημείωνε ο Δημήτρης Ιωάννου, στη μετάφραση του άρθρου του Όουεν Τζόουνς στα προηγούμενα «Ενθέματα», ο όρος «φορολογικός παράδεισος» είναι προβληματικός (όχι μόνο επειδή haven [και όχι heaven] σημαίνει καταφύγιο, λιμάνι, λημέρι), αλλά και επειδή έχει συνδηλώσεις ομορφιάς, ευτυχίας κλπ. Γι’ αυτό και τον χρησιμοποιώ μόνο εντός εισαγωγικών.
Ο Πέτρος Σταύρου είναι οικονομολόγος, επιστημονικός συνεργάτης της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου