Της Χριστίνας Πάντζου
Χρειάστηκαν πολλών ετών κινητοποιήσεις, αλλά στέφθηκαν με επιτυχία. Ο Δήμος του Αμβούργου, η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Γερμανίας, συμφώνησε κατ’ αρχάς με τη σουηδική πολυεθνική Vattenfall και τη γερμανική E.Οn να επαναγοράσει τα δίκτυα ηλεκτρισμού που διαχειρίζονταν έναντι 400 εκατ. ευρώ, αποκτώντας έτσι το 100% των μετοχών της εταιρείας (από το 25,1% που κατείχε). Την ίδια τύχη αναμένεται να έχει και το αέριο το 2015, ενώ τα δίκτυα θέρμανσης προβλέπεται να περάσουν στα χέρια του Δημοσίου το 2019.
Η επανακοινωνικοποίηση των υπηρεσιών ενέργειας δεν θα ήταν εφικτή αν μια πρωτοβουλία πολιτών δεν είχε επιβάλει τη διενέργεια δημοψηφίσματος. Από το 2010, η Unser Hamburg, Unser Netz («Το Αμβούργο μας, το δίκτυό μας»), μια συμμαχία 50 οργανώσεων πολιτών (από την Ευαγγελική Εκκλησία και δίκτυα κατά της φτώχειας ώς την περιβαλλοντική ομάδα Robin Wood και την Attac), με τη στήριξη του Die Linke (Αριστερά) και της Συμμαχίας 90/Πράσινοι, συσπείρωσε τους κατοίκους της πόλης στη μάχη για την επιστροφή της ενέργειας στα χέρια των τοπικών αρχών.
Διαμαρτυρόμενοι ανάμεσα στα άλλα και για την αύξηση από το 1998 κατά 68% της τιμής του ιδιωτικοποιημένου ηλεκτρισμού, στο δημοψήφισμα το 50,9% των πολιτών τάχθηκε υπέρ της πρωτοβουλίας, υπενθυμίζοντας στους αιρετούς αξιωματούχους ότι δεν μπορούν να κυβερνούν αγνοώντας τη βούληση των ψηφοφόρων.
Το δεσμευτικό αποτέλεσμα της λαϊκής ετυμηγορίας ήταν σαφές: «Κυβέρνηση και Κοινοβούλιο οφείλουν να λάβουν αμέσως όλα τα απαραίτητα μέτρα για να επανέλθουν πλήρως στον δημόσιο τομέα τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, θέρμανσης και φυσικού αερίου του Αμβούργου. Δεσμευτικός στόχος είναι μια κοινωνικά δίκαιη, φιλική προς το περιβάλλον και δημοκρατικά ελεγχόμενη παροχή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές».
Για τους πολίτες του Αμβούργου η επανακοινωνικοποίηση των δομών ενέργειας αποτελεί προϋπόθεση για την αξιοποίηση ενός δημόσιου αγαθού με άξονα όχι την κερδοσκοπία αλλά το κοινωνικό όφελος. Δεν είναι απλά η μόνη συνθήκη που μπορεί να εγγυηθεί την ομαλή και ταχεία μετάβαση μιας από τις πιο πράσινες πόλεις της Γερμανίας από τον άνθρακα και την πυρηνική ενέργεια στις ανανεώσιμες πηγές. Είναι επιπλέον ουσιώδες βήμα για την ανάπτυξη της τοπικής κοινωνίας.
Καθώς οι διαχειριστές της ενέργειας ήταν πολυεθνικές, τα κέρδη έφευγαν εκτός Γερμανίας. Στόχος τους τώρα είναι με τον δημοκρατικό έλεγχο οι πολίτες να εξασφαλίσουν την κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη του τόπου τους επανεπενδύοντας σε δημόσιες υποδομές προς όφελος όλων.
Το Αμβούργο, πρώτη πόλη στη Γερμανία σε δημοψηφίσματα έπειτα από λαϊκές πρωτοβουλίες, σύμφωνα με την ένωση «Αμεση Δημοκρατία», είναι η πιο πρόσφατη όχι όμως και η μοναδική πόλη που επανακοινωνικοποιεί αγαθά κοινής ωφέλειας. Από το 2007 σχεδόν 200 δήμοι έχουν επαναποκτήσει τον έλεγχο των δικτύων ηλεκτρισμού από ιδιωτικές επιχειρήσεις, και όπως έλεγε στον Guardian ο Κρίστιαν Μάας, πρώην υπουργός Περιβάλλοντος και Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Αμβούργου: «Στη Γερμανία, δεν περνά σχεδόν μήνας που μια πόλη να μην επανακτά τις υποδομές της ενέργειας».
Παγκόσμια τάση
Το φαινόμενο δεν είναι μόνο γερμανικό αλλά οικουμενικό. Την τελευταία 10ετία εκατοντάδες πόλεις του πλανήτη έχουν προχωρήσει σε απο-ιδιωτικοποιήσεις βασικών υπηρεσιών ανακτώντας τον δημόσιο και κοινοτικό έλεγχο καίριων τομέων, ιδίως της ενέργειας και του νερού, σύμφωνα με το Διεθνικό Ινστιτούτο του Αμστερνταμ: «Πολλοί δήμοι έχουν απογοητευτεί από την ιδιωτικοποίηση, κυρίως ως προς τα κόστη και την ποιότητα των υπηρεσιών. Η επανακοινωνικοποίησή τους αναδύεται ως απτή απάντηση, ως ένας νέος τρόπος να αναδομηθούν οι κοινωνικές υπηρεσίες σε πιο δημοκρατικές βάσεις».
Παρ’ ότι δεν υπάρχει ακριβής αριθμός, ειδήμονες σαν τον Ντέιβιντ ΜακΝτόναλντ, καθηγητή του Πανεπιστημίου Κουίνς του Καναδά και εκ των συνιδρυτών του διεθνούς Προγράμματος Δημοτικών Υπηρεσιών, κάνουν λόγο για παγκόσμια τάση που έρχεται σε ρήξη με τις πολιτικές της δεκαετίας του ’90, όταν μαζικά επικράτησαν οι ιδιωτικοποιήσεις καίριων δημόσιων υπηρεσιών και πόρων υπό το βάρος της κυριαρχούσας νεοφιλελεύθερης Συναίνεσης της Ουάσινγκτον: ενός πακέτου δέκα μέτρων σταθεροποίησης–ιδιωτικοποίησης-απελευθέρωσης και απορρύθμισης που επεξεργάστηκε η αμερικανική κυβέρνηση το 1989 με τις ευλογίες ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας. Η συνταγή αυτο-προπαγανδίστηκε με συνθήματα όπως «πιο λιτοδίαιτο κράτος», «η αγορά μπορεί να ρυθμίσει τα πάντα», «ο ιδιωτικός τομέας μπορεί καλύτερα και φτηνότερα».
Αλλά τα πλεονεκτήματα που υποσχόταν -μείωση τιμών, αποδοτικότητα, ανταγωνισμός που ωφελεί τον καταναλωτή μέσα από την «ελευθερία επιλογής», έσοδα για τα δημοτικά ταμεία- αποδείχθηκαν φενάκη. Αντίθετα, οι τοπικές αρχές μακροπρόθεσμα έχασαν σημαντικά έσοδα, οι τιμές αυξήθηκαν, η ποιότητα υποβαθμίστηκε, πολλές χιλιάδες θέσεις εργασίας χάθηκαν, επιδεινώθηκαν οι εργασιακές συνθήκες, ελάχιστη δε μέριμνα υπήρξε για τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Σοβαρότερο ακόμη, οι αρχές στερήθηκαν τη δυνατότητα άσκησης κοινωνικής πολιτικής για ευάλωτες ομάδες και περιορίστηκαν οι ευκαιρίες για δημοκρατική συμμετοχική λήψη αποφάσεων σε θέματα που αφορούν τις βασικές καθημερινές ανάγκες των πολιτών.
Ενδεικτικά των κοινωνικο-οικονομικών οφελών της επανακοινωνικοποίησης είναι τα αποτελέσματα της επιστροφής της διαχείρισης του νερού στον Δήμο του Παρισιού. Κατά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της η δημοτική επιχείρηση Eau de Paris ανακοίνωσε εξοικονόμηση 35 εκατ. ευρώ σε σχέση με προηγούμενα κόστη των συμβολαίων με τις Veolia και Suez και μείωση της τιμής του πόσιμου νερού κατά 8%. Επιπλέον δημιουργήθηκε το Παρατηρητήριο Νερού, ένα όργανο στο οποίο μετέχουν οι καταναλωτές και ασκεί έλεγχο, μεριμνά για τη διαφάνεια και αναλαμβάνει πρωτοβουλίες κοινωνικής και περιβαλλοντικής ευθύνης.
Χρειάστηκαν πολλών ετών κινητοποιήσεις, αλλά στέφθηκαν με επιτυχία. Ο Δήμος του Αμβούργου, η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Γερμανίας, συμφώνησε κατ’ αρχάς με τη σουηδική πολυεθνική Vattenfall και τη γερμανική E.Οn να επαναγοράσει τα δίκτυα ηλεκτρισμού που διαχειρίζονταν έναντι 400 εκατ. ευρώ, αποκτώντας έτσι το 100% των μετοχών της εταιρείας (από το 25,1% που κατείχε). Την ίδια τύχη αναμένεται να έχει και το αέριο το 2015, ενώ τα δίκτυα θέρμανσης προβλέπεται να περάσουν στα χέρια του Δημοσίου το 2019.
Η επανακοινωνικοποίηση των υπηρεσιών ενέργειας δεν θα ήταν εφικτή αν μια πρωτοβουλία πολιτών δεν είχε επιβάλει τη διενέργεια δημοψηφίσματος. Από το 2010, η Unser Hamburg, Unser Netz («Το Αμβούργο μας, το δίκτυό μας»), μια συμμαχία 50 οργανώσεων πολιτών (από την Ευαγγελική Εκκλησία και δίκτυα κατά της φτώχειας ώς την περιβαλλοντική ομάδα Robin Wood και την Attac), με τη στήριξη του Die Linke (Αριστερά) και της Συμμαχίας 90/Πράσινοι, συσπείρωσε τους κατοίκους της πόλης στη μάχη για την επιστροφή της ενέργειας στα χέρια των τοπικών αρχών.
Διαμαρτυρόμενοι ανάμεσα στα άλλα και για την αύξηση από το 1998 κατά 68% της τιμής του ιδιωτικοποιημένου ηλεκτρισμού, στο δημοψήφισμα το 50,9% των πολιτών τάχθηκε υπέρ της πρωτοβουλίας, υπενθυμίζοντας στους αιρετούς αξιωματούχους ότι δεν μπορούν να κυβερνούν αγνοώντας τη βούληση των ψηφοφόρων.
Το δεσμευτικό αποτέλεσμα της λαϊκής ετυμηγορίας ήταν σαφές: «Κυβέρνηση και Κοινοβούλιο οφείλουν να λάβουν αμέσως όλα τα απαραίτητα μέτρα για να επανέλθουν πλήρως στον δημόσιο τομέα τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, θέρμανσης και φυσικού αερίου του Αμβούργου. Δεσμευτικός στόχος είναι μια κοινωνικά δίκαιη, φιλική προς το περιβάλλον και δημοκρατικά ελεγχόμενη παροχή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές».
Για τους πολίτες του Αμβούργου η επανακοινωνικοποίηση των δομών ενέργειας αποτελεί προϋπόθεση για την αξιοποίηση ενός δημόσιου αγαθού με άξονα όχι την κερδοσκοπία αλλά το κοινωνικό όφελος. Δεν είναι απλά η μόνη συνθήκη που μπορεί να εγγυηθεί την ομαλή και ταχεία μετάβαση μιας από τις πιο πράσινες πόλεις της Γερμανίας από τον άνθρακα και την πυρηνική ενέργεια στις ανανεώσιμες πηγές. Είναι επιπλέον ουσιώδες βήμα για την ανάπτυξη της τοπικής κοινωνίας.
Καθώς οι διαχειριστές της ενέργειας ήταν πολυεθνικές, τα κέρδη έφευγαν εκτός Γερμανίας. Στόχος τους τώρα είναι με τον δημοκρατικό έλεγχο οι πολίτες να εξασφαλίσουν την κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη του τόπου τους επανεπενδύοντας σε δημόσιες υποδομές προς όφελος όλων.
Το Αμβούργο, πρώτη πόλη στη Γερμανία σε δημοψηφίσματα έπειτα από λαϊκές πρωτοβουλίες, σύμφωνα με την ένωση «Αμεση Δημοκρατία», είναι η πιο πρόσφατη όχι όμως και η μοναδική πόλη που επανακοινωνικοποιεί αγαθά κοινής ωφέλειας. Από το 2007 σχεδόν 200 δήμοι έχουν επαναποκτήσει τον έλεγχο των δικτύων ηλεκτρισμού από ιδιωτικές επιχειρήσεις, και όπως έλεγε στον Guardian ο Κρίστιαν Μάας, πρώην υπουργός Περιβάλλοντος και Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Αμβούργου: «Στη Γερμανία, δεν περνά σχεδόν μήνας που μια πόλη να μην επανακτά τις υποδομές της ενέργειας».
Παγκόσμια τάση
Το φαινόμενο δεν είναι μόνο γερμανικό αλλά οικουμενικό. Την τελευταία 10ετία εκατοντάδες πόλεις του πλανήτη έχουν προχωρήσει σε απο-ιδιωτικοποιήσεις βασικών υπηρεσιών ανακτώντας τον δημόσιο και κοινοτικό έλεγχο καίριων τομέων, ιδίως της ενέργειας και του νερού, σύμφωνα με το Διεθνικό Ινστιτούτο του Αμστερνταμ: «Πολλοί δήμοι έχουν απογοητευτεί από την ιδιωτικοποίηση, κυρίως ως προς τα κόστη και την ποιότητα των υπηρεσιών. Η επανακοινωνικοποίησή τους αναδύεται ως απτή απάντηση, ως ένας νέος τρόπος να αναδομηθούν οι κοινωνικές υπηρεσίες σε πιο δημοκρατικές βάσεις».
Παρ’ ότι δεν υπάρχει ακριβής αριθμός, ειδήμονες σαν τον Ντέιβιντ ΜακΝτόναλντ, καθηγητή του Πανεπιστημίου Κουίνς του Καναδά και εκ των συνιδρυτών του διεθνούς Προγράμματος Δημοτικών Υπηρεσιών, κάνουν λόγο για παγκόσμια τάση που έρχεται σε ρήξη με τις πολιτικές της δεκαετίας του ’90, όταν μαζικά επικράτησαν οι ιδιωτικοποιήσεις καίριων δημόσιων υπηρεσιών και πόρων υπό το βάρος της κυριαρχούσας νεοφιλελεύθερης Συναίνεσης της Ουάσινγκτον: ενός πακέτου δέκα μέτρων σταθεροποίησης–ιδιωτικοποίησης-απελευθέρωσης και απορρύθμισης που επεξεργάστηκε η αμερικανική κυβέρνηση το 1989 με τις ευλογίες ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας. Η συνταγή αυτο-προπαγανδίστηκε με συνθήματα όπως «πιο λιτοδίαιτο κράτος», «η αγορά μπορεί να ρυθμίσει τα πάντα», «ο ιδιωτικός τομέας μπορεί καλύτερα και φτηνότερα».
Αλλά τα πλεονεκτήματα που υποσχόταν -μείωση τιμών, αποδοτικότητα, ανταγωνισμός που ωφελεί τον καταναλωτή μέσα από την «ελευθερία επιλογής», έσοδα για τα δημοτικά ταμεία- αποδείχθηκαν φενάκη. Αντίθετα, οι τοπικές αρχές μακροπρόθεσμα έχασαν σημαντικά έσοδα, οι τιμές αυξήθηκαν, η ποιότητα υποβαθμίστηκε, πολλές χιλιάδες θέσεις εργασίας χάθηκαν, επιδεινώθηκαν οι εργασιακές συνθήκες, ελάχιστη δε μέριμνα υπήρξε για τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Σοβαρότερο ακόμη, οι αρχές στερήθηκαν τη δυνατότητα άσκησης κοινωνικής πολιτικής για ευάλωτες ομάδες και περιορίστηκαν οι ευκαιρίες για δημοκρατική συμμετοχική λήψη αποφάσεων σε θέματα που αφορούν τις βασικές καθημερινές ανάγκες των πολιτών.
Ενδεικτικά των κοινωνικο-οικονομικών οφελών της επανακοινωνικοποίησης είναι τα αποτελέσματα της επιστροφής της διαχείρισης του νερού στον Δήμο του Παρισιού. Κατά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της η δημοτική επιχείρηση Eau de Paris ανακοίνωσε εξοικονόμηση 35 εκατ. ευρώ σε σχέση με προηγούμενα κόστη των συμβολαίων με τις Veolia και Suez και μείωση της τιμής του πόσιμου νερού κατά 8%. Επιπλέον δημιουργήθηκε το Παρατηρητήριο Νερού, ένα όργανο στο οποίο μετέχουν οι καταναλωτές και ασκεί έλεγχο, μεριμνά για τη διαφάνεια και αναλαμβάνει πρωτοβουλίες κοινωνικής και περιβαλλοντικής ευθύνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου