Του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου
Λίγες μέρες μετά το ευχάριστο σοκ της 6ης Μαϊου, ο Αλέξης Τσίπρας ζήτησε από τις κύριες συνδικαλιστικές οργανώσεις μια συνάντηση, με σκοπό να συζητηθούν οι προγραμματικοί στόχοι της κυβέρνησης μετά τις νέες εκλογές. Με τον τρόπο αυτό, και παρά την άρνηση των περισσότερων (άρνηση που καταξίωνε τις ηγεσίες τους για μια ακόμα φορά ως πυλώνες του κράτους...), ο ΣΥΡΙΖΑ καθιέρωνε μια λειτουργία παραδειγματική για το πώς πρέπει να πολιτεύεται μια όντως ριζοσπαστική Αριστερά· όχι γενικώς οι ηγεσίες της Αριστεράς αυτής, αλλά συνολικά οι οργανωμένες δυνάμεις της, όπου αυτές υπάρχουν.
Η παρακίνηση των κοινωνικών οργανώσεων, με σεβασμό στην αυτονομία τους, προκειμένου να διατυπωθεί μια κοινή ατζέντα για την υπεράσπιση της κοινωνίας και της δημοκρατίας, έδειχνε, κατά
τη γνώμη μου, ποια μπορεί να είναι η “μέθοδος” για τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο κόμμα. Δεν μιλάω για ένα νεφελώδες “άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ στην κοινωνία”, ούτε για μια ακόμα καμπάνια εγγραφής μελών σε γειτονιές και εργασιακούς χώρους. Αυτό που νομίζω ότι χρειαζόμαστε για το νέο ΣΥΡΙΖΑ είναι μια πρωτότυπη κοινωνικοπολιτική διαδικασία συγκρότησης, η επιτυχία της οποίας δεν θα ελέγχεται μόνο από το πόσα μέλη θα εγγράφει στο νέο φορέα, αλλά και από τις δυνατότητες κοινωνικής δικτύωσης, αυτοοργάνωσης και χειραφέτησης που θα δημιουργεί.
Επειδή το παραπάνω ακούγεται πολύ θεωρητικό, θα το πω με μερικά παραδείγματα γι΄ αυτό που κάπως γενικόλογα λέμε “κοινωνική διαθεσιμότητα”. Πριν και μετά τις εκλογές, πλησίασαν τον ΣΥΡΙΖΑ άνθρωποι με μικρή ή καθόλου σχέση με τις οργανώσεις του, και προσέφεραν ανιδιοτελώς ένα σωρό πράγματα για την κοινή υπόθεση, απ΄ το περίσσευμα ή το υστέρημά του ο καθένας: Ένας παραγωγός, 100 κιλά το μήνα από την παραγωγή του· ένας φίλος του προηγούμενου, μεταφορέας αυτός, τη δυνατότητα το φορτίο του παραγωγού να μεταφέρεται οπουδήποτε (για παράδειγμα, σ΄ ένα κοινωνικό παντοπωλείο)· ένας τρίτος, άσχετος με τους άλλους δύο, έστειλε ένα διαφημιστικό για την καμπάνια του ΣΥΡΙΖΑ στα σόσιαλ μίντια· ένας τέταρτος τέλος, φωτογράφος, προσφέρθηκε να φωτογραφίζει δωρεάν εκδηλώσεις του χώρου και να διαθέτει το προϊόν της δουλειάς του όπου του ζητηθεί.
Ενώ συνέβησαν και συμβαίνουν όλα αυτά, κι ενώ σε μεγαλύτερη κλίμακα τέτοια ή παρόμοια οργανώνουν λαϊκές συνελεύσεις, κοινωνικά στέκια και ομάδες δημιουργικών ανθρώπων πέραν του ΣΥΡΙΖΑ, ο υπαρκτός ΣΥΡΙΖΑ δέχεται μηνύματα από εκατοντάδες οικογένειες, τα παιδιά των οποίων υποσιτίζονται· ο ίδιος αυτός ΣΥΡΙΖΑ αναζητά τρόπους να επικοινωνεί το μήνυμά του, σε εποχές ασυδοσίας των καθεστωτικών της ενημέρωσης. Κι όμως, ενώ συνέβησαν και συμβαίνουν αυτά, ω του θαύματος, ο υπαρκτός ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί να ανταποκριθεί, και στην προσφορά των πρώτων της ιστορίας μας, και στις επείγουσες ανάγκες των δεύτερων, και στις ίδιες τις άμεσες δικές του ανάγκες. Κι αυτό, πολύ σχηματικά, γιατί ο υπαρκτός ΣΥΡΙΖΑ, με όλες τις αρετές και τα επιτεύγματά του, αποτελεί μια συνάρθρωση πολλαπλών κέντρων, εκφωνήσεων και στρατηγικών, που όλα τους προηγούνται της κρίσης - και όλα τους, μέχρι σήμερα, οικοδομούν έναν φορέα αδύναμο να αξιοποιήσει και να εμπιστευτεί δημιουργικούς ανθρώπους και συλλογικότητες (είτε στο εσωτερικό είτε στον “ορίζοντά” του), παρά μερικώς.
Απ΄ αυτή τη σκοπιά, το βασικό στοίχημα για το νέο κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς -νέο, κι ας μην ξεκινάει απ΄το μηδέν-, δεν είναι πόσο “υπεύθυνο” ή πόσο “κινηματικό” θα είναι αυτό, αλλά κυρίως πόσο και τι είδους κόμμα. Σε ποιο βαθμό, δηλαδή, θα αποτελέσει όντως αυτό που ο Γκράμσι αποκαλούσε “συλλογικό διανοούμενο”: έναν συλλογικό οργανωτή (όχι μονάχα αφισοκολλητή) και έναν συλλογικό εκπαιδευτή (όχι γενικά ακαδημαϊκό), προς τα μέσα και προς τα έξω, σε μια συνθήκη που, εκτός από κινδύνους όπως ο εκφασισμός, προσφέρει δυνατότητες για να ξανατεθεί η κοινωνική αλλαγή στην ημερήσια ατζέντα.
Κακά τα ψέματα. Με όλες της τις αρετές και όλα της τα επιτεύγματα, η υπαρκτή Αριστερά (η Αριστερά δηλαδή της Μεταπολίτευσης, τμήμα της οποίας αποτελεί και ο ΣΥΡΙΖΑ), συγκροτήθηκε και φέρει το στίγμα μιας εποχής που για τους σημερινούς εικοσάρηδες είναι αδιανόητη: Σε ιδεολογικό επίπεδο, με το συλλογικό τραύμα της ήττας του εμφυλίου, την κοινή προσδοκία των ηττημένων και την αίγλη του αντιδικτατορικού αγώνα· σε πολιτικό επίπεδο, με θεσμούς που επέτρεπαν εκπροσωπήσεις (και υποσχέσεις, και ελπίδες...), εγκλώβιζαν ωστόσο τη δημιουργικότητα σε ιεραρχικά σχήματα· σε κοινωνικό τέλος επίπεδο, με την εγγυημένη αξιοπρεπή εργασία από τη μια, την άνοδο των νέων μικροαστικών στρωμάτων από την άλλη.
Η σημερινή Αριστερά, βασική δύναμη της οποίας είναι πια ο ΣΥΡΙΖΑ, δουλεύει σε έναν εντελώς διαφορετικό χάρτη. Σε ιδεολογικό επίπεδο, χρειάζεται να ξαναπεί την ιστορία από την αρχή, σχεδόν από το 1789· σε πολιτικό επίπεδο, αντιμετωπίζει ένα κράτος σε αποσύνθεση, τμήματα της διοίκησης σε διαδικασία εκφασισμού, κόμματα-μαριονέτες του κεφαλαίου και μια (εύλογη, πλην ενίοτε λούμπεν) δυσπιστία εναντίον των κομμάτων συλλήβδην· σε κοινωνικό τέλος επίπεδο, η Αριστερά καλείται να υπερασπιστεί μια εργατική τάξη κατακερματισμένη και απαξιωμένη, πλην μορφωμένη και δημιουργική όσο ποτέ - αποτρέποντας ταυτόχρονα τον εκφασισμό των μεσοστρωμάτων του κέντρου και της περιφέρειεας, με τα οποία η απόσταση ολοένα και διευρύνεται.
Η δυνατότητα ο ΣΥΡΙΖΑ να πετύχει σε όλα τα προαναφερθέντα, είναι η δυνατότητα να συδυάζει, από τη μια την πολιτικοποίηση της καθημερινότητας (ξεπερνώντας τον προπαγανδισμό, τον πολυκεντρισμό και τη γραφειοκρατική λειτουργία) και, από την άλλη, την επαναφορά στην καθημερινότητα --λόγω και έργω, εντός και εκτός-- της υπόθεσης της κοινωνικής αλλαγής. Η επιθετικότητα και η βία ενός καπιταλισμού σε κρίση δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν από μια πλαδαρή αριστερή “παράταξη” για τη βελτίωση του υπάρχοντος – έναν φορέα στα πρότυπα της δεκαετίας του ΄90, με χιλιάδες μέλη χωρίς αντικείμενο, χωρίς δικαιώματα και χωρίς υποχρεώσεις, και με την κεκτημένη ταχύτητα ενός νωθρού, ιεραρχικού μηχανισμού, συγκεντρωτικού στην κορυφή, κερματισμένου, “εκτελεστικού” και αυτοαναφορικού στη βάση. Όχι πως μια συμπαράταξη της Αριστεράς δεν τη χρειάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ, ως οξυγόνο. Αλλά μια τέτοια συμπαράταξη, εκτός από εκλογικά αποτελεσματική, ενδεχομένως, κατά τα άλλα δεν επιτρέπει να ελπίζει κανείς και πολλά. Πώς να το κάνουμε: σε τελική ανάλυση, τα κόμματα της Αριστεράς είναι για τον κομμουνισμό. Για τα άλλα, τα καταφέρνουν μια χαρά ο ΣΚΑΪ και η Εκκλησία.
rednotebook
Λίγες μέρες μετά το ευχάριστο σοκ της 6ης Μαϊου, ο Αλέξης Τσίπρας ζήτησε από τις κύριες συνδικαλιστικές οργανώσεις μια συνάντηση, με σκοπό να συζητηθούν οι προγραμματικοί στόχοι της κυβέρνησης μετά τις νέες εκλογές. Με τον τρόπο αυτό, και παρά την άρνηση των περισσότερων (άρνηση που καταξίωνε τις ηγεσίες τους για μια ακόμα φορά ως πυλώνες του κράτους...), ο ΣΥΡΙΖΑ καθιέρωνε μια λειτουργία παραδειγματική για το πώς πρέπει να πολιτεύεται μια όντως ριζοσπαστική Αριστερά· όχι γενικώς οι ηγεσίες της Αριστεράς αυτής, αλλά συνολικά οι οργανωμένες δυνάμεις της, όπου αυτές υπάρχουν.
Η παρακίνηση των κοινωνικών οργανώσεων, με σεβασμό στην αυτονομία τους, προκειμένου να διατυπωθεί μια κοινή ατζέντα για την υπεράσπιση της κοινωνίας και της δημοκρατίας, έδειχνε, κατά
τη γνώμη μου, ποια μπορεί να είναι η “μέθοδος” για τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο κόμμα. Δεν μιλάω για ένα νεφελώδες “άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ στην κοινωνία”, ούτε για μια ακόμα καμπάνια εγγραφής μελών σε γειτονιές και εργασιακούς χώρους. Αυτό που νομίζω ότι χρειαζόμαστε για το νέο ΣΥΡΙΖΑ είναι μια πρωτότυπη κοινωνικοπολιτική διαδικασία συγκρότησης, η επιτυχία της οποίας δεν θα ελέγχεται μόνο από το πόσα μέλη θα εγγράφει στο νέο φορέα, αλλά και από τις δυνατότητες κοινωνικής δικτύωσης, αυτοοργάνωσης και χειραφέτησης που θα δημιουργεί.
Επειδή το παραπάνω ακούγεται πολύ θεωρητικό, θα το πω με μερικά παραδείγματα γι΄ αυτό που κάπως γενικόλογα λέμε “κοινωνική διαθεσιμότητα”. Πριν και μετά τις εκλογές, πλησίασαν τον ΣΥΡΙΖΑ άνθρωποι με μικρή ή καθόλου σχέση με τις οργανώσεις του, και προσέφεραν ανιδιοτελώς ένα σωρό πράγματα για την κοινή υπόθεση, απ΄ το περίσσευμα ή το υστέρημά του ο καθένας: Ένας παραγωγός, 100 κιλά το μήνα από την παραγωγή του· ένας φίλος του προηγούμενου, μεταφορέας αυτός, τη δυνατότητα το φορτίο του παραγωγού να μεταφέρεται οπουδήποτε (για παράδειγμα, σ΄ ένα κοινωνικό παντοπωλείο)· ένας τρίτος, άσχετος με τους άλλους δύο, έστειλε ένα διαφημιστικό για την καμπάνια του ΣΥΡΙΖΑ στα σόσιαλ μίντια· ένας τέταρτος τέλος, φωτογράφος, προσφέρθηκε να φωτογραφίζει δωρεάν εκδηλώσεις του χώρου και να διαθέτει το προϊόν της δουλειάς του όπου του ζητηθεί.
Ενώ συνέβησαν και συμβαίνουν όλα αυτά, κι ενώ σε μεγαλύτερη κλίμακα τέτοια ή παρόμοια οργανώνουν λαϊκές συνελεύσεις, κοινωνικά στέκια και ομάδες δημιουργικών ανθρώπων πέραν του ΣΥΡΙΖΑ, ο υπαρκτός ΣΥΡΙΖΑ δέχεται μηνύματα από εκατοντάδες οικογένειες, τα παιδιά των οποίων υποσιτίζονται· ο ίδιος αυτός ΣΥΡΙΖΑ αναζητά τρόπους να επικοινωνεί το μήνυμά του, σε εποχές ασυδοσίας των καθεστωτικών της ενημέρωσης. Κι όμως, ενώ συνέβησαν και συμβαίνουν αυτά, ω του θαύματος, ο υπαρκτός ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί να ανταποκριθεί, και στην προσφορά των πρώτων της ιστορίας μας, και στις επείγουσες ανάγκες των δεύτερων, και στις ίδιες τις άμεσες δικές του ανάγκες. Κι αυτό, πολύ σχηματικά, γιατί ο υπαρκτός ΣΥΡΙΖΑ, με όλες τις αρετές και τα επιτεύγματά του, αποτελεί μια συνάρθρωση πολλαπλών κέντρων, εκφωνήσεων και στρατηγικών, που όλα τους προηγούνται της κρίσης - και όλα τους, μέχρι σήμερα, οικοδομούν έναν φορέα αδύναμο να αξιοποιήσει και να εμπιστευτεί δημιουργικούς ανθρώπους και συλλογικότητες (είτε στο εσωτερικό είτε στον “ορίζοντά” του), παρά μερικώς.
Απ΄ αυτή τη σκοπιά, το βασικό στοίχημα για το νέο κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς -νέο, κι ας μην ξεκινάει απ΄το μηδέν-, δεν είναι πόσο “υπεύθυνο” ή πόσο “κινηματικό” θα είναι αυτό, αλλά κυρίως πόσο και τι είδους κόμμα. Σε ποιο βαθμό, δηλαδή, θα αποτελέσει όντως αυτό που ο Γκράμσι αποκαλούσε “συλλογικό διανοούμενο”: έναν συλλογικό οργανωτή (όχι μονάχα αφισοκολλητή) και έναν συλλογικό εκπαιδευτή (όχι γενικά ακαδημαϊκό), προς τα μέσα και προς τα έξω, σε μια συνθήκη που, εκτός από κινδύνους όπως ο εκφασισμός, προσφέρει δυνατότητες για να ξανατεθεί η κοινωνική αλλαγή στην ημερήσια ατζέντα.
Κακά τα ψέματα. Με όλες της τις αρετές και όλα της τα επιτεύγματα, η υπαρκτή Αριστερά (η Αριστερά δηλαδή της Μεταπολίτευσης, τμήμα της οποίας αποτελεί και ο ΣΥΡΙΖΑ), συγκροτήθηκε και φέρει το στίγμα μιας εποχής που για τους σημερινούς εικοσάρηδες είναι αδιανόητη: Σε ιδεολογικό επίπεδο, με το συλλογικό τραύμα της ήττας του εμφυλίου, την κοινή προσδοκία των ηττημένων και την αίγλη του αντιδικτατορικού αγώνα· σε πολιτικό επίπεδο, με θεσμούς που επέτρεπαν εκπροσωπήσεις (και υποσχέσεις, και ελπίδες...), εγκλώβιζαν ωστόσο τη δημιουργικότητα σε ιεραρχικά σχήματα· σε κοινωνικό τέλος επίπεδο, με την εγγυημένη αξιοπρεπή εργασία από τη μια, την άνοδο των νέων μικροαστικών στρωμάτων από την άλλη.
Η σημερινή Αριστερά, βασική δύναμη της οποίας είναι πια ο ΣΥΡΙΖΑ, δουλεύει σε έναν εντελώς διαφορετικό χάρτη. Σε ιδεολογικό επίπεδο, χρειάζεται να ξαναπεί την ιστορία από την αρχή, σχεδόν από το 1789· σε πολιτικό επίπεδο, αντιμετωπίζει ένα κράτος σε αποσύνθεση, τμήματα της διοίκησης σε διαδικασία εκφασισμού, κόμματα-μαριονέτες του κεφαλαίου και μια (εύλογη, πλην ενίοτε λούμπεν) δυσπιστία εναντίον των κομμάτων συλλήβδην· σε κοινωνικό τέλος επίπεδο, η Αριστερά καλείται να υπερασπιστεί μια εργατική τάξη κατακερματισμένη και απαξιωμένη, πλην μορφωμένη και δημιουργική όσο ποτέ - αποτρέποντας ταυτόχρονα τον εκφασισμό των μεσοστρωμάτων του κέντρου και της περιφέρειεας, με τα οποία η απόσταση ολοένα και διευρύνεται.
Η δυνατότητα ο ΣΥΡΙΖΑ να πετύχει σε όλα τα προαναφερθέντα, είναι η δυνατότητα να συδυάζει, από τη μια την πολιτικοποίηση της καθημερινότητας (ξεπερνώντας τον προπαγανδισμό, τον πολυκεντρισμό και τη γραφειοκρατική λειτουργία) και, από την άλλη, την επαναφορά στην καθημερινότητα --λόγω και έργω, εντός και εκτός-- της υπόθεσης της κοινωνικής αλλαγής. Η επιθετικότητα και η βία ενός καπιταλισμού σε κρίση δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν από μια πλαδαρή αριστερή “παράταξη” για τη βελτίωση του υπάρχοντος – έναν φορέα στα πρότυπα της δεκαετίας του ΄90, με χιλιάδες μέλη χωρίς αντικείμενο, χωρίς δικαιώματα και χωρίς υποχρεώσεις, και με την κεκτημένη ταχύτητα ενός νωθρού, ιεραρχικού μηχανισμού, συγκεντρωτικού στην κορυφή, κερματισμένου, “εκτελεστικού” και αυτοαναφορικού στη βάση. Όχι πως μια συμπαράταξη της Αριστεράς δεν τη χρειάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ, ως οξυγόνο. Αλλά μια τέτοια συμπαράταξη, εκτός από εκλογικά αποτελεσματική, ενδεχομένως, κατά τα άλλα δεν επιτρέπει να ελπίζει κανείς και πολλά. Πώς να το κάνουμε: σε τελική ανάλυση, τα κόμματα της Αριστεράς είναι για τον κομμουνισμό. Για τα άλλα, τα καταφέρνουν μια χαρά ο ΣΚΑΪ και η Εκκλησία.
rednotebook
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου