Στις 31 Δεκεμβρίου τίθεται και επίσημα σε εφαρμογή ο Κώδικας Δεοντολογίας των Τραπεζών (ΚΔΤ), ο καταστατικός χάρτης που έχει εκδοθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος, και αφορά τον τρόπο διαχείρισης των καθυστερούμενων και των μη εξυπηρετούμενων οφειλών από τα τραπεζικά ιδρύματα. Με την εξελιξη αυτή, εγκαινιάζεται μια νέα στρατηγική διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους στη χώρα μας, όπως αποδεικνύεται από το περιεχόμενο και την κατεύθυνση του ΚΔΤ.
Αυτό που στην ουσία κάνει ο ΚΔΤ είναι να προτείνει στα τραπεζικά ιδρύματα μια μεθοδολογία αντιμετώπισης των δανειοληπτών, αφήνοντας βεβαίως το περιθώριο να την προσαρμόσουν και να την εξειδικεύσουν κατά τρόπο που τα συμφέρει, αφού λάβουν υπόψην το χαρτοφυλάκιό τους. Έτσι, με βάση τέσσερα στάδια προβληματικής εξυπηρέτησης οφειλών που θεσπίζονται, οι δανειολήπτες καλούνται να δώσουν πληροφορίές σχετικά με την οικονομική (και όχι μόνο) κατάστασή τους στα ιδρύματα, ώστε να αξιολογηθούν, να χαρακτηριστούν ως συνεργάσιμοι ή μη, και να ενταχθούν σε κάποιον από τους τύπους ρύθμισης που τα ιδρύματα θα έχουν υιοθετήει. Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις μπορούν να είναι βραχυπρόθεσμες, μακροπρόθεσμες ή και να αποσκοπούν στην οριστική διευθέτηση. Όπως προβέπεται δε, μπορούν να μεταβάλλονται με βάση τις μακροοικονομικές συνθήκες και το συμφέρον των τραπεζικών ιδρυμάτων.
Το σημείο στο οποίο αξίζει να σταθούμε περισσότερο είναι οι τύποι οριστικής διευθέτησης, που ήδη έχουν δημιουργήσει ιδιαίτερο θόρυβο από τη γνωστοποίησή τους. Σ΄αυτούς, λοιπόν, περιλαμβάνονται η δυνατότητα εθελοντικής παράδοσης ενυπόθηκου ακινήτου στην τράπεζα· η δυνατότητα μεταβίβασης της κυριότητας του ακινήτου στην τράπεζα με παράλληλη σύναψη σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης (leasing)· η δυνατότητα μεταβίβασης της κυριότητας στην τράπεζα ή σε τρίτο με παράλληλη συμφωνία παραμονής στο ακίνητο έναντι μισθώματος· και τέλος η ρευστοποίηση του ακινήτου απο την τράπεζα για την ικανοποίηση των απαιτήσεών της. Η τελευταία μάλιστα περίπτωση, η ρευστοποίηση δηλαδή υποθηκευμένου ακινητου, αποτελεί και την άμεση συνέπεια που απορρέει από το χαρακτηρισμό ενός δανειολήπτη ως μη συνεργάσιμου κατά την αξιολόγησή του.
Με βάση τα παραπάνω, γίνεται σαφές πως το νέο πλαίσιο διευθέτησης αναδεικνύει τα πιστωτικά ιδρύματα για μια ακόμα φορά το απόλυτα κυρίαρχο μέρος στη σχέση με τους δανειολήπτες: οι τελευταίοι θα πρέπει να είναι συνεργάσιμοι για το καλό τους και να φροντίσουν να ταιριάξουν στο πλαίσιο ρύθμισης της πιστώτριας τράπεζας. Η πραγματική κατάσταση, η βιωσιμότητα, οι ιδιαίτερες ανάγκες των δανειοληπτών ελάχιστα απασχολούν, ενώ οι δαπάνες διαβίωσης του οφειλέτη, που προβλέπεται να λαμβάνονται υπόψιν, θα καθορίζονται μέσω του Κυβερνητικού Συμβουλίου Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, με αμφίβολα κριτήρια.
Στο σημείο αυτό, θα μπορούσε να προβληθεί η ένσταση ότι η εφαρμογή του ΚΔΤ θα αποτελέσει μία μόνο από τις οδούς αντιμετώπισης της προβληματικής εξυπηρέτησης δανειακών οφειλών, καθώς παραμένει η δυνατότητα καταφυγής του δανειολήπτη στη δικαστική διευθέτηση μέσω του Πτωχευτικού Κώδικα (για τους εμπόρους) και του νόμου 3869/2010 (για τα φυσικά πρόσωπα). Άλλωστε και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες υπάρχουν και εφαρμόζονται αντίστοιχοι κώδικες. Όμως, ο ΚΔΤ δεν έρχεται να εφαρμοστεί μονος του στην παρούσα συγκυρία. Συνοδεύεται, αφενός, από την άρση της αναστολής των πλειστηριασμών από την 1.1.2015, και αφετέρου, από την προσπάθεια τροποποίησης του Κώδικα Πολιτικής Δικονομιας, που μεταξύ άλλων αποδιαρθρώνει τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, αφαιρώντας κάθε εγγύηση για το ασθενές μέρος. Ο συνδυασμός των τριών αυτών στοιχείων αποτελεί σαφή αλλαγή πλεύσης ως προς τον τρόπο διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους και τη χρήση του ως μοχλού για τον επαναπροσδιορισμό των ισορροπιών στην ελληνική κοινωνία και οικονομία. Βασικός στόχος είναι να ενισχυθούν ακόμη περισσότερο οι μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού τράπεζες, συγκεντρώνοντας και μεγάλο μέρος ακίνητης ιδιοκτησίας, τη στιγμή που τα κατώτερα και μεσαία στρώματα θα εξαθλιώνονται ακόμη περισσότερο.
Παράλληλα λοιπόν με τη συζήτηση για τη διαχείριση του δημοσιου χρέους, ενόψει πιθανών εκλογών και κυβερνητικής αλλαγής, είναι αναγκαίο να εξεταστεί και η στρατηγική διαχείρισης του αντίστοιχου ιδιωτικού – με κοινό στόχο τον περιορισμό των τραπεζών και την αποκατάσταση της ισορροπίας σε όφελος των στρωμάτων που σήμερα πλήττονται. Σε αυτή την κατεύθυνση αξίζει να δοθεί προσοχή στις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, όπως έχουν αποτυπωθεί στο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης. Εκεί προβλέπεται η δημιουργία ενός ενδιάμεσου φορέα για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους (φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων), ώστε να τερματιστεί η μεροληψία υπέρ των τραπεζών. Το πλάνο μεριμνά για τη διευθέτηση των χρεών τόσο προς τις τράπεζες όσο και προς το Δημόσιο και τις ΔΕΚΟ, το παγωμα των καταδιωκτικών μέτρων από την πλευρά των τραπεζών, τη διασφάλιση επί της αρχής της αξιοπρεπούς διαβίωσης των οφειλετών και των οικογενειών τους – κι αυτά, με το βλέμμα στραμμένο προς έναν συνολικό κοινωνικό και παραγωγικό μετασχηματισμό.
Αυτό που στην ουσία κάνει ο ΚΔΤ είναι να προτείνει στα τραπεζικά ιδρύματα μια μεθοδολογία αντιμετώπισης των δανειοληπτών, αφήνοντας βεβαίως το περιθώριο να την προσαρμόσουν και να την εξειδικεύσουν κατά τρόπο που τα συμφέρει, αφού λάβουν υπόψην το χαρτοφυλάκιό τους. Έτσι, με βάση τέσσερα στάδια προβληματικής εξυπηρέτησης οφειλών που θεσπίζονται, οι δανειολήπτες καλούνται να δώσουν πληροφορίές σχετικά με την οικονομική (και όχι μόνο) κατάστασή τους στα ιδρύματα, ώστε να αξιολογηθούν, να χαρακτηριστούν ως συνεργάσιμοι ή μη, και να ενταχθούν σε κάποιον από τους τύπους ρύθμισης που τα ιδρύματα θα έχουν υιοθετήει. Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις μπορούν να είναι βραχυπρόθεσμες, μακροπρόθεσμες ή και να αποσκοπούν στην οριστική διευθέτηση. Όπως προβέπεται δε, μπορούν να μεταβάλλονται με βάση τις μακροοικονομικές συνθήκες και το συμφέρον των τραπεζικών ιδρυμάτων.
Το σημείο στο οποίο αξίζει να σταθούμε περισσότερο είναι οι τύποι οριστικής διευθέτησης, που ήδη έχουν δημιουργήσει ιδιαίτερο θόρυβο από τη γνωστοποίησή τους. Σ΄αυτούς, λοιπόν, περιλαμβάνονται η δυνατότητα εθελοντικής παράδοσης ενυπόθηκου ακινήτου στην τράπεζα· η δυνατότητα μεταβίβασης της κυριότητας του ακινήτου στην τράπεζα με παράλληλη σύναψη σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης (leasing)· η δυνατότητα μεταβίβασης της κυριότητας στην τράπεζα ή σε τρίτο με παράλληλη συμφωνία παραμονής στο ακίνητο έναντι μισθώματος· και τέλος η ρευστοποίηση του ακινήτου απο την τράπεζα για την ικανοποίηση των απαιτήσεών της. Η τελευταία μάλιστα περίπτωση, η ρευστοποίηση δηλαδή υποθηκευμένου ακινητου, αποτελεί και την άμεση συνέπεια που απορρέει από το χαρακτηρισμό ενός δανειολήπτη ως μη συνεργάσιμου κατά την αξιολόγησή του.
Με βάση τα παραπάνω, γίνεται σαφές πως το νέο πλαίσιο διευθέτησης αναδεικνύει τα πιστωτικά ιδρύματα για μια ακόμα φορά το απόλυτα κυρίαρχο μέρος στη σχέση με τους δανειολήπτες: οι τελευταίοι θα πρέπει να είναι συνεργάσιμοι για το καλό τους και να φροντίσουν να ταιριάξουν στο πλαίσιο ρύθμισης της πιστώτριας τράπεζας. Η πραγματική κατάσταση, η βιωσιμότητα, οι ιδιαίτερες ανάγκες των δανειοληπτών ελάχιστα απασχολούν, ενώ οι δαπάνες διαβίωσης του οφειλέτη, που προβλέπεται να λαμβάνονται υπόψιν, θα καθορίζονται μέσω του Κυβερνητικού Συμβουλίου Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, με αμφίβολα κριτήρια.
Στο σημείο αυτό, θα μπορούσε να προβληθεί η ένσταση ότι η εφαρμογή του ΚΔΤ θα αποτελέσει μία μόνο από τις οδούς αντιμετώπισης της προβληματικής εξυπηρέτησης δανειακών οφειλών, καθώς παραμένει η δυνατότητα καταφυγής του δανειολήπτη στη δικαστική διευθέτηση μέσω του Πτωχευτικού Κώδικα (για τους εμπόρους) και του νόμου 3869/2010 (για τα φυσικά πρόσωπα). Άλλωστε και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες υπάρχουν και εφαρμόζονται αντίστοιχοι κώδικες. Όμως, ο ΚΔΤ δεν έρχεται να εφαρμοστεί μονος του στην παρούσα συγκυρία. Συνοδεύεται, αφενός, από την άρση της αναστολής των πλειστηριασμών από την 1.1.2015, και αφετέρου, από την προσπάθεια τροποποίησης του Κώδικα Πολιτικής Δικονομιας, που μεταξύ άλλων αποδιαρθρώνει τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, αφαιρώντας κάθε εγγύηση για το ασθενές μέρος. Ο συνδυασμός των τριών αυτών στοιχείων αποτελεί σαφή αλλαγή πλεύσης ως προς τον τρόπο διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους και τη χρήση του ως μοχλού για τον επαναπροσδιορισμό των ισορροπιών στην ελληνική κοινωνία και οικονομία. Βασικός στόχος είναι να ενισχυθούν ακόμη περισσότερο οι μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού τράπεζες, συγκεντρώνοντας και μεγάλο μέρος ακίνητης ιδιοκτησίας, τη στιγμή που τα κατώτερα και μεσαία στρώματα θα εξαθλιώνονται ακόμη περισσότερο.
Παράλληλα λοιπόν με τη συζήτηση για τη διαχείριση του δημοσιου χρέους, ενόψει πιθανών εκλογών και κυβερνητικής αλλαγής, είναι αναγκαίο να εξεταστεί και η στρατηγική διαχείρισης του αντίστοιχου ιδιωτικού – με κοινό στόχο τον περιορισμό των τραπεζών και την αποκατάσταση της ισορροπίας σε όφελος των στρωμάτων που σήμερα πλήττονται. Σε αυτή την κατεύθυνση αξίζει να δοθεί προσοχή στις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, όπως έχουν αποτυπωθεί στο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης. Εκεί προβλέπεται η δημιουργία ενός ενδιάμεσου φορέα για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους (φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων), ώστε να τερματιστεί η μεροληψία υπέρ των τραπεζών. Το πλάνο μεριμνά για τη διευθέτηση των χρεών τόσο προς τις τράπεζες όσο και προς το Δημόσιο και τις ΔΕΚΟ, το παγωμα των καταδιωκτικών μέτρων από την πλευρά των τραπεζών, τη διασφάλιση επί της αρχής της αξιοπρεπούς διαβίωσης των οφειλετών και των οικογενειών τους – κι αυτά, με το βλέμμα στραμμένο προς έναν συνολικό κοινωνικό και παραγωγικό μετασχηματισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου