Κυριακή 13 Μαΐου 2012

Να σκεφτούμε πέρα από την ήττα

Και αυτοδύναμη κυβέρνηση να είχαμε, η εξουσία το βράδυ δεν θα ήταν στο λαό, θα ήταν ακόμα στους επιχειρηματικούς ομίλους και στους μηχανισμούς της ΕΕ.

Α. Παπαρήγα, Ριζοσπάστης Σάββατο 14 – Κυριακή 15 Απριλίου 2012
Θα έχουμε την τόλμη να νικήσουμε; Επιτρέπεται να νικήσουμε; Δεν είναι επικίνδυνο να νικήσουμε; Πρέπει να νικάμε; Το ερώτημα αυτό, περίεργο από πρώτη ματιά, μπήκε ωστόσο και έπρεπε να μπει, γιατί οι οπορτουνιστές φοβούνταν τη νίκη, φόβιζαν το προλεταριάτο με αυτή τη νίκη, προφήτευαν συμφορές από τη νίκη, κορόιδευαν τα συνθήματα που καλούσαν ανοιχτά για τη νίκη.
Β.Ι. Λένιν

Το εκλογικό αποτέλεσμα πιστοποίησε αυτό που εδώ και καιρό αισθανόμασταν: ότι ζούμε το τέλος μιας εποχής. Η κρίση, οι κοινωνικοί μετασχηματισμοί που πυροδότησε, οι αγώνες και οι αντιστάσεις έβαλαν την σφραγίδα τους στο τέλος μιας ιστορικής περιόδου και στην έναρξη μιας άλλης. Είναι
φανερό ότι βρισκόμαστε σε μία συγκυρία μετάβασης, στην οποία ακόμα και το ζήτημα της εξουσίας βρίσκεται υπό διακύβευση. Βασική ευθύνη της αριστεράς αποτελεί η συγκρότηση και η έκφραση σε πολιτικό επίπεδο του πλειοψηφικού κοινωνικού ρεύματος που εκφράστηκε το προηγούμενο διάστημα μέσα από δύο χρόνια σκληρών και μεγάλων αγώνων. Το ζήτημα μιας αριστερής λαϊκής εξουσίας το έθεσε η ίδια η ζωή.
Υπό αυτό το πρίσμα, η συζήτηση για την συμπαράταξη της αριστεράς αποκτά σήμερα μία κεντρική σημασία, όπως κεντρική σημασία αποκτά η αρνητική στάση που μέχρι σήμερα κρατά το ΚΚΕ. Πριν όμως αναφερθούμε στο πώς αντιμετωπίζει το ΚΚΕ το ζήτημα της κυβέρνησης της αριστεράς, αξίζει να σταθούμε στην απάντηση που δίνει το ΚΚΕ στην κατηγορία ότι παραπέμπει τα πάντα σε κάποιο απροσδιόριστο μέλλον. Μέσα από τις στήλες του Ριζοσπάστη (Σάββατο 28 Απριλίου), διαβάζουμε σε κεντρικό άρθρο με τίτλο «Η δευτέρα παρουσία»: «Το ΚΚΕ όχι μόνο έχει προτάσεις σήμερα για άμεσες λύσεις σε λαϊκά προβλήματα, αλλά είναι πάμπολλα τα παραδείγματα που δείχνουν ότι συγκεκριμένες προτάσεις του ΚΚΕ όταν τις πάλεψε οργανωμένα το εργατικό λαϊκό κίνημα κέρδισε». Τα παραδείγματα στα οποία αναφέρεται το άρθρο είναι τα χαράτσια, η προστασία των ανέργων, τα μέτρα ανακούφισης των υπερχρεωμένων λαϊκών νοικοκυριών, η πρόταση νόμου για τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων και ο αγώνας ενάντια στους μισθούς πείνας.
Στον ίδιο Ριζοσπάστη διαβάζουμε και ένα άρθρο για την γραμμή του ΚΚΕ σχετικά με το ζήτημα των κυβερνήσεων. Στο συγκεκριμένο απόσπασμα αναπτύσσεται το σκεπτικό που έχουμε ήδη παραθέσει σχετικά με την αδυναμία μιας αριστερής κυβέρνησης να αμφισβητήσει ουσιαστικά την σημερινή κατάσταση: «Γιατί την άλλη μέρα οποιαδήποτε κυβέρνηση σχηματιστεί, οι βιομήχανοι, οι εφοπλιστές, οι τραπεζίτες θα είναι στις θέσεις τους. Η Ελλάδα θα είναι μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ τον Ιούνη θα έρθουν και νέα μέτρα. Τι σημαίνει αυτό; Ότι έτσι και αλλιώς την εξουσία θα την έχουν ο καπιταλιστές. Και πως όποια κυβέρνηση προκύψει, όποιο δήθεν φιλολαϊκό μέτρο πάρει, θα σκοντάψει ακριβώς σ΄ αυτή την εξουσία».
Αφού το ΚΚΕ παλεύει για την επίτευξη νικών ακόμα και στον σημερινό αρνητικό πολιτικό συσχετισμό, η ύπαρξη μιας αριστερής κυβέρνησης θα διευκολύνει ή θα δυσκολέψει την συγκεκριμένη τακτική; Η ύπαρξη μιας αριστερής κυβέρνησης δεν μπορεί να συμβάλει, μαζί με τους εργατικούς λαϊκούς αγώνες, σε όλα τα παραδείγματα που αναφέρονται στο άρθρο του «Ρ»; Η επίτευξη των συγκεκριμένων νικών καθίσταται πιο εύκολη με μία κυβέρνηση του αστικού πολιτικού κόσμου; Η τοποθέτηση του ΚΚΕ στο ζήτημα της κυβέρνησης δημιουργεί δίπολα στα οποία οι δύο πόλοι δεν αναλύονται με όρους διαλεκτικής ενότητας, αλλά αντιπαρατίθενται σχηματικά ο ένας στον άλλο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου δίπολου, η αντιπαράθεση μεταξύ αγώνα από τα κάτω και αγώνα από τα πάνω. Αποτελεί τεράστιο σφάλμα, σε μια συγκυρία που η πάλη των τάξεων μας δίνει την δυνατότητα να συνδυάσουμε και τις δύο μορφές, εμείς να το αρνούμαστε. Μια τέτοια τοποθέτηση, μάλιστα, έρχεται σε σύγκρουση με μία βασική επαναστατική αρχή όπως αυτή είχε εκφραστεί από τον Λένιν: «Το να περιορίζεις καταρχήν την επαναστατική δράση στην πίεση από τα κάτω και να αρνιέσαι την άσκηση πίεσης και από τα πάνω είναι αναρχισμός».
Τέλος, η συγκεκριμένη ανάλυση αναπαράγει έναν αντιδιαλεκτικό διαχωρισμό μεταξύ πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Η συγκεκριμένη τοποθέτηση έρχεται σε σύγκρουση με το ίδιο το έργο του Μαρξ και τη σημασία που έδινε το εργατικό κίνημα από την περίοδο της πρώτης Διεθνούς στην κατάληψη της πολιτικής εξουσίας. Η εμπειρία της ίδιας της οκτωβριανής επανάστασης δείχνει την κρισιμότητα της κατάληψης της πολιτικής εξουσίας ως ένα αποφασιστικό βήμα για την κατάκτηση της εξουσίας και στο οικονομικό επίπεδο και την συνολική ακύρωση της κεφαλαιοκρατικής εκμετάλλευσης.
Είναι φανερό ότι πλειοψηφικά κομμάτια του κόσμου της δουλειάς έχουν αρχίσει να σκέφτονται πέρα από απλούς αμυντικούς αγώνες, έχουν αρχίσει να σκέφτονται πέρα από την ήττα. Σε αυτή τη μάχη, η εμπειρία και ο κόσμος του ΚΚΕ είναι απαραίτητοι. Σε αυτούς που ακόμα παλεύουν να κρατήσουν την πολύτιμη θέση της αντιπολίτευσης τους υπενθυμίζουμε άλο ένα απόσπασμα του Λένιν: «Οι εργάτες μας ρωτάνε: πρέπει να καταπιαστούμε δραστήρια με την επιτακτική υπόθεση της εξέγερσης; Τι να κάνουμε για να καταλήξει σε νίκη η εξέγερση που άρχισε; Πώς να επωφεληθούμε από την νίκη; Ποιο πρόγραμμα μπορεί και πρέπει να πραγματοποιηθεί τότε; Οι νεοϊσκριστές που βαθαίνουν το μαρξισμό απαντούν: να μείνουμε κόμμα της άκρας επαναστατικής αντιπολίτευσης... Ε, λοιπόν, δεν είχαμε δίκιο που ονομάσαμε αυτούς τους ιππότες, αριστοτέχνες του φιλισταϊσμού;».
rednotebook

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου