Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) να μην δέχεται ελληνικό δημόσιο χρέος ως εγγύηση, ενώ συνεχίζει και δέχεται ως εγγύηση κάθε τι άλλο που δεν αποτελεί δημόσιο χρέος, είναι μια απόφαση που καταδεικνύει τρία πράγματα:
Πρώτον: Η ΕΚΤ λειτουργεί με τέτοιο τρόπο ώστε να επιδιώκει την απομόνωση του ελληνικού και του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος από τις
γενικότερες πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις. Στοιχείο του «τραπεζικού οράματος» είναι η επιβίωση του σε συνθήκες ασφυξίας της οικονομίας. Κατά περίεργο τρόπο λοιπόν οι καταθέσεις είναι ασφαλείς (ο μηχανισμός ELA το εξασφαλίζει αυτό) ενώ η υπόλοιπη οικονομία του μη χρηματοπιστωτικού τομέα είναι εκτεθειμένη σε κάθε κίνδυνο. Η ύπαρξη ενός εξαιρετικά συγκεντρωμένου τραπεζικού τομέα γίνεται αυτοσκοπός, όπως αυτοσκοπός είναι και η ύπαρξη του ίδιου του Κεφαλαίου ως της βασικής κοινωνικής σχέσης.
Δεύτερον: Η χθεσινή απόφαση της ΕΚΤ είναι στην ίδια γραμμή με τη συμβολαική πράξη γέννησης της. Τι εννοούμε με αυτό; Εννοούμε ότι το καταστατικό της ΕΚΤ είναι αντιγραφή της γερμανικής κεντρικής τράπεζας και όχι κάποιας αγγλοσαξονικής η γαλλικής κεντρικής τράπεζας. Κατά την περίοδο διαπραγμάτευσης της συνθήκης του Μάαστριχτ από τις χώρες μέλη της ΕΕ, το αγγλογαλλικό πρότυπο κεντρικής τράπεζας κυριαρχούσε. Η απροσδόκητη επικράτηση του γερμανικού προτύπου οφείλεται στο βασικό λόγο ύπαρξης του ευρώ που είναι το γεγονός ότι αποτελεί τον όρο συμμετοχής της κυρίαρχης οικονομίας της Ευρώπης στην ευρωζώνη. Η ΕΚΤ θα πρέπει να ασχολείται μόνο με το επίπεδο των τιμών και όχι με την ύφεση και την ανεργία.
Τρίτον: Η ΕΚΤ είναι, στο πλαίσιο της παραπάνω καταστατικής αρχής δημιουργίας της ευρωζώνης, μια ανεξάρτητη δημόσια αρχή που συμπυκνώνει το όνειρο κάθε νεοφιλελεύθερου μονεταριστή που είναι η απομόνωση της διαδικασίας απόφασης από τον «λαϊκισμό» των κοινωνικών συμφερόντων που εκφράζει η αιρετή πολιτική τάξη. Η ΕΚΤ δεν ασκεί απλά τη νομισματική πολιτική της ευρωζώνης αλλά, με έμμεσο τρόπο, και κάθε άλλη οικονομική πολιτική και κυρίως, μέσω των σαφών μηνυμάτων που συνιστούν οι αποφάσεις της, τη δημοσιονομική πολιτική. Η πρόσφατη απόφαση της ΕΚΤ για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν πιέζει απλά το eurogroup να καταλήξει σε συμφωνία, αλλά και την ελληνική κυβέρνηση να προβεί σε άλλες προγραμματικές δηλώσεις από αυτές για τις οποίες δεσμεύτηκε. Έτσι, με παράδοξο τρόπο και ενώ η ΕΚΤ οφείλει μόνο να τηρεί σταθερό το επίπεδο των τιμών, αυτό οδηγεί στη συνολικοποίηση και τον έλεγχο όλης της οικονομικής πολιτικής. Την σύγχρονη θεολογία του κεντρικού σχεδιασμού την εκφράζει η μονοθεματική προσήλωση της ΕΚΤ.
Τούτων δοθέντων, η εξέλιξη της κρίσης της ευρωπαικής οικονομίας αλλά και η διαπραγμάτευση για την αμοιβαιοποίηση του ευρωπαϊκού χρέους συμβαίνει και θα συμβαίνει σε κύκλους. Αυτήν την στιγμή ο προηγούμενος κύκλος δυσκολεύεται να κλείσει και ο επόμενος δεν έχει σαφή χαρακτηριστικά. Όμως, η διαδικασία αυτή δεν είναι «αέναη». Οι «ημερομηνίες λήξης» ή θα τροποποιήσουν τα βασικά χαρακτηριστικά της ΕΚΤ και του κεντρικού της λόγου ή η γενίκευση της πολιτικής κρίσης στις χώρες της ευρωζώνης θα καταστήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση έναν ευφημισμό, μια γεωπολιτική περιοχή επιβολής των πιο ακραίων και φονταμενταλιστικών πρακτικών.
«Το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι»! Οι κεντρικοί θεσμοί του καπιταλισμού και του αναστοχασμού της κεφαλαιακής σχέσης και της προώθησης των «κατάλληλων» μηνυμάτων προς την κοινωνία είναι οι βασικότερες αιτίες αστάθειας του οικονομικού συστήματος. Αυτό βέβαια είναι κάτι που αποτελεί αντίφαση εν τοις όροις.
Πρώτον: Η ΕΚΤ λειτουργεί με τέτοιο τρόπο ώστε να επιδιώκει την απομόνωση του ελληνικού και του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος από τις
γενικότερες πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις. Στοιχείο του «τραπεζικού οράματος» είναι η επιβίωση του σε συνθήκες ασφυξίας της οικονομίας. Κατά περίεργο τρόπο λοιπόν οι καταθέσεις είναι ασφαλείς (ο μηχανισμός ELA το εξασφαλίζει αυτό) ενώ η υπόλοιπη οικονομία του μη χρηματοπιστωτικού τομέα είναι εκτεθειμένη σε κάθε κίνδυνο. Η ύπαρξη ενός εξαιρετικά συγκεντρωμένου τραπεζικού τομέα γίνεται αυτοσκοπός, όπως αυτοσκοπός είναι και η ύπαρξη του ίδιου του Κεφαλαίου ως της βασικής κοινωνικής σχέσης.
Δεύτερον: Η χθεσινή απόφαση της ΕΚΤ είναι στην ίδια γραμμή με τη συμβολαική πράξη γέννησης της. Τι εννοούμε με αυτό; Εννοούμε ότι το καταστατικό της ΕΚΤ είναι αντιγραφή της γερμανικής κεντρικής τράπεζας και όχι κάποιας αγγλοσαξονικής η γαλλικής κεντρικής τράπεζας. Κατά την περίοδο διαπραγμάτευσης της συνθήκης του Μάαστριχτ από τις χώρες μέλη της ΕΕ, το αγγλογαλλικό πρότυπο κεντρικής τράπεζας κυριαρχούσε. Η απροσδόκητη επικράτηση του γερμανικού προτύπου οφείλεται στο βασικό λόγο ύπαρξης του ευρώ που είναι το γεγονός ότι αποτελεί τον όρο συμμετοχής της κυρίαρχης οικονομίας της Ευρώπης στην ευρωζώνη. Η ΕΚΤ θα πρέπει να ασχολείται μόνο με το επίπεδο των τιμών και όχι με την ύφεση και την ανεργία.
Τρίτον: Η ΕΚΤ είναι, στο πλαίσιο της παραπάνω καταστατικής αρχής δημιουργίας της ευρωζώνης, μια ανεξάρτητη δημόσια αρχή που συμπυκνώνει το όνειρο κάθε νεοφιλελεύθερου μονεταριστή που είναι η απομόνωση της διαδικασίας απόφασης από τον «λαϊκισμό» των κοινωνικών συμφερόντων που εκφράζει η αιρετή πολιτική τάξη. Η ΕΚΤ δεν ασκεί απλά τη νομισματική πολιτική της ευρωζώνης αλλά, με έμμεσο τρόπο, και κάθε άλλη οικονομική πολιτική και κυρίως, μέσω των σαφών μηνυμάτων που συνιστούν οι αποφάσεις της, τη δημοσιονομική πολιτική. Η πρόσφατη απόφαση της ΕΚΤ για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν πιέζει απλά το eurogroup να καταλήξει σε συμφωνία, αλλά και την ελληνική κυβέρνηση να προβεί σε άλλες προγραμματικές δηλώσεις από αυτές για τις οποίες δεσμεύτηκε. Έτσι, με παράδοξο τρόπο και ενώ η ΕΚΤ οφείλει μόνο να τηρεί σταθερό το επίπεδο των τιμών, αυτό οδηγεί στη συνολικοποίηση και τον έλεγχο όλης της οικονομικής πολιτικής. Την σύγχρονη θεολογία του κεντρικού σχεδιασμού την εκφράζει η μονοθεματική προσήλωση της ΕΚΤ.
Τούτων δοθέντων, η εξέλιξη της κρίσης της ευρωπαικής οικονομίας αλλά και η διαπραγμάτευση για την αμοιβαιοποίηση του ευρωπαϊκού χρέους συμβαίνει και θα συμβαίνει σε κύκλους. Αυτήν την στιγμή ο προηγούμενος κύκλος δυσκολεύεται να κλείσει και ο επόμενος δεν έχει σαφή χαρακτηριστικά. Όμως, η διαδικασία αυτή δεν είναι «αέναη». Οι «ημερομηνίες λήξης» ή θα τροποποιήσουν τα βασικά χαρακτηριστικά της ΕΚΤ και του κεντρικού της λόγου ή η γενίκευση της πολιτικής κρίσης στις χώρες της ευρωζώνης θα καταστήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση έναν ευφημισμό, μια γεωπολιτική περιοχή επιβολής των πιο ακραίων και φονταμενταλιστικών πρακτικών.
«Το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι»! Οι κεντρικοί θεσμοί του καπιταλισμού και του αναστοχασμού της κεφαλαιακής σχέσης και της προώθησης των «κατάλληλων» μηνυμάτων προς την κοινωνία είναι οι βασικότερες αιτίες αστάθειας του οικονομικού συστήματος. Αυτό βέβαια είναι κάτι που αποτελεί αντίφαση εν τοις όροις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου