Του Μιχάλη Βακαλούλη*
Η επίσπευση της προεδρικής εκλογής πυροδότησε μια συντονισμένη επίθεση κινδυνολογίας. Οι επίδοξοι «σωτήρες» της χώρας εμφανίζονται σαν εγγυητές και θεματοφύλακες της πολιτικής σταθερότητας. Η αναβάπτιση της λαϊκής εντολής και η αλλαγή κυβερνητικής πλεύσης που κυοφορείται, κατ’ αυτούς, θα οδηγήσουν οριστικά τη χώρα στη χρεοκοπία και στην παραδειγματική έξωση από
την ευρωζώνη.
Οι κυρίαρχοι πολιτικοί κύκλοι στην Ευρώπη δεν υπολείπονται σε πιέσεις και εκβιασμούς. Η ανοιχτή παρέμβαση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπέρ των εγχώριων διαχειριστών της κρίσης είναι προανάκρουσμα της επιθετικής πολιτικής που θα ασκηθεί στην προοπτική μιας εναλλακτικής διακυβέρνησης της χώρας.
Οσο πιο πολύ οι κρατούντες βλέπουν την κλεψύδρα του πολιτικού τους χρόνου να αδειάζει, τόσο πιο πολύ καταφεύγουν σε εκβιαστικά διλήμματα. Οσο πιο κοντά βλέπουν το τέλος τους, τόσο πιο πολύ γίνονται κακόβουλοι, δολοπλόκοι, εκφοβιστικοί. Μας εξηγούν ότι δεν έχουμε το δικαίωμα να βλέπουμε αυτό που βλέπουμε. Το γεγονός δηλαδή ότι η εκσυγχρονιστική νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόστηκε από το μνημονιακό μπλοκ εξουσίας στην Ελλάδα αποτελεί ένα καθεστώς θεσμοποιημένης βαρβαρότητας που όχι μόνον εξαθλίωσε τα λαϊκά στρώματα, αλλά επιδόθηκε σε έναν πρωτόγνωρο ταξικό κανιβαλισμό αφανίζοντας τεράστια τμήματα των μεσαίων στρωμάτων, αυτοαναιρώντας τα ίδια του τα κοινωνικά ερείσματα. Και ακόμα περισσότερο, θέλουν να μας πείσουν ότι σκανδαλώδες και προβληματικό δεν είναι αυτό που βλέπουμε, αλλά το γεγονός ακριβώς ότι το βλέπουμε.
Αυτός ο πανικός για τη δημοκρατία είναι άκρως διδακτικός. Πιστοποιεί κατ’ αρχήν ότι η κρίση έχει υπερβεί πλέον την οικονομική της διάσταση. Σε μια ιστορική συγκυρία όπου οι σχέσεις πολιτικής νομιμοποίησης καταρρέουν και η κοινωνία αρχίζει να προετοιμάζεται ψυχολογικά για μια εφικτή ανατροπή, ο κυρίαρχος λόγος ταλανίζεται από μια κρίση ηθικής αποσύνθεσης και μια κρίση ηθικού. Δεν μπορεί να διατηρήσει την κλονισμένη ηγεμονία του παρά με τα δεκανίκια του φοβικού συνδρόμου – Ή Εμείς ή το χάος. Δεν μπορεί να δικαιολογήσει τις στρατηγικές του επιλογές παρά με την εξάλειψη των συνεπειών της κρίσης από τη συλλογική μνήμη. Με τη μετατροπή της κοινωνίας των πολιτών σε χώρα των λωτοφάγων. Success story, που μεταφράζεται στην απτή πραγματικότητα ότι πληρώνουμε χωρίς να ξεπληρώνουμε, τουλάχιστον όσο ο ανυπέρβλητος ορίζοντας του μη βιώσιμου χρέους είναι μπροστά μας.
Ο τρόμος των κυβερνώντων απέναντι στην ανάδυση των πολιτών στα πολιτικά δρώμενα του τόπου καταδεικνύει ότι στο πλαίσιο της αυταρχικής δημοκρατίας της αγοράς ο λαός αντιπροσωπεύει έναν κίνδυνο εκτροπής. Αποτελεί γι’ αυτούς τον ακατάλυτο πόλο του «ανορθολογισμού» που αντιστρατεύεται καταστατικά τον «κύκλο του ορθού λόγου». Μια συμπύκνωση ενέργειας και ισχύος που δεν υπακούει στις δογματικές προφάνειες των ελίτ, που δύσκολα ελέγχεται όταν αποκτήσει συνείδηση των συλλογικών του δυνατοτήτων. Είναι συνεπώς αναγκαίο να συνετιστεί και να αποδεχτεί με ρεαλισμό μια παρατεταμένη υφεσιακή λιτότητα χωρίς καταληκτική ημερομηνία. Αυτή είναι η συστημική λογική του δόγματος του σοκ που εφαρμόστηκε χωρίς προσχήματα στη χώρα μας μετατρέποντάς τη σε πειραματόζωο.
Η πολιτική πραγματικότητα που ζούμε σήμερα δεν είναι απλά μια κρίση της δημοκρατίας. Πρόκειται, κυριολεκτικά, για μια κατάσχεση της δημοκρατίας από τις ολιγαρχίες που νέμονται την εξουσία ιδιωτικοποιώντας τον κοινό πλούτο, αφοπλίζοντας το κοινωνικό κράτος, αποδομώντας τη λαϊκή και την εθνική κυριαρχία. Οι τεχνοκρατικές λύσεις ερήμην των πολιτών τείνουν να υποκαταστήσουν τη δημοκρατική ρύθμιση των προβλημάτων.
Σ’ αυτές τις συνθήκες ιδεολογικής επιβολής και αποπολιτικοποίησης των κοινωνικών σχέσεων, η προοπτική νίκης της ριζοσπαστικής Αριστεράς στην Ελλάδα θα μπορούσε να αποτελέσει μια τομή στη απρόσκοπτη αναπαραγωγή του συστήματος. Η βιώσιμη έξοδος από την κρίση και η δημοκρατική ανασύνταξη της κοινωνίας συνιστούν τους δύο πυλώνες αυτού του εγχειρήματος που θα ισοδυναμούσε όχι με μια απλή εναλλαγή διακυβέρνησης, αλλά με μια πολιτική ανάδειξη νέων στρατηγικών προσανατολισμών για να αλλάξει το τοπίο στην Ευρώπη.
Θα ήταν φυσικά ασυγχώρητο λάθος να υποτιμηθούν τρεις ανασταλτικοί παράγοντες στην οικοδόμηση ενός κινήματος δημοκρατικής ανατροπής. Η παθητικότητα των μαζών, που λειτουργούν πιο βολικά με τη λογική της ανάθεσης ψήφου σε ένα κόμμα δημόσιας σωτηρίας παρά με την ενεργό τους συμμετοχή στα κοινά. Η συνθετότητα των προβλημάτων εναλλακτικής κυβερνησιμότητας ελλείψει αξιόπιστων προγραμματικών επεξεργασιών, θεωρητικών αναλύσεων και εμπειρικών εργαλείων γειωμένων στις προκλήσεις των καιρών. Η πιθανότητα έκρηξης των ενδεχομένων και η δρομολόγηση εξελίξεων που υπερβαίνουν τις αρχικές ριζοσπαστικές επιλογές μέσα σε μια Ευρώπη που ηγεμονεύεται από συντηρητικές και μεταλλαγμένες σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις οι οποίες αντιτίθενται απόλυτα σε κάθε εγχείρημα προοδευτικής αλλαγής. Οποια όμως και αν είναι τα εμπόδια που θα συναντήσει στην πορεία της μια δημοκρατική κυβέρνηση της Αριστεράς στην Ελλάδα, το ελπιδοφόρο μήνυμα σε όλη την Ευρώπη θα έχει σίγουρα πολλαπλασιαστικά και όχι απλά αθροιστικά πολιτικά αποκρυσταλλώματα.
*διδάκτωρ φιλοσοφίας και καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο Παρίσι 8. Είναι επιστημονικός σύμβουλος της Fondation Gabriel Péri και πολλών συνδικαλιστικών και κοινωνικών οργανισμών στη Γαλλία
Η επίσπευση της προεδρικής εκλογής πυροδότησε μια συντονισμένη επίθεση κινδυνολογίας. Οι επίδοξοι «σωτήρες» της χώρας εμφανίζονται σαν εγγυητές και θεματοφύλακες της πολιτικής σταθερότητας. Η αναβάπτιση της λαϊκής εντολής και η αλλαγή κυβερνητικής πλεύσης που κυοφορείται, κατ’ αυτούς, θα οδηγήσουν οριστικά τη χώρα στη χρεοκοπία και στην παραδειγματική έξωση από
την ευρωζώνη.
Οι κυρίαρχοι πολιτικοί κύκλοι στην Ευρώπη δεν υπολείπονται σε πιέσεις και εκβιασμούς. Η ανοιχτή παρέμβαση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπέρ των εγχώριων διαχειριστών της κρίσης είναι προανάκρουσμα της επιθετικής πολιτικής που θα ασκηθεί στην προοπτική μιας εναλλακτικής διακυβέρνησης της χώρας.
Οσο πιο πολύ οι κρατούντες βλέπουν την κλεψύδρα του πολιτικού τους χρόνου να αδειάζει, τόσο πιο πολύ καταφεύγουν σε εκβιαστικά διλήμματα. Οσο πιο κοντά βλέπουν το τέλος τους, τόσο πιο πολύ γίνονται κακόβουλοι, δολοπλόκοι, εκφοβιστικοί. Μας εξηγούν ότι δεν έχουμε το δικαίωμα να βλέπουμε αυτό που βλέπουμε. Το γεγονός δηλαδή ότι η εκσυγχρονιστική νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόστηκε από το μνημονιακό μπλοκ εξουσίας στην Ελλάδα αποτελεί ένα καθεστώς θεσμοποιημένης βαρβαρότητας που όχι μόνον εξαθλίωσε τα λαϊκά στρώματα, αλλά επιδόθηκε σε έναν πρωτόγνωρο ταξικό κανιβαλισμό αφανίζοντας τεράστια τμήματα των μεσαίων στρωμάτων, αυτοαναιρώντας τα ίδια του τα κοινωνικά ερείσματα. Και ακόμα περισσότερο, θέλουν να μας πείσουν ότι σκανδαλώδες και προβληματικό δεν είναι αυτό που βλέπουμε, αλλά το γεγονός ακριβώς ότι το βλέπουμε.
Αυτός ο πανικός για τη δημοκρατία είναι άκρως διδακτικός. Πιστοποιεί κατ’ αρχήν ότι η κρίση έχει υπερβεί πλέον την οικονομική της διάσταση. Σε μια ιστορική συγκυρία όπου οι σχέσεις πολιτικής νομιμοποίησης καταρρέουν και η κοινωνία αρχίζει να προετοιμάζεται ψυχολογικά για μια εφικτή ανατροπή, ο κυρίαρχος λόγος ταλανίζεται από μια κρίση ηθικής αποσύνθεσης και μια κρίση ηθικού. Δεν μπορεί να διατηρήσει την κλονισμένη ηγεμονία του παρά με τα δεκανίκια του φοβικού συνδρόμου – Ή Εμείς ή το χάος. Δεν μπορεί να δικαιολογήσει τις στρατηγικές του επιλογές παρά με την εξάλειψη των συνεπειών της κρίσης από τη συλλογική μνήμη. Με τη μετατροπή της κοινωνίας των πολιτών σε χώρα των λωτοφάγων. Success story, που μεταφράζεται στην απτή πραγματικότητα ότι πληρώνουμε χωρίς να ξεπληρώνουμε, τουλάχιστον όσο ο ανυπέρβλητος ορίζοντας του μη βιώσιμου χρέους είναι μπροστά μας.
Ο τρόμος των κυβερνώντων απέναντι στην ανάδυση των πολιτών στα πολιτικά δρώμενα του τόπου καταδεικνύει ότι στο πλαίσιο της αυταρχικής δημοκρατίας της αγοράς ο λαός αντιπροσωπεύει έναν κίνδυνο εκτροπής. Αποτελεί γι’ αυτούς τον ακατάλυτο πόλο του «ανορθολογισμού» που αντιστρατεύεται καταστατικά τον «κύκλο του ορθού λόγου». Μια συμπύκνωση ενέργειας και ισχύος που δεν υπακούει στις δογματικές προφάνειες των ελίτ, που δύσκολα ελέγχεται όταν αποκτήσει συνείδηση των συλλογικών του δυνατοτήτων. Είναι συνεπώς αναγκαίο να συνετιστεί και να αποδεχτεί με ρεαλισμό μια παρατεταμένη υφεσιακή λιτότητα χωρίς καταληκτική ημερομηνία. Αυτή είναι η συστημική λογική του δόγματος του σοκ που εφαρμόστηκε χωρίς προσχήματα στη χώρα μας μετατρέποντάς τη σε πειραματόζωο.
Η πολιτική πραγματικότητα που ζούμε σήμερα δεν είναι απλά μια κρίση της δημοκρατίας. Πρόκειται, κυριολεκτικά, για μια κατάσχεση της δημοκρατίας από τις ολιγαρχίες που νέμονται την εξουσία ιδιωτικοποιώντας τον κοινό πλούτο, αφοπλίζοντας το κοινωνικό κράτος, αποδομώντας τη λαϊκή και την εθνική κυριαρχία. Οι τεχνοκρατικές λύσεις ερήμην των πολιτών τείνουν να υποκαταστήσουν τη δημοκρατική ρύθμιση των προβλημάτων.
Σ’ αυτές τις συνθήκες ιδεολογικής επιβολής και αποπολιτικοποίησης των κοινωνικών σχέσεων, η προοπτική νίκης της ριζοσπαστικής Αριστεράς στην Ελλάδα θα μπορούσε να αποτελέσει μια τομή στη απρόσκοπτη αναπαραγωγή του συστήματος. Η βιώσιμη έξοδος από την κρίση και η δημοκρατική ανασύνταξη της κοινωνίας συνιστούν τους δύο πυλώνες αυτού του εγχειρήματος που θα ισοδυναμούσε όχι με μια απλή εναλλαγή διακυβέρνησης, αλλά με μια πολιτική ανάδειξη νέων στρατηγικών προσανατολισμών για να αλλάξει το τοπίο στην Ευρώπη.
Θα ήταν φυσικά ασυγχώρητο λάθος να υποτιμηθούν τρεις ανασταλτικοί παράγοντες στην οικοδόμηση ενός κινήματος δημοκρατικής ανατροπής. Η παθητικότητα των μαζών, που λειτουργούν πιο βολικά με τη λογική της ανάθεσης ψήφου σε ένα κόμμα δημόσιας σωτηρίας παρά με την ενεργό τους συμμετοχή στα κοινά. Η συνθετότητα των προβλημάτων εναλλακτικής κυβερνησιμότητας ελλείψει αξιόπιστων προγραμματικών επεξεργασιών, θεωρητικών αναλύσεων και εμπειρικών εργαλείων γειωμένων στις προκλήσεις των καιρών. Η πιθανότητα έκρηξης των ενδεχομένων και η δρομολόγηση εξελίξεων που υπερβαίνουν τις αρχικές ριζοσπαστικές επιλογές μέσα σε μια Ευρώπη που ηγεμονεύεται από συντηρητικές και μεταλλαγμένες σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις οι οποίες αντιτίθενται απόλυτα σε κάθε εγχείρημα προοδευτικής αλλαγής. Οποια όμως και αν είναι τα εμπόδια που θα συναντήσει στην πορεία της μια δημοκρατική κυβέρνηση της Αριστεράς στην Ελλάδα, το ελπιδοφόρο μήνυμα σε όλη την Ευρώπη θα έχει σίγουρα πολλαπλασιαστικά και όχι απλά αθροιστικά πολιτικά αποκρυσταλλώματα.
*διδάκτωρ φιλοσοφίας και καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο Παρίσι 8. Είναι επιστημονικός σύμβουλος της Fondation Gabriel Péri και πολλών συνδικαλιστικών και κοινωνικών οργανισμών στη Γαλλία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου