Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2012

Ψεύτικη ζωή

ΤΗΣ ΒΙΚΥΣ ΚΑΡΑΦΟΥΛΙΔΟΥ*

Διαρκώς βλέπουμε γύρω μας να πληθαίνουν τα σημάδια μιας οικονομικής και κοινωνικής κατάρρευσης σε επιμέρους τομείς της ζωής. Ωστόσο στο σύνολό της η καθημερινότητα δεν ανατρέπεται βίαια, κάθετα και ριζικά. Αντίθετα, συνεχίζει να επαναλαμβάνεται ρυθμικά, με έναν τρόπο σχεδόν αυτόματο και μη στοχαστικό, αναπαράγοντας στο βλέμμα την ψευδαίσθηση της κανονικότητας. Η όλη υπόθεση σέρνεται εδώ και δυο χρόνια, με ελλείψεις, περικοπές, απολύσεις, μέσα σε μια βουβή, εικονική ρουτίνα, όπου η κρίση συνηθίζει να αποκρύπτει την πραγματική της έκταση.
Αυτή η προσχηματικά ελεγχόμενη, ωστόσο στην ουσία της βαθιά ανομική, συνθήκη φέρει εντός της τον εκφασισμό και την αλλοίωση των συνειδήσεων. Εκτρέφει μικρούς, ασήμαντους ανταγωνισμούς ανάμεσα σε δεκάδες υποομάδες συμφερόντων, καλλιεργώντας την αυταπάτη της προσωπικής διαφυγής, την ίδια στιγμή που τα περιθώρια για τα μεσαία στρώματα διαρκώς στενεύουν. Σε όλο το φάσμα των κοινωνικών σχέσεων διαφαίνεται ένα σημαντικό έλλειμμα κοινωνικής εμπιστοσύνης και μια καθολική αδυναμία υπεράσπισης των δημόσιων αγαθών. Η «ελληνική ιδιαιτερότητα» μπορεί να μην είναι το πρώτο και κύριο αίτιο της σημερινής κατάστασης, αλλά, ως κοινή βιωμένη εμπειρία, έχει κατακερματίσει την κοινωνία και έχει ήδη καθορίσει τις συλλογικές νοοτροπίες και αναπαραστάσεις. Σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που να μην μπορεί σήμερα να βρεθεί στέρεο έδαφος για την ανάδυση ενός νέου πολιτικού υποκειμένου.
Η απώλεια του νοήματος και η απουσία προοπτικής για το μέλλον επιτρέπουν την ενίσχυση των φασιστικών ιδεών, οι οποίες προσφέρουν μια ευκολονόητη απάντηση στον άμορφο κοινωνικό ριζοσπαστισμό. Η προ ημερών αυτοδικία της Χρυσής Αυγής στη Ραφήνα ικανοποιεί στρεβλά το πληγωμένο αίσθημα δικαιοσύνης, το μένος για την ανεπάρκεια του κράτους, την ανάγκη παραδειγματικής τιμωρίας των εκάστοτε εξιλαστήριων θυμάτων. Ανορθολογική και αντιδραστική, η φασιστική δράση αναλαμβάνει να «εξυγιάνει» τον τόπο στο μέτρο του «ορατού», του «πραγματικού». Λύνοντας το πρόβλημα «επί τόπου», σε πόλεις που λυγίζουν κάτω από το βάρος της εγκληματικότητας και της εξαθλίωσης. Στήνοντας κοινωνικά δίκτυα για την αντιμετώπιση άμεσων αναγκών εκεί που κάθε θεσμικό πλαίσιο προστασίας έχει εκλείψει. Είναι, με άλλα λόγια, μια μορφή επανάκτησης της χαμένης οικειότητας, ένα σκοτεινό υποκατάστατο της σταθερότητας και της ασφάλειας, εφόσον κάθε άλλη δημοκρατική πολιτική λύση αδυνατεί να πείσει.
Είναι προφανές πως αυτές οι πρωτοφανείς καταστάσεις δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με προγραμματικές διακηρύξεις αρχών ή με την παραδοσιακή αντιφασιστική πλατφόρμα της Αριστεράς. Ούτε η χαμένη κοινωνική συνοχή μπορεί να επινοηθεί εκ νέου, στη βάση των κλασικών αναλύσεων και της οξείας καταγγελίας των Μνημονίων. Για να γίνει κατανοητό το κοινό συμφέρον των πολυσχιδών μικρομεσαίων στρωμάτων, χρειάζεται μια ισχυρή και πειστική προβολή στο μέλλον. Μια αδρή τουλάχιστον υπόσχεση για το τι κοινωνία θέλουμε να οικοδομήσουμε, με άλλα λόγια, ένα σχηματικό σχέδιο δράσης της μετα-μνημονιακής εποχής.
Κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο, και ίσως αμφίβολο αν όντως μπορεί άμεσα να υπάρξει, με δεδομένους τους περιορισμούς που θέτουν τόσο το διεθνές σκηνικό, όσο και τα τραύματα που η Αριστερά δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει μετά το 1989. Τουλάχιστον όμως η ριζοσπαστική Αριστερά ας δείξει την ωριμότητα να μην εγκλωβιστεί σε εύκολες λύσεις και σε ξεφτισμένες ρητορικές του παρελθόντος, που δεν πείθουν πια κανέναν. Ανατρέχοντας στις καλύτερες μνήμες και παραδόσεις της, ας βρει τρόπους να στηρίξει την κοινωνία εκεί που σήμερα πρωτοστατούν οι Χρυσαυγίτες. Προσδιορίζοντας εκ νέου την ιδεολογικοπολιτική και κοινωνική φυσιογνωμία της, ας δείξει πως μπορεί να υποστηρίξει στην πράξη έναν διαφορετικό κώδικα αξιών, ένα άλλο μοντέλο πολιτικής οργάνωσης και πρακτικής. Ας δείξει πως έχει τη βούληση να είναι πραγματικά σύγχρονη στις ερμηνείες και στις επιλογές της, δυναμική απέναντι στις αγκυλώσεις του χθες και ταυτόχρονα ειλικρινής στους περιορισμούς που το παρόν τής θέτει. Εν τέλει, αυτό και μόνο, το καθόλου αυτονόητο, ίσως και να αρκεί.
Διαφορετικά, το οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό τέλμα θα γίνει η μόνιμη, υποτονική κανονικότητα της χώρας. Ενώ η θλίψη της καθημερινότητας θα επαναλαμβάνεται μηχανικά, διαρκώς διαιωνίζοντας τα αδιέξοδα μιας ψεύτικης ζωής.

* Η Βίκυ Καραφουλίδου είναι ιστορικός

www.avgi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου